Γράφει ο *Αμφικτύων
ΜΟΥΣΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Δημοσιεύθηκε από lykofron στο 08/07/2010
Η Μουσική στην Αρχαία Ελλάδα ήταν εξαρχής κυρίως φωνητική. Η εμφάνιση αποκλειστικά οργανικής μουσικής συμβαίνει περίπου τον 6ο αιώνα π.Χ. Ο “Πυθικός Νόμος” – ένα έργο που υπήρξε κλασσικό – επιβεβαιώνει την στροφή αυτή που οδήγησε σταθερά στην επικράτηση κατά τη διάρκεια των κλασσικών χρόνων της σολιστικής ερμηνείας, τόσο στις εκδηλώσεις της ιδιωτικής όσο και της δημόσιας ζωής. Μέσα από το σύνολο των πηγών – εικονογραφία, θεωρητικά κείμενα περί Μουσικής και Αρμονικής συγγραφέων της εποχής όπως ο Αριστόξενος, ο Κλεωνίδης κ.α. – συμπεραίνουμε με σχετική ασφάλεια τον τρόπο εκτέλεσης των μουσικών οργάνων.
Η «χρήση» της λύρας λ.χ. και της κιθάρας, μας παραδίδεται με μεγάλη ακρίβεια μέσα από τις δεκάδες σωζόμενες παραστάσεις. Ειδικότερα η τοποθέτησή της, ο τρόπος που κρατά το όργανο ο μουσικός και ο τρόπος παιξίματος, η χρήση και των δύο χεριών και η «συνεργασία» του μουσικού με τον αοιδό, είναι ζητήματα τα οποία λιγότερο ή περισσότερο έχουν βρει την απάντησή τους μέσα από την προσεκτική μελέτη της σωζόμενης αγγειογραφίας σε συνδυασμό με πληροφορίες / οδηγίες που μας παραδίδονται από τους Λυρικούς Ποιητές, η ακόμα και τον Αριστοφάνη.
ΈΓΧΟΡΔΑ
Για τα όργανα των αρχαίων Ελλήνων αντλούμε τα περισσότερα στοιχεία από την πλούσια εικονογραφία και ειδικότερα από τις αγγειογραφίες, τα ανάγλυφα, τα ψηφιδωτά, τα αγάλματα κ.α. Τα σωζόμενα μουσικά όργανα, έστω και σε θραυσματική μορφή, είναι ελάχιστα, ιδιαίτερα όμως εύγλωττα, ενώ, τέλος, πηγή πληροφοριών είναι τα πάσης φύσεως έργα και κείμενα στα οποία διασώζεται ένας σοβαρός όγκος πληροφοριών, με βάση τις οποίες ο Λύραυλος δημιούργησε αυθεντικά ανακατασκευασμένα μουσικά όργανα.
H ΛΥΡΑ : το πλέον διαδεδομένο έγχορδο της αρχαίας Ελλάδας, ένα μουσικό όργανο ιδιαίτερα δημοφιλές αφού δεν ήταν όργανο απαραίτητα των επαγγελματιών. Σύμβολο του Απόλλωνα, η λύρα δεν χρησιμοποιείτο σε εκδηλώσεις σε ανοιχτούς χώρους, ενώ ήταν το κατεξοχήν όργανο για εκπαίδευση των νέων. Μπορεί να χαρακτηριστεί ως το εθνικό όργανο των αρχαίων Ελλήνων.
Η ΦΟΡΜΙΓΞ : η παλαιότερη ίσως μορφή / εκδοχή της αρχαίας κιθάρας, κατεξοχήν συνδεδεμένη με την απόδοση από ραψωδούς των ομηρικών επών. Θεωρείτο ιερό όργανο και ίσως υπήρξε το πιο αρχαίο έγχορδο.
Η ΚΙΘΑΡΙΣ : συνήθως με τετράγωνη βάση είναι το μουσικό όργανο που απαιτεί δεξιοτεχνία γι’αυτό χαρακτηρίζεται ως το όργανο των επαγγελματιών κιθαρωδών και των μεγάλων μουσικών αγώνων. Μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένας πιο τελειοποιημένος τύπος λύρας με περισσότερες χορδές (7 ή 8 χορδές στην κλασσική εποχή ενώ αργότερα συναντούμε και όργανα με περισσότερες) και πιο δυνατό ήχο.
Η ΒΑΡΒΙΤΟΣ : με πιο μεγάλους βραχίονες και ως εκ τούτου με πιο μεγάλες χορδές, το μουσικό αυτό όργανο έχει χαμηλότερη έκταση, και ήχο γλυκύτερο και πιο βαρύ από εκείνο της λύρας.
Η ΠΑΝΔΟΥΡΑ Ή ΠΑΝΔΟΥΡΙΣ : τρίχορδο όργανο, πρόγονος του λαούτου, ονομαζόμενο από τους αρχαίους και ως τρίχορδον
ΠΝΕΥΣΤΑ
Ο ΑΥΛΟΣ & Ο ΔΙΑΥΛΟΣ : το σημαντικότερο αρχαιοελληνικό πνευστό, χρησιμοποιείτο σε όλες σχεδόν τις ιδιωτικές και δημόσιες τελετές, στους εθνικούς αγώνες, στις πομπές και φυσικά στις παραστάσεις τραγωδίας. Είχε χαρακτήρα οργιαστικό και ήταν συνδεδεμένος με την λατρεία του θεού Διονύσου.
Η ΣΥΡΙΓΞ : πνευστό ιδιαίτερα ταπεινής θέσης, χρησιμοποιείτο ευρύτατα από τους ποιμένες ήταν μάλιστα συνδεδεμένη με τον θεό Πάνα – η πολυκάλαμη εκδοχή του οργάνου ονομαζόταν μάλιστα «σύριγγα του Πανός». Η σύριγγα δεν χρησιμοποιείτο για καλλιτεχνικούς σκοπούς.
Η ΣΑΛΠΙΓΞ : Κατασκευασμένη από χαλκό. Δεν χρησιμοποιούνταν για καθαρά μουσικούς σκοπούς, αλλά για πολεμικά σαλπίσματα καθώς και για τελετουργικούς σκοπούς.
ΤΟ ΚΟΧΥΛΙ : μια φυσική σάλπιγγα. Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν συνήθως τρίτωνα ή κάσση ή στρόμβο.
ΚΡΟΥΣΤΑ
ΤΟ ΤΥΜΠΑΝΟ : όργανο κατεξοχήν «γυναικείο», χρησιμοποιείτο περισσότερο στις οργιαστικές λατρείες – πχ Βακχικές. Όπως και όλα εξάλλου τα κρουστά, δεν χρησιμοποιείτο για καθαρά μουσικούς σκοπούς, αλλά κυρίως σε τελετές και λατρευτικού χαρακτήρα θρησκευτικές εκδηλώσεις.
ΤΑ ΚΡΟΤΑΛΑ Ή ΚΡΕΜΒΑΛΑ : ξύλινα κρουστά αντίστοιχα με τις σημερινές καστανιέτες. Χρησιμοποιούνταν για να κρατάνε τον ρυθμό των χορευτών και συνήθως τα κρατούσαν γυναίκες.
ΤΑ ΚΥΜΒΑΛΑ : κατασκευασμένα από μέταλλο, συνδέονταν κατεξοχήν με την διονυσιακή λατρεία και τελετές. Είχαν ασιατική προέλευση και μολονότι χρησιμοποιούντο δεν θεωρούντο όργανα με ουσιαστική αξία.
ΤΟ ΣΕΙΣΤΡΟ : κρουστό αφρικανικής / αιγυπτιακής προέλευσης που με τον οξύ του ήχο αποτελούσε ένα είδος ρυθμικής συνοδείας.
Δημοσιεύθηκε στο ΑΡΧΑΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ | Leave a Comment »
Ήρωνας ο Αλεξανδρεύς
Δημοσιεύθηκε από lykofron στο 08/07/2010
Aπό τους πιο γνωστούς μηχανικούς και μαθηματικούς της Ελληνιστικής περιόδου ο Ήρων ο Αλεξανδρεύς (100 μ.χ.) , υπήρξε η τρίτη μεγάλη φυσιογνωμία της μηχανικής μετά τους Κτησίβιο και Φίλωνα. Διετέλεσε και διευθυντής του Μουσείου της Αλεξάνδρειας (Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας) και έμεινε γνωστός από τις περίφημες κατασκευές του, οι οποίες τον κατατάσσουν ανάμεσα στις μεγαλύτερες μορφές της επιστήμης της αρχαιότητας και δίκαια τον θεωρούν σαν τον πνευματικό πρόγονο του Λεονάρντο Ντα Βίντσι (ο οποίος φαίνεται να έχει διαβάσει και γραπτά που αφορούν το έργο του Ήρωνα όπως και του Αρχιμήδη). Ουσιαστικά ο Ήρων υπήρξε μαθητής και συνεχιστής του έργου των Κτησίβιου και Φίλωνα, το οποίο εν πολλοίς διέσωσε και βελτίωσε.
Το σύνολο του έργου του το ΗΡΩΝΕΙΟ είναι πραγματικά τεράστιο : 16 πραγματείες που από αυτές οι 10 έχουν διασωθεί ολόκληρες , 3 υπάρχουν σε αποσπάσματα ενώ 3 δεν διασώθηκαν. Συνδυάζοντας άριστα την θεωρία με την πράξη κατασκεύασε ένα πλήθος μηχανισμών φυσικής , αυτοματισμούς , αυτόματα μηχανήματα για θέατρα και ναούς (π.χ. την περίφημη ΚΡΗΝΗ ΤΟΥ ΗΡΩΝΟΣ), υδραυλικά ρολόγια και μεταξύ άλλων εφεύρε την “ΑΙΟΛΟΥ ΠΥΛΗ” , την πρώτη μηχανή που κινούταν με ατμό (ατμομηχανή).
Το έργο του Διόπτρα αναφέρεται στην γεωδαισία και θεωρείται από τα τελειότερα στο είδος του. Εκεί αναφέρεται και η κατασκευή του ομωνύμου οργάνου, του οποίου εξέλιξη είναι και ο σημερινός θεοδόλιχος ένα από τα βασικότερα όργανα των τοπογράφων. Άλλα έργα του είναι : Πνευματικά , Μηχανικά , Περί Αυτοματοποιητικής , Κατοπτρικά , Μετρικά , Διόπτρα , Χειροβαλλίστρας κατασκευή και συμμετρία , Βελοποιικά , Περί Όρων και Γεωπονικά .
Η ΑΙΟΛΟΣΦΑΙΡΑ
Αν και υπάρχουν ενδείξεις για απλή χρήση του ατμού από τους Αρχιμήδη και Φίλων, η ανακάλυψη της ατμομηχανής ανήκει αποκλειστικά στον Ήρωνα, ο οποίος προέβη σε αυτή την επινόηση έχοντας μελετήσει σε βάθος την θεωρία “περί της υλικής υποστάσεως του αέρα”. Στην ιστορία της μηχανικής η περιστροφική ατμομηχανή που εφεύρε ο Ήρων αναφέρεται σαν Αιολόσφαιρα ή Αιόλου πύλη ή ατμοστήλη.
Η Αιολόσφαιρα είναι μία μικρή κοίλη σφαίρα τοποθετημένη πάνω από ένα κλειστό λέβητα με τον οποίο επικοινωνεί με στρόφιγγες. Ο Ατμός που παράγεται στον λέβητα, εισέρχεται μέσω στροφίγγων στην κοίλη σφαίρα και εξέρχεται από τα δύο ακροφύσια της σφαίρας τα οποία είναι σχήματος “Γ” και αντίθετα τοποθετημένα μεταξύ τους. Ο διοχετευόμενος ατμός βγαίνει υπό πίεση και κινεί την σφαίρα κυκλικά.
Το εντυπωσιακό είναι ότι η λειτουργία αυτή (κίνηση δι’ εκτονώσεως αερίου) είναι ίδια με την θεωρία της πρόωσης των σύγχρονων πυραύλων και αεριωθουμένων.
Η συμβολή του Ήρωνα υπήρξε σημαντικότατη, τόση στην διάσωση του έργου άλλων Ελλήνων μηχανικών, όσο και στην βελτίωση υπαρχόντων και ανακάλυψη νέων μηχανισμών.
Το έργο του αποτέλεσε σημείο αναφοράς και έδωσε ερεθίσματα σε πολλούς. Παράδειγμα αποτελεί η αιολόσφαιρα στην οποία βασίστηκε η χύτρα ή ατμοαντλία του Παπίνου στα 1861, η ανάπτυξή της οποίας κατά τον 19ο αιώνα έφερε την “βιομηχανική επανάσταση”.
Η ΑΥΤΟΜΑΤΟΠΟΙΗΤΙΚΗ
Το ελληνικό κείμενο της Αυτοματοποιητικής σώθηκε ακέραιο σε 39 τουλάχιστον, χειρόγραφα. Αυτό και μόνο δείχνει το μεγάλο ενδιαφέρον που είχε το έργο του ‘Ήρωνα για τους κατοπινούς του μελετητές. Το έργο αυτό διασώθηκε κατά τα ρωμαϊκά και τα βυζαντινά, χρόνια αξιοποιήθηκε από τους άραβες και τους ευρωπαίους μηχανικούς του Μεσαίωνα, αποτέλεσε βάση για επανειλημμένες προσπάθειες ανακατασκευής των αυτόματων θεάτρων, μεταφράστηκε στα αραβικά, τα ιταλικά, τα γαλλικά και τα γερμανικά.
Η Αυτοματοποιητική του Ήρωνα είναι το αρχαιότερο γνωστό κείμενο που περιέχει περιγραφές αυτόματων μηχανικών συστημάτων ικανών να πραγματοποιούν, προγραμματισμένες κινήσεις. Ο Ήρωνας παρουσιάζει στο έργο του τη μορφή και την τέχνη της κατασκευής των αρχαίων αυτόματων Θεάτρων, και τα χωρίζει σε δύο είδη: το κινητό (υπάγον) και το σταθερό (στατόν) αυτόματο.
Τα κινητά αυτόματα τα περιγράφει ως εξής: “Κατασκευάζονται ναοί ή βωμοί μετρίου μεγέθους, ικανοί να μετακινούνται αυτόματα και να στέκονται μετά σε καθορισμένες θέσεις. Και οι μορφές πάνω σε αυτούς κινούνται όλες από μόνες τους, με μια λογική ακολουθία κινήσεων που ταιριάζει στο σχετικό μύθο και τέλος επιστρέφουν στην αρχική τους θέση”.
Τέτοια αυτόματα με τη μορφή ναών είχαν επάνω τους μορφές, όπως το Διόνυσο ή τη Νίκη, που μπορούσαν να περιστρέφονται, είχαν Βάκχες που χόρευαν κάτω από τον ήχο τυμπάνων και κυμβάλων, είχαν βωμούς όπου ξάφνου άναβαν αυτόματα φωτιές και πάλι αυτόματα λουλούδια στεφάνωναν το ναό και με συστήματα υδραυλικά έτρεχε γάλα ή κρασί σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Τα σταθερά αυτόματα από την άλλη μεριά τα περιγράφει ο Ήρωνας ως εξής: “Πάνω σε ένα μικρό στύλο τοποθετείται μία σκηνή θεάτρου που διαθέτει πόρτες ικανές να ανοίγουν και που περιέχει διάταξη μορφών που αναπαριστούν ένα μύθο” . Οι πόρτες ανοίγουν και κλείνουν αυτόματα και κάθε φορά νέες μορφές παρουσιάζονται μέχρις ότου ολοκληρωθεί η παράσταση. “Και οι μορφές που εμφανίζονται ζωγραφισμένες στον πίνακα όλες να φαίνεται ότι κινούνται, εάν ο μύθος το απαιτεί, άλλες σαν να πιονίζουν, άλλες σαν να δουλεύουν με σκεπάρνια, με σφυριά ή με πελέκια και να προκαλούν με κάθε κτύπο κρότο σαν τον αληθινό”.
Και είναι ακόμα δυνατόν φωτιές ν’ ανάβουν στη σκηνή, να παρουσιάζονται πλοία κινούμενα με διάταξη στόλου, δελφίνια να κολυμπούν, μορφές να εμφανίζονται αυτόματα και να εξαφανίζονται πάλι, κεραυνοί να πέφτουν και ν’ ακούγεται ο ήχος της βροντής. Τέτοιες παραστάσεις θεατρικών έργων με πέντε πράξεις παρουσιάζει ο Ήρωνας, προκαλώντας ιδιαίτερο θαυμασμό στους θεατές του.
Μονάδες μέτρησης της Αρχαίας Ελλάδας
Μῆκος
1 σταθμός = 5 παρασάγγαι = 150 στάδια = 27,5 km
1 στάδιον = 6 πλέθρα = 100 ὄργυιαι = 400 πήχεις = 600 πόδες = 9600 δάκτυλοι = 178,6 m
1 πλέθρον = 16,6 ὄργυιαι = 66,6 πήχεις = 100 πόδες = 1600 δάκτυλοι = 29,6 m
1 ὄργυια = 4 πήχεις = 6 πόδες = 96 δάκτυλοι = 1,78 m
1 πήχυς = 1,5 ποὺς = 24 δάκτυλοι = 44,4 cm
1 πούς = 16 δάκτυλοι = 29,6 cm
1 δάκτυλος = 1,85 cm
Βεβαίως ἀπὸ περιοχὴ σὲ περιοχὴ διέφεραν τὰ μεγέθη π.χ.
Πούς
ὀλυμπιακός 32,05 cm
αἰγινήτικος 33,3 cm
σάμιος 35 cm
ἀθηναϊκός 29,57 cm
ὀλυμπιακὸ στάδιο 192 m
αἰγινητικὸ-ἀττικὸ στάδιο 164 m
ἑλληνιστικὸ-ῥωμαϊκὸ στάδιο 185 m
Ἄλλα
1 κόνδυλος = 2 δάκτυλοι = 3,7 cm
1 παλαιστή = 1 δῶρον = 1 δοχμή = 1 δακτυλοδοχμή
1 παλαιστή = 4 δάκτυλοι = 7,4 cm
1 διχάς = 1 ἡμιπόδιον = 8 δάκτυλοι=14,8 cm
1 λιχάς = 10 δάκτυλοι = 18,5 cm
1 ὀρθόδωρον = 11 δάκτυλοι = 20,4 cm
1 σπιθαμή= 12 δάκτυλοι = 22,2 cm
1 πυγμή = 1,12 πόδες = 34,7 cm
1 πυγών = 1,25 πόδες = 37,0 cm
1 βῆμα = 2,5 πόδες = 0,74 m
1 ξύλον = 4,5 πόδες = 1,34 m
1 κάλαμος = 1 ἄκαινα = 1 δεκάπους = 10 πόδες = 2,96 m
1 ἄμμα = 60 πόδες = 17,76 m
1 δίαυλος = 2 στάδια = 355 m
1 ἱππικόν = 4 στάδια = 710 m
1 δόλιχος = 12 στάδια = 2150 m
1 παρασάγγης = 30 στάδια = 5,5 km
Ἐπιφάνεια
1 πλέθρον = 4 ἄρουραι = 100 ἄκαιναι = 10.000 πόδες = 876 qm
1 ἄρουρα = 25 ἄκαιναι = 2.500 πόδες = 219 qm
1 ἄκαινα = 100 πόδες = 8,76 qm
1 πούς = 0,0087 qm
Μονάδες μετρήσεως ὄγκου ὑγρῶν (παλαιό ἀττικὸ σύστημα)
Οἱ παρακάτω τιμὲς καὶ στὰ ὑγρὰ καὶ στὰ ξηρὰ εἶναι κατὰ τὸ παλαιὸ ἀττικὸ σύστημα καθῶς μεταβάλλονταν ἀναλόγως τὸν τόπο καὶ τὸν χρόνο.
1 (ἀμφορεύς) μετρητής = 12 χόες = 144 κοτύλαι = 864 κύαθοι = 8640 κοχλιάρια = 39 l
1 χοῦς = 12 κοτύλαι = 72 κύαθοι = 720 κοχλιάρια = 3,3 l
1 κοτύλη = 6 κύαθοι = 60 κοχλιάρια = 0,27 l
1 κύαθος = 10 κοχλιάρια = 0,045 l
1 κοχλιάριον = 0,0045 l
1 κοτύλη = 1 ἡμίνα
1 χήμη = 2 κοχλιάρια = 1/100 l
1 μύστρον = 2,5 κοχλιάρια = 1/80 l
1 κόγχη = 5 κοχλιάρια = 1/40 l
1 ὀξύβαφον = 1,5 κύαθοι = 1/16 l
1 τέταρτον = 1 ἡμικοτύλιον = 3 κύαθοι = 1/8 l
1 ξέστης = 12 κύαθοι = 1/2 l
Μονάδες μετρήσεως ὄγκου ξηρῶν
1 μέδιμνος = 48 χοίνικες = 96 ξέσται = 192 κοτύλαι = 1152 κύαθοι = 52 l
1 χοῖνιξ = 2 ξέσται = 4 κοτύλαι = 24 κύαθοι = 1,09 l
1 ξέστης = 2 κοτύλαι = 12 κύαθοι = 0,54 l
1 κοτύλη = 6 κύαθοι = 0,27 l
1 κύαθος = 0,045 l
1 κοχλιάριον = 0,1 κύαθοι = 1/200 l
1 ὀξύβαφον = 1,5 κύαθοι = 1/16 l
1 ἡμίεκτον = 16 κοτύλαι = 13/3 l
1 ἑκτεύς (μόδιος) = 32 κοτύλαι = 35/4 l
1 χοῖνιξ σίτου θεωρεῖτο ὄτι χρειαζόταν ἕνας ἐνήλικας ἡμερησίως.
1 μέδιμνος σίτου ἦταν ἡ ὑπὸ ἐνηλίκου μεταφερτὴ ποσότητα σίτου. Στὴν Σπάρτη 71,16 l μὲ 77,88 l.
Βάρη καὶ νομίσματα
1 τάλαντον = 60 μναῖ = 6.000 δραχμαί = 36.000 ὀβολοί = 28.8000 χαλκοῖ = 26,2 kg
1 μνᾶ = 100 δραχμαί = 600 ὀβολοί = 4.800 χαλκοῖ = 436 gr
1 δραχμή = 6 ὀβολοί = 48 χαλκοῖ = 4,36 gr
1 ὀβολός = 8 χαλκοῖ = 0,73 gr
1 χαλκοῦς = 0,09 gr
Τὸ νόμισμα χαλκοῦς ἦταν ἕνα χάλκινο νόμισμα βάρους 0,09 gr, ὁ ὀβολὸς καὶ ἠ δραχμὴ ἀργυρᾶ καὶ ἀντιστοίχου τοῦ ὀνόματος βάρους. Ἡ μνᾶ καὶ τὸ τάλαντον δὲν ἦταν ποτὲ νομίσματα.
Τὰ χρυσᾶ νομίσματα εἶχαν 10 μὲ 13 φορὲς τὴν ἀξία τοῦ ἀντιστοίχου ἀργυροῦ.
Ἄλλα νομίσματα:
1 λεπτόν = 1/7 χαλκοῖ
1 δίχαλκον = 2 χαλκοῖ
1 ἡμιωβόλιον = 4 χαλκοῖ
1 διώβολον = 2 ὀβολοί
1 τριώβολον = 3 ὀβολοί
1 τετρώβολον = 4 ὀβολοί
1 δίδραχμον = 2 δραχμαί
1 τετράδραχμον = 4 δραχμαί
1 σίγλος (περσ.) = 1,25 δραχμαί
Χρυσᾶ νομίσματα
στατήρ = δαρεικός = 20 δραχμαί (ἄργυρος)
κυζικηνός = 28 δραχμαί (ἄργυρος)
Κυριότερα τάλαντα
αἰγινήτικο τάλαντον = 37 kg
ἀττικὸ τάλαντον = 36 kg
εὐβοϊκὸ τάλαντον = 26 kg
Χρόνος
Ἡ ἡμέρα χωριζόταν ὡς:
πρῴ: ἀνατολὴ τοῦ Ἡλίου μέχρι 10 π.μ.
ἀμφὶ ἀγορὰν πλήθουσαν 10 - 12
μεσημβρία 12- 14
δείλη 14 μέχρι τὴν δύσι
Ἡ νύκτα χωριζόταν σὲ τρία μέρη:
Ἑσπέρα- μέσαι νύκτες-ὄρθρος
Ὁ μείς, μήν
1. νουμηνία
2.-10. δευτέρα-δεκάτη ἱσταμένου μηνός
11.-19. πρώτη ἐπὶ δέκα-ἐνάτη ἐπὶ δέκα
20. εἰκάς
21. δευτέρα- ἐνάτη μετ'εἰκάδα
ἢ δεκάτη-δευτέρα φθίνοντος
30.ἕνη καὶ νέα
Πηγή:"Griechische Grammatik Teil II Satzlehre, Dialektgrammatik und Metrik" τῶν Hans Lindemann, Hans Färber.