Ορισμοί
του Ερμή του Τρισμέγιστου στον Ασκληπιό: μετάφραση, σχολιασμός και ερμηνεία
ολόκληρης της πραγματείας
Posted: 10 Nov 2016 11:40 AM PST
Η πραγματεία που μεταφράζεται, ερμηνεύεται και σχολιάζεται παρακάτω έχει τον τίτλο «Ορισμοί του Ερμή στον γιο του, τον Ασκληπιό» και ανήκει στην πλούσια ερμητική παράδοση. Ήταν κάποτε γραμμένη στα Ελληνικά, αλλά σώζεται ολόκληρη μόνο στην αρμενική της μετάφραση, η editio princeps της οποίας έγινε μόλις το 1956, οπότε και το κείμενο έγινε γνωστό στο ευρύτερο κοινό, αλλά και στους ίδιους τους ειδικούς.
Η αρμενική μετάφραση των Ορισμών του Ερμή του Τρισμέγιστου προέρχεται από το δεύτερο μισό του 6ου αιώνα μ.Χ. Αποτελεί έργο της λεγόμενης ελληνίζουσας σχολής, η οποία στις μεταφράσεις της των ελληνικών κειμένων επιζητεί να μεταφέρει στην αρμενική γλώσσα τους μορφολογικούς και συντακτικούς τρόπους της ελληνικής γλώσσας, για να διευκολύνει τους Αρμένιους στη μελέτη της επιστημονικής γραμματείας. Οι σπουδές της γραμματικής, των μαθηματικών, της αστρονομίας και της φιλοσοφίας είχαν ένα διπλό στόχο: αφενός οι ελληνίζουσες μεταφράσεις παρείχαν στον αρμενικό κλήρο τα απαραίτητα διαλεκτικά εργαλεία για την πολεμική του εναντίον του περσικού ζωροαστρισμού. Αφετέρου μετά την ρήξη της αρμενικής με την βυζαντινή εκκλησία το 553 με 555, αυτές οι μεταφράσεις επιτρέπουν τη δημιουργία στην Αρμενία ενός ανεξάρτητου εκπαιδευτικού συστήματος, καθώς και την χρήση φιλοσοφικών εργαλείων για την διαμάχη με τους Έλληνες οπαδούς της συνόδου της Χαλκηδόνος. Οι Αρμένιοι θεολόγοι ακολουθούν την αλεξανδρινή ερμηνευτική και δογματική παράδοση και το ενδιαφέρον τους για τα ερμητικά κείμενα μπορεί να εξηγηθεί από την σχετικά θετική στάση που κρατούσε απέναντι σ’ αυτά ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός καθώς και ο Κύριλλος, πατριάρχης Αλεξανδρείας, ο οποίος αποτελούσε την κύρια αυθεντία για την χριστολογία της αρμενικής εκκλησίας.
Το ενδέκατο κεφάλαιο της πραγματείας στην αρμενική της μορφή αντιπροσωπεύει μια παρεμβολή (από κάποιον ανώνυμο Αρμένιο συγγραφέα) που σχετίζεται με το θέμα της φυσικής των τεσσάρων στοιχείων. Αυτή η κοσμολογική θεωρία, η οποία προέρχεται από τον Εμπεδοκλή, γίνεται κοινός τόπος ξεκινώντας από τον Πλάτωνα, τον οποίο στη συνέχεια ακολούθησε και ο Αριστοτέλης. Οι Αρμένιοι συγγραφείς τη χρησιμοποίησαν και εναντίον του ζωροαστρισμού, αλλά και εναντίον των οπαδών της Χαλκηδόνος. Έχει προταθεί ότι η πηγή του ενδέκατου κεφαλαίου είναι το πέμπτο κεφάλαιο της πραγματείας Περί της φύσεως του ανθρώπου του Νεμέσιου από την Έμεσα, στα τέλη του 4ου αιώνα, η οποία μεταφράστηκε στα αρμενικά το 717-718. Η προσέγγιση ανάμεσα στον Ερμή και τον Νεμέσιo διευκολύνθηκε ουσιαστικά από την θετική αντιμετώπιση του δημιουργημένου κόσμου, η οποία διαχωρίζει χαρακτηριστικά τα ερμητικά κείμενα από την γνωστική γραμματεία. Επιπλέον αυτό το παρεμβλητό ενδέκατο κεφάλαιο μπορεί να αντιπροσωπεύει μία απόπειρα σχολιασμού της αρχής της μίξης των στοιχείων, που αποτελεί σημαντικό χαρακτηριστικό της ανθρωπολογίας και της κοσμολογίας των Ορισμών και σχολιάζεται από τον Ερμή στο δεύτερο κεφάλαιο των Ορισμών.
Από ένα ελληνικό χειρόγραφο του 13ου-14ου αιώνα (Clarke 11) μας έγιναν γνωστά ερμητικά αποσπάσματα που αποτελούν το πρωτότυπο της αρμενικής μετάφρασης. Τα ελληνικά αποσπάσματα εξέδωσαν οι J. Paramelle και J.-P. Mahé, «Nouveaux parallèles grecs aux définitions hermétiques arméniennes», REArm 22 1990–91, 115–34. Δυστυχώς το άρθρο αυτό δεν μπόρεσα να το έχω στη διάθεσή μου. Μολονότι το ελληνικό κείμενο είναι πολύ αποσπασματικό, βοήθησε ωστόσο στην διόρθωση και τη συμπλήρωση του αρμενικού κειμένου. Όπου σώζεται το ελληνικό κείμενο προτίμησα τη δική του εκδοχή έναντι της αρμενικής μετάφρασης. Ξεχώρισα την απόδοση του ελληνικού πρωτοτύπου με μαύρα χοντρά γράμματα. Η αποσπασματική μορφή του ελληνικού κειμένου ανάγεται στον 1ο αιώνα π.Χ., αλλά το υλικό πρέπει να είναι πολύ προγενέστερο.
Αν και το ελληνικό κείμενο εύλογα βρίσκεται πιο κοντά στο ερμητικό πρωτότυπο, εντούτοις έχει πολύ μεγάλες ελλείψεις. Γι’ αυτό και το αρμενικό κείμενο παραμένει θεμελιώδες. Έχει παραδοθεί σε πολλά χειρόγραφα, ενώ παραπομπές σ’ αυτό βρίσκουμε σε πολλά άλλα μεταγενέστερα αρμενικά κείμενα. Γενικά το κείμενο αυτό φαίνεται ότι έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην πνευματική ιστορία της Αρμενίας. Η δική μου μετάφραση στηρίζεται στην ιταλική μετάφραση του αρμενικού κειμένου από τον Igor Dorfmann-Lazarev στον 1ο τόμο του συλλογικού έργου La rivelazione segreta di Ermete Trismegisto σε γενική επιμέλεια του Paolo Scarpi, εκδόσεις Mondadori, 2009. Επίσης στην αγγλική μετάφραση του αρμενικού κειμένου και των ελληνικών αποσπασμάτων από τον J.-P. Mahé στο C. Salaman κ.ά., The Way of Hermes, εκδόσεις Inner Traditions 1999/2000. Στην ερμηνεία του κειμένου με βοήθησε πολύ και το άρθρο του Igor Dorfmann-Lazarev, «Silence, Intellect and Discourse in the Quest for the True Teaching – Reflections on Hermes Trismegistos’ Definitions», στο A. Pabst και S. Schneider (εκδ.), Encounter Between Eastern Orthodoxy and Radical Orthodoxy, εκδόσεις Ashgate 2009, 176-184.
ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ
Ο Ερμής θεωρεί ότι υπάρχουν πέντε δώρα με τα οποία είναι προικισμένα τα διάφορα είδη των όντων, σε διαφορετικούς όμως συνδυασμούς. Τα πέντε αυτά δώρα είναι η ζωή, η πνοή, η ψυχή, η νόηση και ο λόγος. Ο άνθρωπος είναι το μόνο ον, το οποίο είναι προικισμένο και με νόηση και με λόγο. Η νόηση είναι το ανώτερο δώρο, το οποίο είναι πιο σημαντικό από τον φυσικό κόσμο, και είναι ικανή για υπερφυσική και απεριόριστη θέαση και σκέψη. Επιτρέπει στον άνθρωπο να τελειοποιήσει τον εαυτό του. Αυτή η τελειοποίηση συνίσταται στη γνώση που αποκτά η ψυχή για την φύση των πραγμάτων και στη γνώση του ανθρώπου για τον Θεό και για τον εαυτό του. Ο άνθρωπος, επομένως, αποτελεί ένα δυναμικό ον, του οποίου η υποχρέωση είναι η κατάκτηση της γνώσης του κόσμου και του Θεού μέσω της άσκησης της νόησής του. Η νόηση αποκτά γνώση και κατανόηση μέσα στη σιωπή και την εκφράζει μέσω ενός ευφυούς και στοχαστικού λόγου. Ο τελευταίος αποτελεί έναν υπηρέτη της νόησης, ο οποίος ερμηνεύει τα σχέδια και τη θέλησή της. Μόνο η νόηση είναι ικανή να συλλάβει το λόγο. Αυτός ο λόγος, ο οποίος προκύπτει από τη νόηση ως άμεση λειτουργία της, κληρονομεί και τις ιδιότητές της. Όπως η νόηση είναι απεριόριστη στη γνωστική της ικανότητα, ομοίως ο λόγος είναι απεριόριστος στην ικανότητά του να εκφράζει τη σοφία την οποία κατέκτησε η νόηση. Ο στοχαστικός λόγος, ο οποίος με τη βοήθεια της νόησης υψώνεται στη σιωπή, γίνεται η εικόνα της σιωπής και συνδέει τον άνθρωπο με την αιωνιότητα, φέρνοντας μαζί και τη σωτηρία από την θνητότητα του σώματος. Έτσι ο στοχαστικός λόγος είναι ταυτόχρονα μια κατάκτηση του ανθρώπου, αλλά και ένα δώρο του Θεού. Διακρίνεται από τον λόγο του όχλου, ο οποίος γεννάται από κάποιον άλλο λόγο και όχι από τη νόηση, την οποία ο όχλος δεν διαθέτει. Αυτού του είδους ο λόγος, στερημένος από νόηση, δεν μπορεί να φέρει τη σωτηρία, διότι δεν αποτελεί οδό προς την αιωνιότητα και γεννά με τη σειρά του, ως ανθρώπινη επινόηση, έναν φαύλο κύκλο ανάμεσα στα σώματα αυτού του κόσμου και επομένως φέρνει την καταστροφή.
Ωστόσο ο Ερμής δεν ενδιαφέρεται στο να περιορίσει τους οπαδούς του μόνο στην εσωτερική και αφηρημένη στοχαστικότητα. Μολονότι στοχάζεται την ομορφιά και την αρμονία, ενδιαφέρεται εξίσου και για τη θέση της ανθρώπινης ζωής στον κόσμο και την ευθύνη που έχει ο άνθρωπος απέναντι σε όλα όσα συλλαμβάνουν οι αισθήσεις του. Ο σωτηριώδης λόγος και η θέωση του ανθρώπου περνά μέσα και από την ενεργή ενασχόλησή του με τον κόσμο, τον οποίο πρέπει να κατανοήσει και να αγαπήσει. Η εργασία είναι σύμφυτη με τον άνθρωπο, με αποτέλεσμα ο άνθρωπος που δουλεύει πάνω στη γη να παρομοιάζεται με τα αστέρια που στολίζουν τον ουρανό. Η υποχρέωση του ανθρώπου απέναντι στον κόσμο οφείλεται στο γεγονός ότι έχει δημιουργηθεί για χάρη του, με τον ίδιο τρόπο που ο άνθρωπος έχει δημιουργηθεί για χάρη του Θεού. Ο άνθρωπος είναι ένα ον με ελεύθερη θέληση μέσα στον κόσμο, το μόνο ον που έχει κυριαρχία πάνω στο καλό και το κακό. Οι αισθήσεις του ανθρώπου, με τις οποίες συλλαμβάνει και κατανοεί τον κόσμο, μαρτυρούν ότι ο άνθρωπος και ο κόσμος σχετίζονται μεταξύ τους όπως ο κύριος με το κτήμα του. Αν δεν υπήρχε ο άνθρωπος για να δει τον κόσμο, ο κόσμος δεν θα υπήρχε. Συνεπώς ο άνθρωπος ασκεί την κυριαρχία του πάνω στον κόσμο, όντας ταυτόχρονα παρατηρητής και ερμηνευτής του. Κατέχει ένα ρόλο-κλειδί ως μεσολαβητής ανάμεσα στον Θεό και τον φυσικό κόσμο που του έχει ανατεθεί.
Όταν ο άνθρωπος στοχάζεται ενεργά τον κόσμο, τίθεται σε κίνηση μία απελευθερωτική διαδικασία, αφού ο κόσμος αντανακλά τη δημιουργική θέληση του Θεού. Συνεπώς, γνωρίζοντας ο άνθρωπος τον κόσμο, γνωρίζει μαζί και τον δημιουργό. Ο Θεός είναι δυνατόν να κατανοηθεί από τον άνθρωπο και μάλιστα επιθυμεί να γίνει γνωστός μέσω των δημιουργημάτων του. Όποιος έχει γνωρίσει τον κόσμο κατανόησε και τον Θεό και δεν τον φοβάται. Γνωρίζοντας τον Θεό γνωρίζει μαζί και τον εαυτό του. Η γνώση αυτή οδηγεί στην τελείωση και στην υπέρβαση του θανάτου. Ο φυσικός κόσμος είναι ο καθρέφτης της αλήθειας, η ενσάρκωση της ασώματης πραγματικότητας, με τον ίδιο τρόπο που ο στοχαστικός λόγος είναι η εικόνα της σιωπής. Μόνο η νόηση όμως είναι ικανή να κοιτάξει σ’ αυτόν τον καθρέφτη. Η νόηση αποκαλείται επίσης φως, επειδή φωτίζει, μέσω του λόγου που παράγει, τα ορατά πράγματα με τέτοιο τρόπο, ώστε να γίνονται μέσω αυτών αντιληπτά και τα αόρατα. Η σχέση του λόγου προς τη σιωπή είναι ανάλογη με τη σχέση του κόσμου προς την αλήθεια. Και ενώ η φύση αποτελεί το φως των αόρατων πραγμάτων, η νόηση είναι το φως που δίνει τη δυνατότητα σε όποιον την κατέχει να δει τα εσώτερα πράγματα.
Για τον Ερμή η σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και το Θεό δεν περιορίζεται μονάχα στην ανάγκη της κατανόησης του Θεού, αλλά συμπεριλαμβάνει επίσης την ευσέβεια, την πίστη και την αγάπη. Η σχέση μεταξύ Θεού και ανθρώπου είναι μοναδική, καθόσον περιλαμβάνει έναν πόθο και μια επιθυμία η οποία είναι αμοιβαία. Μόνο στον άνθρωπο αποκαλύπτεται ο Θεός, μόνον αυτόν ακούει και, προκειμένου να του μιλήσει, αλλάζει τη μορφή του και γίνεται άνθρωπος.
ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΡΜΗ ΤΟΥ ΤΡΙΣΜΕΓΙΣΤΟΥ ΣΤΟΝ ΓΙΟ ΤΟΥ, ΤΟΝ ΑΣΚΛΗΠΙΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Θεός, κόσμος νοητός.
Κόσμος, Θεός αισθητός.
Άνθρωπος, κόσμος φθαρτός.
Θεός, κόσμος ακίνητος.
Ουρανός, κόσμος κινητός.
Άνθρωπος, κόσμος λογικός.
Επομένως τρεις είναι οι κόσμοι.[1] Λοιπόν, ο ακίνητος κόσμος είναι Θεός, ενώ ο λογικός κόσμος είναι ο άνθρωπος, επειδή αυτές οι δύο ενότητες συνιστούν ένα πράγμα: Θεός και, σύμφωνα με τη θεϊκή του μορφή, ο άνθρωπος.[2]
Ως εκ τούτου υπάρχουν συνολικά τρεις κόσμοι: οι δύο συνιστούν τον αισθητό και ο ένας τον νοητό.[3] Ο ένας είναι σύμφωνα με τη μορφή και ο τρίτος σύμφωνα με την πληρότητα.[4] Κάθε πολλαπλότητα προκύπτει από τους τρεις κόσμους, από τους οποίους οι δύο είναι ορατοί.[5] Ο άνθρωπος είναι αισθητός και φθαρτός κόσμος, ενώ ο Θεός είναι νοητός κόσμος, ο οποίος δεν είναι ορατός, μολονότι μπορεί κανείς να τον παρατηρήσει στα πράγματα που μας είναι ορατά.
Όπως η ψυχή, όσο είναι μέσα στο σώμα, του δίνει μια μορφή, ενώ το σώμα δίχως την ψυχή δεν μπορεί να αποκτήσει συνεκτικότητα, με τον ίδιο τρόπο και όλα όσα είναι ορατά δεν μπορούν να αποκτήσουν συνεκτικότητα δίχως το αόρατο.
Συνεπώς ο άνθρωπος είναι ένας μικρός κόσμος σύμφωνα με την ψυχή του και την πνοή του και είναι ένας κόσμος τέλειος του οποίου το μέγεθος δεν ξεπερνά τον αισθητό θεό που είναι ο κόσμος[6].
Ο κόσμος είναι νοητός και ο Θεός είναι νόηση.[7] Είναι στην πραγματικότητα αδημιούργητος, νοητός, στην ουσία του μη δημιουργημένος και άφατος, το νοητό αγαθό. Συνεπώς είναι ανάγκη να ορίσουμε τον Θεό ταυτοχρόνως ως κόσμο νοητό, ακίνητη ενότητα, κόσμο αόρατο, το νοητό, αόρατο και άφατο αγαθό. Ο Θεός είναι αιώνιος και μη δημιουργημένος. Ο άνθρωπος είναι θνητός, αν και είναι πάντα ζωντανός.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Η νόηση είναι το αόρατο αγαθό. Η ψυχή είναι η κίνηση η επαρκής και απαραίτητη για κάθε σώμα. Το σώμα προκύπτει από τέσσερις ιδιότητες και είναι μια μοναδική σύνθεση του θέρμου, του ψυχρού, του ξηρού και του υγρού, τα οποία είναι αναμεμιγμένα με τρόπο αρμονικό. Το θερμό ισοδυναμεί με τη φωτιά, το ψυχρό με τον αέρα, το ξηρό με την γη, το υγρό με το νερό.[8] Η πνοή είναι το σώμα της ψυχής, δηλαδή το στήριγμα της ψυχής.[9]
Ο ουρανός είναι ένα σώμα αιώνιο, αναλλοίωτο, ανάλλαχτο, ένα μείγμα ψυχής και νόησης.
Ο αέρας είναι ο διαχωρισμός του ουρανού από τη γη ή η ένωση του ουρανού με τη γη. Τι είναι τελικά ο αέρας; Ο αέρας προσδιορίζεται ως μεσάζων ανάμεσα στον ουρανό και τη γη, μέσω του οποίου δεν διαχωρίζονται ο ένας από την άλλη, διότι ο ουρανός και η γη ενώνονται μέσω του αέρα.
Η γη είναι το στήριγμα του κόσμου, το θεμέλιο των στοιχείων, η τροφός των ανθρώπων, ο υποδοχέας των νεκρών, καθόσον είναι η έσχατη μετά από τη φωτιά και το νερό, αφού έγινε αυτό που είναι μετά την φωτιά και το νερό.[10]
Για ποιο πράγμα είναι ικανός ο κόσμος; Για να διατηρεί αιωνίως τους αθάνατους έτσι όπως ήρθαν στην ύπαρξη, αλλά και για να αλλάζουν διαρκώς οι θνητοί.
Το νερό είναι μια ουσία γόνιμη, το στήριγμα της γης στο βαθμό που της δίνει θρεπτικά συστατικά.
Η φωτιά είναι μια ουσία άγονη, κάνει να διαρκούν τα αθάνατα σώματα και να καταστρέφονται τα θνητά. Είναι ουσία άγονη στο βαθμό που αποτελεί μέρος της φωτιάς η οποία φθείρει τα πράγματα και τα καθιστά άφαντα. Αποτελεί τη δύναμη που κάνει τους αθάνατους να διαρκούν, επειδή είναι αθάνατο και άφθαρτο αυτό που δεν αναλώνεται μέσα στη φωτιά, ενώ το θνητό φθείρεται μέσα στη φωτιά.[11]
Το φως είναι ένα θέαμα αγαθό και καθαρό, η φανέρωση όλων των ορατών πραγμάτων. Η ουσία της φωτιάς αντίθετα είναι καυτή. Άλλο πράγμα είναι η φωτιά και άλλο πράγμα το φως, επειδή αυτό το οποίο δοκιμάζεται στη φωτιά φθείρεται, ενώ αυτό το οποίο λούζεται στο φως εμφανίζεται τέτοιο όπως είναι καθαυτό.[12]
Αυτό το οποίο το κινεί η ψυχή, η νόηση το καταλαβαίνει, ενώ η πνοή, όντας μια βέβαιη λειτουργία, το κάνει να λειτουργεί.[13]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Τίποτα δεν υπάρχει που να μην κατοικείται από τον Θεό, επειδή εκεί όπου είναι ο ουρανός εκεί είναι επίσης και ο Θεός και εκεί που είναι ο κόσμος είναι επίσης και ο ουρανός.[14] Συνεπώς προκύπτει ότι ο Θεός είναι στον ουρανό και ο ουρανός στον κόσμο.
Πολλοί τόποι είναι ακατοίκητοι από τους ανθρώπους, επειδή εκεί που υπάρχει ο κόσμος υπάρχει επίσης και η γη, αλλά ο άνθρωπος δεν υπάρχει σε όλη τη γη. Η θάλασσα είναι μεγάλη, το ίδιο και η γη, αλλά ο ουρανός από μόνος του είναι ίσος και με τη θάλασσα και με τη γη. [Εδώ θέλει να μας πει ότι στο μέγεθος ο ουρανός είναι ίσος και με την γη και με τη θάλασσα, εάν κάνεις προσθέσει μαζί το μέγεθος και των δύο, επειδή ο ουρανός, έχοντας τα πάντα εντός του, τα περικλείει και τα περιέχει κλεισμένα στο εσωτερικό του.][15]
Ο ουρανός είναι πιο μεγάλος από όλα και από μόνος του είναι πιο μεγάλος από τη γη και τη θάλασσα, επειδή ο ίδιος είναι πάνω και από τις δυο. Όμως η γη είναι πιο μεγάλη από τη θάλασσα, επειδή η θάλασσα προέρχεται από τη γη. Το σύνολο εμπεριέχεται στον ουρανό, επειδή αυτός περιλαμβάνει τα υπέρτερα πράγματα, ενώ τα κατώτερα πράγματα τα έχει εντός του και τα περικλείει από όλες τις μεριές.
Θεός, αγαθό υπέρτερο από όλα τα νοητά.
Θεός, πατέρας των νοητών.
Ο ουρανός, δημιουργός του σώματος.
Το μετρό της μεγαλοσύνης του φωτός του ήλιου είναι η γη και η θάλασσα. Το μέτρο της μεγαλοσύνης του ουρανού είναι ο κόσμος. Το μέτρο της μεγαλοσύνης του κόσμου είναι ο Θεός.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Τα όντα που κατοικούν στον ουρανό έχουν λάβει την ύπαρξή τους από τη φωτιά και τον αέρα, ενώ εκείνα που βρίσκονται στη γη έλαβαν την ύπαρξή τους από τα τέσσερα στοιχεία.
Ο άνθρωπος είναι ένα ον με λογική, επειδή διαθέτει νόηση.[16] Όλα τα άλλα ζωντανά όντα που είναι προικισμένα με κάποια φωνή έχουν πνοή και ψυχή. Στην πραγματικότητα όλα όσα μεγαλώνουν και μικραίνουν είναι ζωντανά.
Ανάμεσα στα ζωντανά όντα είναι ορισμένα τα οποία είναι αθάνατα και έμψυχα. Άλλα έχουν νόηση, ψυχή και πνοή. Ορισμένα έχουν μόνο πνοή, ορισμένα έχουν ψυχή και πνοή, ορισμένα μόνο ζωή. Η ζωή μπορεί να αποκτήσει συνοχή δίχως πνοή, νόηση, ψυχή και αθανασία, ενώ αντίθετα όλα τα άλλα όντα δίχως τη ζωή δεν μπορούν να υπάρξουν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
Ο (έμφρων) λόγος είναι ο υπηρέτης της νόησης, επειδή αυτό το οποίο επιθυμεί η νόηση το ερμηνεύει ο λόγος.[17] Η νόηση βλέπει τα πάντα, ενώ τα μάτια βλέπουν όλα τα υλικά πράγματα. Όμως δεν είναι η νόηση η οποία κάνει παρατηρήσεις για λογαριασμό των ματιών, αλλά τα μάτια για λογαριασμό της νόησης.
Τίποτα δεν είναι απρόσιτο για τη νόηση. Τίποτα δεν είναι ανέκφραστο για τον λόγο. Διατηρώντας τη σιωπή, κατανοεί. Μιλώντας, απλώς μιλά.[18] Η νόηση συλλαμβάνει το λόγο μέσα στη σιωπή, επομένως ο λόγος που προκύπτει από τη σιωπή και τη νόηση είναι σωτήριος. Αντίθετα ο λόγος που προκύπτει από έναν άλλο λόγο είναι καταστροφή. Μολονότι ο άνθρωπος έχει γίνει θνητός εξαιτίας του σώματός του, εντούτοις εξαιτίας του λόγου είναι αθάνατος.
Εκείνος που δεν καταλαβαίνει τον λόγο δεν έχει νόηση. Εκείνος ο οποίος μιλά δίχως νόηση δεν λέει απολύτως τίποτα. Δίχως να καταλαβαίνει τίποτα δεν έχει νόηση και μιλά. Πράγματι, η ομιλία του είναι η ομιλία του όχλου και ο όχλος δεν είναι προικισμένος ούτε με νόηση ούτε με λόγο. Ο ευφυής λόγος είναι ένα δώρο του Θεού, ο λόγος δίχως νόηση είναι μια επινόηση του ανθρώπου. Τίποτα δεν μπορεί να δει τον ουρανό και όλα όσα υπάρχουν εντός του, παρά μόνο ο άνθρωπος. Μόνο ο άνθρωπος έχει νόηση και λόγο.[19]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
Όπως οι θεοί αποτελούν κτήμα του Θεού, ομοίως και ο άνθρωπος. Κτήμα του ανθρώπου είναι ο κόσμος.
Εάν δεν υπήρχε αυτός που βλέπει (= άνθρωπος), δεν θα υπήρχε σίγουρα ούτε αυτός ο ίδιος (= άνθρωπος), ούτε αυτό το οποίο είδε (= κόσμος).[20] Μόνο ο άνθρωπος καταλαβαίνει τα νοητά πράγματα και βλέπει τα ορατά, επειδή δεν του είναι ξένα.
Ο άνθρωπος έχει και τις δύο φύσεις, την θνητή και την αθάνατη. Ο άνθρωπος έχει τις τρεις ουσίες, τη νόηση, την πνοή και την ύλη.
Όπως εξέρχεται από την μήτρα, έτσι θα εξέλθει και από αυτό το σώμα. Όπως δεν θα ξαναμπεί πια μέσα στη μήτρα, έτσι δεν θα ξαναμπεί ποτέ πια σ’ αυτό το υλικό σώμα. Όπως μέσα στη μήτρα δεν κατανοεί τα πράγματα αυτού του κόσμου, έτσι και όταν θα εξέλθει από αυτό το σώμα δεν θα καταλαβαίνει τα όντα που είναι ξένα προς αυτό το σώμα. Όπως βγαίνοντας από τη μήτρα δεν θυμάται πια τίποτα από τα πράγματα μέσα στη μήτρα, έτσι και όταν θα βγει από αυτό το σώμα, θα είναι ακόμη πιο έξοχος.
Τα πράγματα του παρελθόντος τα ακολουθούν τα πράγματα του παρόντος και τα πράγματα του παρόντος τα ακολουθούν εκείνα του μέλλοντος. Όπως το σώμα βγαίνει από την μήτρα, όταν είναι ολοκληρωμένο, έτσι και η ψυχή εξέρχεται από το σώμα, όταν είναι ολοκληρωμένη. Επειδή ένα σώμα, όταν εξέρχεται από την μήτρα ανολοκλήρωτο, μένει ατροφικό και ασχημάτιστo, έτσι και η ψυχή, όταν εξέρχεται από το σώμα δίχως να έχει ολοκληρωθεί, είναι ατελής και χωρίς σώμα. Η ολοκλήρωση της ψυχής είναι η κατανόηση των όντων. Ό,τι θα κάνεις στην ψυχή σου, όταν είναι μέσα στο σώμα, το ίδιο θα κάνει κι εκείνη σ’ εσένα, όταν θα έχει εξέλθει από το σώμα σου.[21]
- Στάσου, ω Τρισμέγιστε!
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
- Λοιπόν, τι είναι ο άνθρωπος;
- Τι άλλο είναι, αν δεν είναι ούτε σώμα ούτε ψυχή;
- Σίγουρα, αγαπητέ μου Ασκληπιέ, αυτό το οποίο δεν είναι ψυχή δεν είναι ούτε και νόηση, ούτε και σώμα. Διότι υπάρχει αυτό το οποίο θα γίνει το σώμα του ανθρώπου και υπάρχουν και εκείνα τα πράγματα τα οποία θα προστεθούν στον άνθρωπο. Τι πρέπει λοιπόν, Ασκληπιέ, να προσδιοριστεί ως αληθινός άνθρωπος και τι είναι ο άνθρωπος; Είναι η αθάνατη μορφή του κάθε ανθρώπου.[22]
Η μορφή του κάθε ζώντος είναι μόνο σε ένα μέρος του κόσμου, ενώ μόνο η μορφή του ανθρώπου είναι συνάμα στον ουρανό, στη γη, στο νερό και στον αέρα. Όπως το σώμα παίρνει σχήμα με τρόπο θαυμαστό μέσα στη μήτρα, με τον ίδιο τρόπο παίρνει σχήμα και η ψυχή μέσα στο σώμα.
Από το σκοτάδι στο φως το σώμα εξέρχεται από τη μήτρα, αλλά η ψυχή εισέρχεται στο σώμα από το φως στο σκοτάδι. Αυτό το οποίο βλέπει για χάρη του σώματος είναι τα μάτια και αυτό το οποίο βλέπει για χάρη της ψυχής είναι η νόηση. Όπως το σώμα, αν δεν έχει μάτια, δεν βλέπει, έτσι και η ψυχή, εάν δεν έχει νόηση, είναι τυφλή. Εάν επιθυμεί κάτι το μωρό μέσα στη μήτρα, το ίδιο πράγμα θα επιθυμεί και η μητέρα του. Ομοίως, οτιδήποτε επιθυμεί η νόηση μέσα στην ψυχή, το ίδιο πράγμα θα επιθυμεί και ο άνθρωπος.[23]
Η ψυχή εισέρχεται στο σώμα κατ’ ανάγκη, αλλά η νόηση εισέρχεται στην ψυχή καταπώς κρίνει. Η ψυχή, όταν είναι έξω από το σώμα, δεν έχει καμία ιδιότητα, ούτε ποσότητα. Μόλις θα βρεθεί μέσα στο σώμα, αποκτά την ιδιότητα και την ποσότητα, το καλό και το κακό, επειδή είναι η ύλη που τα δημιουργεί.[24]
Ο Θεός υπάρχει εντός του εαυτού του.
Ο κόσμος υπάρχει μέσα στον Θεό.
Ο άνθρωπος υπάρχει μέσα στον κόσμο.
Η έλλειψη του ανθρώπου είναι η άγνοιά του, η πληρότητά του είναι η γνώση του Θεού. [Λέει ότι το κακό είναι η άγνοια και ότι το καλό προέρχεται από τη γνώση.]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8
Για κάθε ον είναι αδύνατο να κατέχει μια δύναμη ανώτερη από αυτήν που του αρμόζει.
Φύση είναι όλα τα όντα αυτού του κόσμου.[25] Υπάρχει ένας νόμος που υπερέχει της μοίρας στον ουρανό.[26] Υπάρχει μια μοίρα που ήρθε στην ύπαρξη σύμφωνα με μια δίκαιη αναγκαιότητα.[27] Υπάρχει ένας νόμος που ήρθε στην ύπαρξη σύμφωνα με την αναγκαιότητα των ανθρώπων.[28] Υπάρχει ένας θεός που ήρθε στην ύπαρξη σύμφωνα με την αντίληψη των ανθρώπων.[29]
Τα θεϊκά σώματα δεν έχουν τις διόδους των αισθήσεων, επειδή διαθέτουν εντός τους τις αισθήσεις τους και όντως αυτά τα ίδια είναι οι αισθήσεις τους.[30]
Αυτό το οποίο πράττει ο Θεός δεν το πράττει ο άνθρωπος και ό,τι πράττει ο Θεός το κάνει για τον άνθρωπο, αλλά αυτό το οποίο κάνει ο άνθρωπος το κάνει για την ψυχή του.
Αυτοί οι οποίοι λατρεύουν τα αγάλματα λατρεύουν τις εικόνες. Πραγματικά εάν τα λατρεύουν με γνώση, τότε δεν κάνουν λάθος. Αν όμως δεν γνωρίζουν πώς να λατρέψουν, τότε είναι έξω από τα όρια της ευσέβειας.[31]
Ο άνθρωπος είναι ικανός να σκοτώσει, ενώ ο Θεός να δώσει τη ζωή.
Το σώμα μεγαλώνει και ολοκληρώνεται κατά τη φύση του, ενώ η ψυχή γεμίζει από τη νόηση. Κάθε άνθρωπος έχει ένα σώμα και μια ψυχή, ωστόσο δεν έχει κάθε ψυχή και νόηση. Υπάρχουν δύο τύποι νόησης. Η θεία νόηση και εκείνη που σχετίζεται με την ψυχή. Ωστόσο υπάρχουν ορισμένοι που δεν έχουν εκείνη τη νόηση που σχετίζεται με την ψυχή.
Εκείνος που κατανοεί το σώμα κατανοεί και την ψυχή, εκείνος που κατανοεί την ψυχή κατανοεί και τη νόηση, επειδή το θαυμαστό[32] είναι φυσικό αντικείμενο της θέασης. Και τα δύο θεώνται μεταξύ τους, το ένα μέσω του άλλου.
Η φύση είναι ο καθρέφτης της αλήθειας. Η αλήθεια είναι το σώμα των πραγμάτων που είναι ασώματα και το φως των πραγμάτων που είναι αόρατα. Διδάσκει τους πάντες η γενναιόδωρη φύση αυτού του κόσμου. Εάν τίποτα δεν σου φαίνεται ως κάτι μάταιο, θα καταλάβεις το έργο και τον δημιουργός του. Εάν όλα σου φαίνονται ένα παιχνίδι, θα γίνεις κι ο ίδιος ένα αντικείμενο παιγνίου.[33]
Έχεις τη δύναμη της ελευθερίας, επειδή σου έχει δοθεί ολόκληρη. Κανείς δεν σε παρακολουθεί με μοχθηρά μάτια.[34] Όλα ήρθαν στην ύπαρξη για χάρη σου, αφού μέσω ενός πράγματος ή του παντός μπορείς να κατανοήσεις τον δημιουργό. Εσύ όμως έχεις και την δύναμη της μη κατανόησης, αν το θελήσεις. Έχεις την εξουσία της αμφιβολίας, την δυνατότητα να λαθέψεις και να κατανοήσεις το αντίθετο της αλήθειας. Ο άνθρωπος έχει τόση εξουσία, όση έχουν και οι θεοί. Μόνο ο άνθρωπος είναι ένα ελεύθερο ον, μόνο αυτός έχει την εξουσία του καλού και του κακού.
Δεν έχεις τη δύναμη να γίνεις αθάνατος, επειδή ούτε και αυτό που είναι αθάνατο έχει την δυνατότητα να πεθάνει. Έχεις όμως την δυνατότητα να γίνει Θεός, εάν το θελήσεις, διότι αυτό είναι δυνατό. Γι’ αυτό θέλησε, κατανόησε, πίστεψε, αγάπα. Και τότε θα έχεις γίνει![35]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9
Κάθε άνθρωπος κατανοεί τον Θεό, επειδή εάν είναι άνθρωπος, γνωρίζει επίσης και τον Θεό. Κάθε άνθρωπος, εάν γνωρίζει τον ίδιο τον Θεό, είναι άνθρωπος. Διότι δεν έχει κάθε άνθρωπος νόηση.[36]
Ο άνθρωπος, οι θεοί και όλα τα όντα υπάρχουν εξαιτίας του Θεού και για χάρη του ανθρώπου. Ο Θεός είναι όλα τα πράγματα και τίποτα, ούτε καν η μη ύπαρξη, δεν βρίσκεται έξω από το Θεό, επειδή για τον Θεό δεν υπάρχει κάτι, ούτε καν ένα μόνο πράγμα, που να μην είναι ο ίδιος. Ο άνθρωπος προέρχεται από έναν άλλο άνθρωπο, οι θεοί υπάρχουν εξαιτίας του Θεού.[37]
Ο άνθρωπος υπάρχει για τον Θεό και όλα τα πράγματα υπάρχουν για τον άνθρωπο. Ο Θεός έχει την εξουσία πάνω στον άνθρωπο και ο άνθρωπος πάνω σε όλα τα πράγματα.
Από τα εξωτερικά όργανα γίνονται κατανοητά τα εξωτερικά πράγματα. Ο οφθαλμός βλέπει τα εξωτερικά πράγματα, ενώ η νόηση αυτό που βρίσκεται στο εσωτερικό. Τα εξωτερικά πράγματα δεν θα υπήρχαν, εάν δεν υπήρχαν τα εσωτερικά πράγματα.[38] Οπουδήποτε είναι η νόηση εκεί είναι και το φως και οπουδήποτε είναι το φως εκεί είναι και η νόηση. Επειδή η νόηση είναι φως και το φως νόηση. Όποιος έχει τη νόηση είναι φωτισμένος και όποιος δεν έχει τη νόηση δεν είναι φωτισμένος.[39]
Όποιος γνωρίζει τον Θεό δεν τον φοβάται. Όποιος δεν τον γνωρίζει τον φοβάται. Όποιος δεν γνωρίζει τίποτα για τα όντα φοβάται τα πάντα, αλλά όποιος γνωρίζει τα πάντα γι’ αυτά τα όντα δεν φοβάται κανένα.[40]
Νόσος της ψυχής, η μελαγχολία και η χαρά.
Πάθη της ψυχής, ο πόθος και η γνώμη.[41]
Τα σώματα ως προς την όψη μοιάζουν με τις ψυχές. Τίποτε από όσα είναι καλά δεν είναι απωθητικό, τίποτε από όσα είναι όμορφα δεν είναι μοχθηρό. Όλα είναι ορατά σ’ εκείνον ο οποίος διαθέτει νόηση. Όποιος στοχάζεται με τη νόησή του τον εαυτό του τον κατανοεί και όποιος κατανοεί τον εαυτό του κατανοεί τα πάντα. Τα πάντα είναι μέσα στον άνθρωπο.[42]
Αυτός ο οποίος συμπεριφέρεται καλά απέναντι στο σώμα του συμπεριφέρεται άσχημα προς τον εαυτό του.[43] Όπως το σώμα δίχως την ψυχή είναι νεκρό, έτσι και η ψυχή δίχως τη νόηση είναι αδρανής. Η ψυχή μπαίνοντας μέσα στο σώμα πρέπει να αποκτήσει τη νόηση. Εκείνη η ψυχή που δεν κατέκτησε τη νόηση εξέρχεται από το σώμα όπως ακριβώς μπήκε. Διότι κάθε ψυχή, προτού εισέλθει στο σώμα, δεν διαθέτει νόηση και η νόηση συνδέεται μαζί της μέσα στο σώμα. Έτσι ως επακόλουθο έρχεται στην ύπαρξη μια ψυχή που διαθέτει νόηση.[44] Η ψυχή που εξήλθε από το ανθρώπινο σώμα απέκτησε μια κακή ανάμνηση.[45] Η ψυχή που είναι κρυμμένη μέσα στο σώμα είναι αναγκασμένη ακόμη κι εκεί να θυμάται την ύπαρξή της. Μια μεταβολή είναι αξέχαστη[46] και μια άλλη μεταβολή φέρνει την αμνησία.[47]
Όπου υπάρχει ο άνθρωπος, εκεί υπάρχει και ο Θεός. Ο Θεός δεν φανερώνεται σε κανέναν, παρά μόνο στον άνθρωπο. Για χάρη του ανθρώπου ο Θεός μεταμορφώνεται και γίνεται άνθρωπος.[48] Ο Θεός είναι φίλος του ανθρώπου, ο άνθρωπος είναι φίλος του Θεού. Υπάρχει συγγένεια ανάμεσα στον Θεό και τον άνθρωπο. Ο Θεός ακούει μόνο τον άνθρωπο και ο άνθρωπος μόνο τον Θεό. Ο Θεός είναι άξιος λατρείας, ενώ ο άνθρωπος είναι άξιος θαυμασμού. Ο Θεός δεν φανερώνεται δίχως τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος είναι ποθητός για τον Θεό και ο Θεός για τον άνθρωπο. Διότι ο πόθος δεν προέρχεται από καμιά άλλη μεριά, παρά μόνο από τον άνθρωπο και τον Θεό.
Οι άνθρωποι δουλεύουν τη γη, τα άστρα στολίζουν τον ουρανό. Οι θεοί έχουν τον ουρανό, οι άνθρωποι την γη και τη θάλασσα, αλλά ο αέρας είναι κοινός και για τους θεούς και για τους ανθρώπους.[49]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10
Τι είναι το καλό; Αυτό το οποίο είναι ασύγκριτο. Το καλό δεν είναι φανερό, ενώ το κακό είναι το πλέον φανερό πράγμα.[50]
Τι είναι η γυναίκα; Μια ρευστότητα που υποδέχεται. Τι είναι ο άνδρας; Μια ρευστότητα που σπέρνει.
Η φύση παίρνει όλες τις μορφές μέσα στον άνθρωπο. Είναι μια ενέργεια προικισμένη με κάθε είδους ιδιότητα και μια δυνατότητα προικισμένη με κάθε ποιότητα. Η ενέργεια της φύσης δεν είναι φανερή, μα όλα τα έργα της είναι τα πλέον φανερά. Η ενέργεια είναι μια κίνηση.[51]
Η ύλη είναι μια ουσία υγρή. Το σώμα είναι μια σύμπηξη της ύλης.
Η νόηση είναι μέσα στην ψυχή και η φύση μέσα στο σώμα. Η νόηση είναι ο τεχνίτης της ψυχής και η φύση είναι ο τεχνίτης του σώματος. Δεν διαθέτει κάθε ψυχή και νόηση, αλλά κάθε σώμα έχει και μια φύση.
Η αθάνατη φύση είναι η κίνηση της θνητής φύσης.[52] Όσον αφορά την θνητότητα, η γη είναι ο τάφος της. Όσον αφορά την αθανασία, ο ουρανός είναι ο τόπος της. Το αθάνατο έρχεται στην ύπαρξη μέσω αυτού που είναι αθάνατο, ενώ το θνητό μέσω του αθανάτου.
Το κακό είναι η έλλειψη του καλού. Το καλό είναι καθαυτή η πληρότητα του εαυτού του.[53]
Η ψυχή είναι προορισμένη να γεννηθεί στον κόσμο, αλλά η νόηση είναι ανώτερη από τον κόσμο. Η νόηση είναι αγέννητη. Το ίδιο και η ύλη, που όμως είναι διαιρέτη. Η ψυχή είναι τριμερής και η ύλη έχει τρεις διαστάσεις. Η φύση είναι μέσα στην ψυχή και στην ύλη. Η νόηση είναι μέσα στο Θεό με σκοπό την γέννηση των αθανάτων. [54]
Η πρόνοια και η ανάγκη είναι για τους θνητούς η γέννηση και ο θάνατος. Αντίθετα για τον Θεό είναι η μη γέννηση.[55] Οι αθάνατοι συμφωνούν μεταξύ τους, ενώ οι θνητοί αλληλοφθονούνται, κοιτώντας ο ένας τον άλλον με μάτια μοχθηρά. Αυτό συμβαίνει, επειδή ο φθόνος κακόβουλος διαλύει τη συνοχή εξαιτίας της εκ των προτέρων γνώσης ότι θα έρθει ο θάνατος.[56]
Το αθάνατο κάνει εκείνο το οποίο κάνει πάντα, αλλά το θνητό κάνει εκείνο που δεν έχει κάνει ποτέ. Ο τέλειος θάνατος είναι η αθανασία, ενώ ο ατελής είναι θάνατος.[57]
Υποτίθεται ότι οι θνητοί εξαρτώνται από τους αθάνατους, ωστόσο στην πραγματικότητα οι αθάνατοι είναι επιμελητές των θνητών.
[58][Συνεπώς η ψυχή είναι μια αιώνια, νοερή ουσία που έχει ως σκέψη την ιδιαίτερη λογική της. Όσο είναι μαζί με το σώμα αποκτά και την επίγνωση της αρμονίας,[59] ενώ όταν αποχωρήσει από το φυσικό σώμα, μένει αυτή καθαυτή, όντας μόνη με τον εαυτό της στον νοητό κόσμο. Εξουσιάζει τη λογική της, δίνοντας μια κίνηση όμοια με τη σκέψη της -μια κίνηση που λέγεται ζωή- σ’ αυτό που έρχεται στη ζωή.]
[[ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11
Λοιπόν, αυτά τα τέσσερα στοιχεία βρίσκονται σφαιρικά σε τέσσερις τόπους και το πιο μικρό περιλαμβάνεται πάντοτε μέσα στο πιο μεγάλο. Έτσι η Γη περιλαμβάνεται μέσα στο νερό, το νερό μέσα στον αέρα, ο αέρας μέσα στη φωτιά.[60] Η ανάμιξη αυτών των τεσσάρων στοιχείων μεταξύ τους εμφανίζεται ως εξής: η γη είναι ξηρή και κρύα, το νερό είναι κρύο και υγρό, ο αέρας είναι υγρός και θερμός, η φωτιά είναι θερμή και ξερή.
Επιπλέον το κάθε στοιχείο έχει επίσης άλλες δύο ιδιότητες: η γη είναι πυκνή και ξηρή, το νερό είναι χαλαρό και μαλακό, ο αέρας πυκνός και ευκίνητος, η φωτιά είναι οξεία και λεπτή.
Επιπλέον αυτά τα στοιχεία έχουν και άλλες ιδιότητες: η γη είναι βαριά και ακίνητη, το νερό είναι βαρύ και ευκίνητο, ο αέρας είναι ελαφρύς και ευκίνητος, η φωτιά είναι οξεία και ελαφριά. Αυτά αναμειγνύονται μεταξύ τους με τον ακόλουθο τρόπο: η γη μέσω της ξηρότητάς της με τη φωτιά, ενώ μέσω της ψυχρότητάς της με το νερό. Το νερό μέσω της ψυχρότητάς του ενώνεται με τη γη, ενώ μέσω της υγρότητάς του με τον αέρα. Ο αέρας μέσω της υγρότητάς του ενώνεται με το νερό, ενώ μέσω της θερμότητας του ενώνεται με τη φωτιά.
Ακόμη, αυτά τα στοιχεία ενώνονται μεταξύ τους μέσω της μετατροπής και της αλλαγής κατά τον ακόλουθο τρόπο: η φωτιά είναι θερμή και ξηρή και μέσω της θερμότητάς της ενώνεται με τον αέρα, ενώ μέσω της ξηρότητάς της με τη γη. Ο αέρας είναι πυκνός και ευκίνητος και μέσω της πυκνότητάς του ενώνεται με το νερό, ενώ μέσω της κίνησής του ενώνεται με τη φωτιά. Το νερό είναι βαρύ και ευκίνητο και μέσω της κινητικότητάς του ενώνεται με τον αέρα, ενώ μέσω της βαρύτητάς του με τη γη. Έτσι βρίσκονται σε συμφωνία μεταξύ τους το βαρύ με το ελαφρύ και το υγρό με το ξηρό, το οξύ με το χαλαρό και το λεπτό με το πυκνό. Αρμονικά συγκρατούν το ένα το άλλο, όπως δυο άνθρωποι που ο ένας βρίσκεται κάτω και ο άλλος επάνω και δίνοντας τα χέρια αλληλοσυγκρατούνται.
Η φωτιά μέσω της ελαφρότητάς της και της οξύτητάς της έχει υπερνικήσει την βαρύτητα και την ακινησία της γης, ενώ ο αέρας με την θερμότητά του έχει υπερνικήσει το κρύο και το νερό με την υγρότητά του έχει υπερνικήσει την ξηρότητα της γης. Λοιπόν, αυτά τα τέσσερα στοιχεία δεν μπορούν να γίνουν ένα σώμα ή να λειτουργήσουν δίχως την ιδιαίτερη ιδιότητά τους. Και οι ιδιότητές τους δεν είναι σαν τις άλλες ιδιότητες, όπως το μαύρο και το άσπρο, αλλά αποτελούν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτών των στοιχείων, διότι το μαύρο και το άσπρο δεν χαρακτηρίζουν το εσώτερο σώμα με τον τρόπο που το χαρακτηρίζουν η θερμότητα, η ψυχρότητα και τα υπόλοιπα.
Γι’ αυτό και ο Πλάτωνας[61] έχει πει ότι τρία στοιχεία μεταμορφώνονται το ένα στο άλλο, η φωτιά, το νερό και ο αέρας, και ότι η γη παραμένει αμετάβλητη, επειδή είναι περισσότερο ακίνητη από τα υπόλοιπα στοιχεία. Ο Αριστοτέλης μίλησε για ένα πέμπτο στοιχείο, με αποτέλεσμα να υπάρχουν η φωτιά, το νερό, η γη, ο αέρας και ο αιθέρας, λέγοντας ότι αυτός ο αιθέρας είναι διαφορετικός από τα τέσσερα στοιχεία, αφού αποτελεί στην κατοικία των θεών. Πολλοί έχουν αποδεχτεί αυτόν τον αιθέρα ως το πέμπτο από τα στοιχεία, το οποίο Αριστοτέλης αποκαλεί «αιθέρα που περικλείει τα πάντα».]]
[© ΣΤΑΥΡΟΣ ΓΚΙΡΓΚΕΝΗΣ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 29-10-2016]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Θεός, ουρανός, άνθρωπος.
[2] Ο άνθρωπος στην τελειότητά του είναι εικόνα του Θεού ή ο ίδιος ο Θεός. Πβ. τον τίτλο της 16ης ερμητικής πραγματείας, Περὶ τοῦ κατ’ εἰκόνα ἀνθρώπου.
[3] Εδώ έχουμε άλλη ομαδοποίηση των κόσμων: ουρανός και άνθρωπος είναι οι αισθητοί κόσμοι, ενώ ο Θεός είναι ο νοητός.
[4] Μορφή = άνθρωπος. Πληρότητα = Θεός. Ο όρος «πληρότητα» θυμίζει το «πλήρωμα», δηλαδή το θεϊκό στοιχείο στην πρωταρχική αδιαίρετη και αδιάσπαστη ενότητά του.
[5] Ο ουρανός και ο άνθρωπος.
[6] Πβ. την ερμητική πραγματεία 10.10, όπου ο υλικός κόσμος αποκαλείται ὑλικός Θεός.
[7] Ο Θεός είναι Νους, κάτι που τονίζεται ιδιαίτερα στον Ποιμάνδρη, την σημαντικότερη ίσως ερμητική πραγματεία, και η κυριότερη ιδιότητα του νου είναι η νόηση, δηλαδή το σκέπτεσθαι.
[8] Εδώ ο συγγραφέας της ερμητικής πραγματείας φαίνεται να έχει υπόψη του προπάντων το τυπικό σχήμα της αρχαίας ιατρικής γραμματείας, σύμφωνα με το οποίο τα σύνθετα σώματα δεν αποτελούνται μόνο από τα τέσσερα στοιχεία, δηλαδή τα τέσσερα πρώτα σώματα, αλλά και από τις ιδιότητές τους, που είναι ακριβώς το θερμό, το ξηρό, το ψυχρό και το υγρό. Αυτή η θεωρία ανευρίσκεται προπάντων στην Στωική Σχολή. Βλ. Διογένης ο Λαέρτιος 7.137.
[9] Αλλού στην ερμητική γραμματεία η πνοή είναι ιδιότητα του σώματος.
[10] Η γη είναι το τέταρτο στοιχείο και τοποθετείται στο κατώτατο σημείο του σύμπαντος. Είναι η έδρα του κακού σύμφωνα με την ερμητική πραγματεία 9.4.
[11] Η λειτουργία της φωτιάς σε αυτή την παράγραφο πλησιάζει πολύ εκείνη του πέμπτου στοιχείου στον Ιάμβλιχο (Περί των Αιγυπτίων μυστηρίων), για τον οποίο είναι ακριβώς η φωτιά, η οποία ελευθερώνει από την ύλη. Γι’ αυτό το λόγο η φωτιά αποτελεί το σώμα της νόησης στην ερμητική πραγματεία 10.18.
[12] Εδώ κάνει διάκριση ανάμεσα στην καταστρεπτική δύναμη που έχει η φωτιά πάνω στα θνητά και φθαρτά πράγματα και όντα, και στην λειτουργία του φωτός σε ένα όραμα. Πράγματι στον ερμητικό λόγο 11.7 το κοσμικό όραμα αποκαλύπτει ένα συμπάν αποτελούμενο από πράγματα, τα οποία είναι πλημμυρισμένα στο φως.
[13] Γι’ αυτήν την ιδιότητα της νόησης, η οποία δέχεται να αξιοποιεί τις κινήσεις της ψυχής, βλέπε τον ερμητικό λόγο 9.1-3. Η πνοή, στο βαθμό που γίνεται εικόνα της διανοητικής λειτουργίας είναι σε θέση να ασκεί κρίση, προικισμένη με τις εντυπώσεις των αισθήσεων.
[14] Σε αρκετούς άλλους ερμητικούς λόγους μπορεί κανείς να διακρίνει μία γενικότερη πανθεϊστική οπτική και ένα πέρασμα από τον Θεό που περιέχει το παν στον Θεό που συμπίπτει με το παν.
[15] Το κείμενο σε αγκύλες αποτελεί παρεμβολή του Αρμένιου μεταφραστή ή αντιγραφέα.
[16] Η δύναμη της νόησης είναι χάρισμα του Πατέρα στον άνθρωπο (ερμητικός λόγος 8.5), αλλά δοσμένο όχι με ίση αναλογία σε όλους τους ανθρώπους (ερμ. λόγ. 4.3-4).
[17] Ο λόγος είναι αδελφός της νόησης στην ερμητική πραγματεία 9.1, αλλά είναι υποταγμένος στη νόηση στην δέκατη παράγραφο της ίδιας πραγματείας.
[18] Ο λόγος που είναι γέννημα της σιωπής εντός της νόησης οδηγεί στην κατανόηση, ενώ ο λόγος που μιλά απλώς για να μιλά δεν έχει καμία απολύτως αξία. Αυτό φαίνεται καλύτερα παρακάτω. Γενικά η σιωπή εκτιμάται πολύ στην ερμητική παράδοση ως πρωταρχικός παράγοντας για να ξεκινήσει κανείς να κατανοεί τη φύση της αλήθειας. Η σιωπή ή σιγή αποτελεί επίσης μία από τις πρώτες υποστάσεις ή ιδιότητες του θεϊκού πληρώματος της γνωστικής παράδοσης.
[19] Ο άνθρωπος που έχει γνώση δεν χάνει τον καιρό του σε μάταιες αναζητήσεις (ερμητικός λόγος 10.9). Ο ευφυής λόγος, σε αντίθεση με την φλυαρία του όχλου, εκφράζει την γνώση η οποία έχει κατακτηθεί από τη νόηση εντός της σιωπής. Βλέπουμε εδώ τη χαρακτηριστική περιφρόνηση της ερμητικής παράδοσης απέναντι στην υποτιθέμενη γνώση των πολλών και την αληθινή γνώση που μεταδίδει ο ίδιος ο Ερμής και οι μαθητές του, αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν ή δεν μπορούν να κατακτήσουν.
[20] Από μια πολύ σημαντική ερμητική πραγματεία, η οποία σώζεται σε λατινική μετάφραση και έχει τον τίτλο Ασκληπιός, πληροφορούμαστε ότι ο κύριος και δημιουργός του παντός, τον οποίο δικαίως μπορούμε να ονομάσουμε Θεό, δημιούργησε έναν δεύτερο θεό, ο οποίος μπορεί να γίνει αντιληπτός μέσω των αισθήσεων. Αυτός ο δεύτερος θεός είναι σύμφωνα με την ίδια πραγματεία ο ήλιος, αλλά από άλλα ερμητικά κείμενα μαθαίνουμε ότι είναι ο κόσμος, ο οποίος εμπίπτει στην αίσθηση της όρασης. Στη συνέχεια ο ύψιστος Θεός θέλησε να δημιουργήσει και ένα δεύτερο πλάσμα, το οποίο θα μπορούσε να δει εκείνο το οποίο είχε δημιουργήσει, δηλαδή τον κόσμο. Έτσι ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο. Η ιδιόμορφη έκφραση «εάν δεν υπήρχε αυτός που βλέπει, δεν θα υπήρχε σίγουρα ούτε αυτός ο ίδιος, ούτε αυτό το οποίο είδε» πρέπει πιθανώς να γίνει αντιληπτή ως εξής: αυτός που βλέπει είναι ο άνθρωπος. Εάν δεν υπήρχε ο άνθρωπος, δεν θα υπήρχε ούτε αυτό το οποίο είδε, δηλαδή ο κόσμος. Κατά κάποιο τρόπο λοιπόν ο κόσμος είναι δημιουργημένος για χάρη του ανθρώπου, γι’ αυτό και λέγεται παραπάνω ότι αποτελεί κτήμα του. Στην ερμητική γραμματεία ακόμη και ο ίδιος ο ύψιστος Θεός επιθυμεί να γίνει ορατός, όχι όμως με τα μάτια του σώματος, αλλά με τη νόηση και με την καρδιά.
[21] Η πιο κοντινή αναλογία βρίσκεται στην ερμητική πραγματεία 10.21, όπου η νόηση έχοντας γίνει δαίμονας και έχοντας περιβληθεί ένα σώμα από φωτιά προσεγγίζει την ασεβή ψυχή και την τιμωρεί.
[22] Εδώ γίνεται διάκριση ανάμεσα στην ιδανική, νοητή, θεϊκή και αθάνατη μορφή του ανθρώπου και τον υλικό άνθρωπο. Μια παρόμοια διάκριση υπάρχει και στον Γνωστικισμό ανάμεσα στην γήινη μορφή του κάθε ανθρώπου και τον θεϊκό του δίδυμο.
[23] Εδώ έχουμε το θέμα της εισόδου της ψυχής στο σώμα που παρουσιάζεται ως ένα είδος εγκλεισμού μέσα στο σκότος. Επίσης έχουμε το θέμα της διαφοράς ανάμεσα στη φυσική όραση του σώματος μέσω των ματιών και της νοητικής όρασης. Το θέμα της «έλλειψης» απαντά και σε άλλα ερμητικά κείμενα και πρόκειται συνήθως για την έλλειψη του Θεού.
[24] Μπορούμε να παραβάλουμε τη φρασεολογία της ερμητικής πραγματείας 11.4, όπου λέγεται ότι ο Θεός υπάρχει μέσα στο νου, ο νους μέσα στην ψυχή και η ψυχή μέσα στην ύλη, καθώς και όσα λέγονται στην πραγματεία 12.13, όπου ο Αγαθοδαίμων υποστηρίζει ότι η ψυχή είναι μέσα στο σώμα, ο νους μέσα στην ψυχή και ο λόγος μέσα στο νου, ενώ ο Θεός είναι ο πατέρας όλων αυτών.
[25] Σε άλλα αρμενικά χειρόγραφα υπάρχει η φράση «κάθε ον αυτού του κόσμου έχει τη δική του φύση».
[26] Η μοίρα, η πρόνοια και η αναγκαιότητα ορίζουν την θεϊκή τάξη, αλλά ο ύψιστος Θεός υπερέχει όλων αυτών και υπόκειται μόνο στον δικό του Νόμο.
[27] Κάθε άνθρωπος υπόκειται στον περιορισμό της μοίρας, από τον οποίον δεν μπορεί να ξεφύγει κανείς, ούτε καν αυτοί οι οποίοι είναι προικισμένοι με λόγο. Βλ. CH 12.7. Η αναγκαιότητα της μοίρας είναι δίκαιη, επειδή και αφορά όλους τους ανθρώπους χωρίς να εξαιρεί κανέναν, αλλά και επειδή έχει οριστεί από τον δίκαιο ύψιστο Θεό.
[28] Οι άνθρωποι έχουν ορίσει τους δικούς τους νόμους, οι οποίοι ως αποτέλεσμα των δοξασιών τους είναι αμφίβολης αξίας. Έτσι έχουν εγκαταλείψει την αληθινή δικαιοσύνη που ταιριάζει στην αιώνια ψυχή, την ντυμένη όχι με το υλικό σώμα, αλλά με το σώμα του πνεύματος. Αυτή η αληθινή δικαιοσύνη, η Δίκη, αντιστοιχεί στην πρόνοια και την αναγκαιότητα που ορίζει την θεϊκή τάξη στους ουρανούς. Βλ. απόσπασμα Στοβαίου 7.1 και HO III.1.
[29] Πρόκειται για μια ψευδή ανθρώπινη δοξασία και όχι για τον αληθινό Θεό. Όπως ήδη είχε επισημάνει ο Ξενοφώντας ο Κολοφώνιος, τα βόδια, τα λιοντάρια και τα άλογα, εάν είχανε χέρια και μπορούσαν να ζωγραφίσουν, θα έφτιαχνε τους θεούς σύμφωνα με την δική τους μορφή, ενώ Αριστοτέλης βεβαίωνε πως το γεγονός ότι οι άνθρωποι φαντάζονται τον Θεό ως βασιλιά είναι επειδή στο παρελθόν όλοι οι άνθρωποι εξουσιάζονταν από βασιλιάδες και επομένως απέδωσαν στο Θεό τις ιδιότητες των βασιλέων τους.
[30] Σύμφωνα με το χωρίο μας τα αθάνατα σώματα δεν έχουν τις αισθητικές διόδους που διαθέτουν τα θνητά (π.χ. αυτιά, μύτη), ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι στερούνται αισθήσεων, καθώς διαθέτουν τον δικό τους τρόπο αίσθησης εντός τους. Στην ερμητική πραγματεία 9.9 θεωρείται βλασφημία να πιστεύει κανείς ότι ο Θεός στερείται αισθήσεων, αφού τα πάντα γίνονται στον κόσμο μέσω του Θεού και από τον Θεό. Η αίσθηση του Θεού είναι σε τελική ανάλυση η αιώνια κίνηση που δίνει στα πράγματα.
[31] Εδώ φαίνεται να προδιαγράφεται το κύριο επιχείρημα του Ιωάννη του Δαμασκηνού υπέρ των εικόνων στην πολύ μεταγενέστερη διαμάχη της εικονομαχίας: όσοι λατρεύουν τις εικόνες λατρεύουν τις μορφές οι οποίες εικονίζονται πάνω σε αυτές και όχι καθαυτές τις εικόνες. Ειδάλλως η λατρεία των εικόνων μετατρέπεται σε ειδωλολατρία και βγαίνει από τα όρια της ευσέβειας. Ομοίως, σύμφωνα με τον συντάκτη της πραγματείας μας, όσοι λατρεύουν τα αγάλματα λατρεύουν τις θεότητες που απεικονίζουν. Εάν δεν το κάνουν αυτό, τότε είναι ασεβείς.
[32] Θαυμαστό είναι η ψυχή και η νόηση.
[33] Μέσω του φυσικού κόσμου κατανοεί κανείς τον νοητό. Πραγματικός σκοπός του ανθρώπου είναι η κατανόηση του νοητού κόσμου, όπου τα πάντα είναι λουσμένα στο φως της αλήθειας. Όποιος παίρνει στα σοβαρά αυτή την αποστολή θα αναγνωρίσει την αλήθεια και τον δημιουργό του κόσμου που είναι ο Θεός.
[34] Αναφορά στην αγαθότητα του Θεού.
[35] Αποτελεί συνηθισμένο μοτίβο της ερμητικής γραμματείας ότι οι άνθρωποι είναι θνητοί θεοί, ενώ οι θεοί είναι αθάνατοι άνθρωποι. Η άνοδος του ανθρώπου εξαρτάται προπάντων από τη δική του θέληση να κατανοήσει τον εαυτό του και τον προορισμό του. Προκειμένου να κατανοήσει αυτά τα πράγματα πρέπει όμως πρώτα από όλα να αγαπήσει τον εαυτό του. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα κατακτήσει τη νόηση και θα γίνει θεότητα, όπως ο Ερμής.
[36] Όπως ειπώθηκε και παραπάνω, ενώ όλοι οι άνθρωποι διαθέτουν λόγο, δεν διαθέτουν όλοι οι άνθρωποι νόηση. Ο ολοκληρωμένος άνθρωπος, αυτός που πραγματικά αξίζει να λέγεται άνθρωπος, είναι εκείνος ο οποίος, έχοντας δημιουργηθεί ως κόσμημα του σύμπαντος, έχει γίνει θεατής του έργου του Θεού, το έχει θαυμάσει και κατανόησε τον δημιουργό αυτού του έργου. Βλέπε και ερμητική πραγματεία 4.2.
[37] Ο άνθρωπος εμφανίζεται ως αποδέκτης της δημιουργίας, όπως φαίνεται και παρακάτω στο κείμενο, ενώ σύμφωνα με την ερμητική πραγματεία 3.3 ένας από τους πολλούς λόγους για τους οποίους ο άνθρωπος δημιουργήθηκε είναι για να κυριαρχεί σε όλα όσα βρίσκονται κάτω από τον ουρανό. Στην ερμητική πραγματεία 10.22 μόνο τα όντα δίχως λογική είναι κάτω από τον άνθρωπο, ο οποίος με τη σειρά του είναι κάτω από τον κόσμο και ο κόσμος κάτω από τον Θεό στην ιεραρχική κλίμακα των όντων. Όπως ο άνθρωπος φροντίζει τα άλογα ζώα, ομοίως και οι θεοί έχουν την επιμέλεια των ανθρώπων, ενώ ο Θεός την επιμέλεια των πάντων. Στον Ασκληπιό (10) ο άνθρωπος έχει την εξουσία του κόσμου μαζί με τον Θεό, ενώ σύμφωνα με άλλο ερμητικό απόσπασμα ο κόσμος υπάρχει για τον άνθρωπο και ο άνθρωπος για τον Θεό. Τέλος, στην ερμητική πραγματεία 5.9 διαβάζουμε ότι ο Θεός είναι τα πάντα, και αυτά που υπάρχουν και αυτά που δεν υπάρχουν.
[38] Η φράση υπονοεί την ανωτερότητα και την προτεραιότητα του νοητού έναντι του υλικού. Το πλέον κοντινό παράλληλο φαίνεται να αποτελεί ένα ερμητικό απόσπασμα, όπου λέγεται ότι τα υλικά σώματα γίνονται αντιληπτά από τα μάτια μας και η γλώσσα μας μπορεί να εκφράσει τα ορατά. Το ασώματο, το αφανές, το ασχημάτιστα και άυλο δεν υπόκειται στην αντίληψη των αισθήσεών μας. Μόνο μέσω της νόησης γίνεται καταληπτό αυτό το οποίο είναι αδύνατο να εκφραστεί και αυτό ακριβώς είναι ο Θεός.
[39] Πρόκειται για το μοτίβο της φώτισης ή έλλαμψης, η οποία επιτρέπει να αποκτήσουμε την γνώση του Θεού. Στην ερμητική πραγματεία 5.2 ο Τατ καλείται να πει μια προσευχή, επειδή ο Θεός με την ακτίνα του φωτίζει τη νόηση.
[40] Η ψυχή που είναι θύμα της άγνοιας και προπάντων της άγνοιας του Θεού είναι και θύμα του σώματος και προπαντός του φόβου. Ο φόβος του Θεού, η δεισιδαιμονία, αποτέλεσμα της άγνοιας, οδηγεί επίσης και στην βλασφημία. Βλέπε ερμητική πραγματεία 7.1-3, 10.8, 9.9.
[41] Αλλού στην ερμητική γραμματεία η αρρώστια της ψυχής είναι η άγνοια του Θεού και του εαυτού της. Ακόμη και η ψυχή, σύμφωνα με τη στωική θεώρηση, μπορεί να αποτελεί θύμα των ασθενειών που προκύπτουν από τις αναπαραστάσεις των πραγμάτων, οι οποίες ακριβώς εντυπώνονται στην ψυχή. Αλλού στην ερμητική γραμματεία μαθαίνουμε ότι η λύπη και η χαρά αποτελούν δύο αποτελέσματα των αισθήσεων και των παθών. Δίχως αυτές ζώο έμψυχο και μάλιστα λογικό δεν είναι δυνατόν να αισθανθεί. Όντας σωματικές ανακινούνται από τα άλογα μέρη της ψυχής, γι’ αυτό και είναι βλαπτικές. Στον Ασκληπιό 22 μαθαίνουμε ότι οι επιθυμίες, οι πόθοι και τα υπόλοιπα πάθη του νου είναι εγκατεστημένο μέσα στην ανθρώπινη ψυχή.
[42] Η γνώση του εαυτού ισοδυναμεί με την γνώση ότι είναι Θεός.
[43] Στην ερμητική πραγματεία 5.6 διαβάζουμε ότι είναι αδύνατο να σταθεί κανείς ταυτόχρονα κοντά σε αυτό που είναι θνητό και σε αυτό που είναι αθάνατο, όπου ως θνητό λογαριάζεται το σώμα με τα θέλγητρα του. Στον Ασκληπιό 12 τα πάθη παραπλανούν την ψυχή με την γλυκύτητα των ηδονών που διαθέτουν.
[44] Όπως είπαμε και παραπάνω, δεν διαθέτουν όλοι οι άνθρωποι ψυχή με νόηση. Η ευσεβής ψυχή, όταν αποσπαστεί από το σώμα, γίνεται ολόκληρη μία νόηση, σύμφωνα με την ερμητική πραγματεία 10.19 (ἡ δὲ εὐσεβής… ὅλη νοῦς γίνεται).
[45] Η κακή ανάμνηση είναι η ζωή της μέσα στα πάθη του σώματος. Η ευσεβής ψυχή, όπως είπαμε παραπάνω, καθοδηγείται μετά το θάνατο από τον νου προς το φως και γίνεται όλη νους-φως. Η ασεβής τιμωρείται από τον νου και αναγκάζεται να ψάξει ένα άλλο ανθρώπινο σώμα, για να κρυφτεί.
[46] Η έξοδος από το σώμα.
[47] Πρόκειται για τη λήθη που προκαλεί η είσοδος στο σώμα, αλλά και η μεταβολή, μολονότι η ψυχή σε ένα βαθμό εξακολουθεί να θυμάται ποια είναι, ακόμη και μέσα στο σώμα, όπως είπε αμέσως παραπάνω. Αυτή ακριβώς η δυνατότητα της ψυχής για θύμηση ακόμη και μέσα στο σώμα δίνει στον άνθρωπο την δυνατότητα να αφυπνίσει την ψυχή του και τον εαυτό του στην γνώση.
[48] Στον Ζώσιμο, Περὶ τοῦ ω στοιχείου 7, ο Ερμής μιλώντας για τον γιο του Θεού λέει ότι μπορεί κανείς να τον δει να μεταμορφώνεται στα πάντα για χάρη των οσίων ψυχών και να γίνεται άγγελος, θεός και παθητός άνθρωπος. Γενικά ο άνθρωπος μετέχει στην ίδια ουσία με τον Θεό, είναι συνουσιαστικός.
[49] Σύμφωνα με τον Ασκληπιό 8, ο άνθρωπος εξαιτίας της διπλής του φύσης πρέπει να θαυμάζει και να λατρεύει τα ουράνια πράγματα, να φροντίζει και να κυβερνά τα γήινα πράγματα. Ωστόσο αντίθετα από τους θεούς, οι οποίοι είναι για πάντα περιορισμένοι στα όρια που τους έχουν τεθεί, ο άνθρωπος είναι ικανός να ανεβάσει τον εαυτό του έως τον ουρανό, σύμφωνα με την ερμητική πραγματεία 10.25.
[50] Το καλό και το ωραίο αποτελούν ιδιότητες του Θεού. Στην ερμητική πραγματεία 6.5 το καλό αποκαλείται ασύγκριτο και το αγαθό αμίμητο.
[51] Η φύση παρουσιάζεται ως το σύνολο των μορφών και των ιδιοτήτων. Ως προς αυτό μοιάζει με την επίκληση του Θεού παντόμορφος ή με τον κόσμο που είναι καλά καμωμένος από μια πολλαπλή ποικιλία μορφών σύμφωνα με τον Ασκληπιό 19 και 25.
[52] Στην ερμητική πραγματεία 10.10 η κίνηση της ύλης αποτελεί την γένεση, πᾶσα… ὑλικὴ κίνησις γένεσίς ἐστι.
[53] Στην ερμητική πραγματεία 6.4 ο Θεός είναι η πληρότητα του αγαθού ή αλλιώς το αγαθό είναι η πληρότητα του Θεού.
[54] Η ψυχή είναι αναγκασμένη να ενσαρκωθεί, αλλά έχει τη δυνατότητα να υψωθεί μέσω της νόησης, η οποία είναι ανώτερη από την κοσμική πραγματικότητα, μολονότι δεν μπορούν όλες οι ψυχές να δεχτούν αυτή την καθοδήγηση από τη νόηση. Η τριμερής διαίρεση της ψυχής αποδίδεται παραδοσιακά στους πυθαγόρειους και αντιστοιχεί στις λέξεις νους, θυμός, επιθυμία.
[55] Με την έννοια ότι ο Θεός είναι αγέννητος και απολύτως ακίνητος.
[56] Οι αθάνατοι γνωρίζουν ότι δεν θα πεθάνουν, γι αυτό και βρίσκονται σε απόλυτη αρμονία μεταξύ τους. Αντίθετα οι θνητοί, και ειδικά οι θνητοί οι οποίοι δεν έχουν γνώση, ζηλεύουν ο ένας την ευτυχία του άλλου, επειδή γνωρίζουν ότι η ζωή που τους έχει δοθεί είναι περιορισμένη.
[57] Η φρασεολογία του κειμένου είναι αρκετά σκοτεινή. Ένας τρόπος για να το ερμηνεύσουμε είναι ο εξής: τα αθάνατα σώματα επαναλαμβάνουν διαρκώς τις ίδιες κινήσεις, ενώ τα θνητά σώματα, επειδή έρχονται για πρώτη φορά στην ύπαρξη, κάνουν πράγματα που δεν έχουν ξανακάνει ποτέ. Ο τέλειος θάνατος είναι ο θάνατος του ανθρώπου που έχει αυτογνωσία και γνωρίζει ότι είναι στην πραγματικότητα αθάνατος και ότι η νόηση θα έρθει να καθοδηγήσει την ψυχή του προς το φως. Αντίθετα ο άνθρωπος που έχει ζήσει τη ζωή του τυφλός στην αληθινή πραγματικότητα βιώνει έναν ατελή θάνατο με την έννοια ότι η ψυχή του, μένοντας χωρίς καθοδήγηση από τη νόηση, αναγκάζεται να ενσαρκωθεί και πάλι στην ύλη.
[58] Στο σημείο αυτό ο Αρμένιος μεταφραστής φαίνεται ότι έχει παρεμβάλει την πρώτη παράγραφο του 19ου ερμητικού αποσπάσματος που διασώζει ο Στοβαίος. Ως εκ τούτου μεταφράζω από το αυθεντικό ελληνικό κείμενο: ψυχὴ τοίνυν ἐστὶν ἀίδιος νοητικὴ οὐσία νόημα ἔχουσα τὸν ἑαυτῆς λόγον͵ συνοῦσα δὲ διάνοιαν τῆς ἁρμονίας ἐπισπᾶται͵ ἀπαλλαγεῖσα δὲ τοῦ φυσικοῦ σώματος αὐτὴ καθ΄ αὑτὴν μένει͵ αὐτὴ ἑαυτῆς οὖσα ἐν τῷ νοητῷ κόσμῳ. ἄρχει δὲ τοῦ ἑαυτῆς λόγου͵ φέρουσα ὁμοίαν κίνησιν τῷ ἑαυτῆς νοήματι͵ ὀνόματι ζωήν͵ τῷ εἰς ζωὴν ἐρχομένῳ. Δεν αποκλείεται μάλιστα να ακολουθούσε αρχικά ολόκληρο το 19ο απόσπασμα, το οποίο υποκαταστάθηκε στην αρμενική μετάφραση από το κεφάλαιο 11, το οποίο έχει ως πηγή τον Νεμέσιο.
[59] Πρόκειται προφανώς για την αρμονία που συντονίζει τους ρυθμούς των ουρανίων σφαιρών.
[60] Βλ. Αριστοτέλης, Περί κόσμου 393a1-6: πέντε δὴ στοιχεῖα ταῦτα ἐν πέντε χώραις σφαιρικῶς ἐγκείμενα͵ περιεχομένης ἀεὶ τῆς ἐλάττονος τῇ μείζονιλέγω δὲ γῆς μὲν ἐν ὕδατι͵ ὕδατος δὲ ἐν ἀέρι͵ ἀέρος δὲ ἐν πυρί͵ πυρὸς δὲ ἐν αἰθέριτὸν ὅλον κόσμον συνεστήσατο͵ καὶ τὸ μὲν ἄνω πᾶν θεῶν ἀπέδειξεν οἰκητήριον͵ τὸ κάτω δὲ ἐφημέρων ζῳων.
[61] Τίμαιος 49 Β-Ε, 54 Β-C, 54 Ε-55 C.
Ψηφίδες για την ελληνική γλώσσα
Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία
Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση
Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι
των Β. Κάλφα και Γ. Ζωγραφίδη
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
Ι. ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΛΗ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
1. Σοφία και φιλοσοφία: Θαλής ο Μιλήσιος
1.1. Η «σοφία» και η «φιλοσοφία»
Η λέξη φιλοσοφία, που σημαίνει «αγάπη για τη σοφία, επιδίωξη της σοφίας», εμφανίζεται αρκετά αργά στην αρχαία ελληνική γλώσσα. Απαντά σποραδικά κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. και μόνο την εποχή του Πλάτωνα, στις αρχές του 4ου αιώνα, γίνεται προσπάθεια να καθοριστεί η ακριβής σημασία και το εύρος της εφαρμογής της. Η γενική ωστόσο πεποίθηση, τόσο των αρχαίων όσο και η δική μας, είναι ότι η φιλοσοφία έχει γεννηθεί πολύ νωρίτερα, από τις αρχές ακόμη του 6ου αιώνα. Ο Αριστοτέλης θα αποδώσει τον τίτλο των πρώτων φιλοσόφων σε τρεις στοχαστές από τη Μίλητο, στον Θαλή, στον Αναξίμανδρο και στον Αναξιμένη, και έκτοτε θα τον ακολουθήσουν όλοι οι ιστορικοί της φιλοσοφίας. Στην περιφέρεια του ελληνικού κόσμου, αρχικά στις ιωνικές αποικίες και αργότερα στις ελληνικές πόλεις της νότιας Ιταλίας, θα συντελεστεί η μετάβαση «από τον μύθο στον λόγο», η αντικατάσταση δηλαδή του μυθολογικού τρόπου σκέψης που χαρακτηρίζει την αρχαϊκή ποίηση από τον ορθό λόγο της φιλοσοφίας και της επιστήμης.
Από τον Θεόφραστο, τον μαθητή του Αριστοτέλη, ξεκινά και η διαδεδομένη στον αρχαίο κόσμο πεποίθηση ότι οι τρεις μιλήσιοι φιλόσοφοι συνδέονται ο ένας με τον άλλο με σχέση μαθητείας. Ο Αναξίμανδρος υπήρξε μαθητής του Θαλή και ο Αναξιμένης μαθητής του Αναξίμανδρου.
Αρκετά νωρίς λοιπόν διαμορφώνεται η εικόνα της φιλοσοφίας που θα κυριαρχήσει σε όλη την αρχαία σκέψη: η φιλοσοφία γεννιέται στην Ιωνία του 6ου αιώνα, όταν ένας νέος ορθολογικός τρόπος εξήγησης της φυσικής πραγματικότητας υιοθετείται από μια ομάδα στοχαστών, όταν δημιουργείται μια πρώτη σχολή φιλοσόφων. Η φιλοσοφία είναι στενά συνδεδεμένη με τη διδασκαλία, αναπτύσσεται μέσα από την κοινή αναζήτηση δασκάλου και μαθητή.
Ιδιαίτερος φαίνεται να είναι ο ρόλος του Θαλή του Μιλήσιου σε αυτή τη θεωρητική επανάσταση. Είναι αυτός που, όπως μας λέει ο Αριστοτέλης, «ίδρυσε αυτή τη φιλοσοφία», όταν θεώρησε ότι πίσω από τα συνεχώς μεταβαλλόμενα φαινόμενα υπάρχει μια «αρχή» (μία φύσις, μία οὐσία) «από την οποία συνίστανται όλα τα πράγματα, από την οποία καταρχάς προήλθαν και στην οποία τελικά με τη φθορά τους θα καταλήξουν» (Μετά τα φυσικά Α 983b6-27). Κατά τον Θαλή, η σταθερή, αιώνια και αναλλοίωτη αυτή ουσία είναι το νερό. Αν η μαρτυρία του Αριστοτέλη είναι σωστή, τότε ο Θαλής δικαίως θεωρείται ο πρώτος φιλόσοφος. Η φιλοσοφία γεννιέται όταν στο μυαλό των ανθρώπων δημιουργείται η πεποίθηση ότι πίσω από το φαινομενικό χάος των γεγονότων υπάρχει μια κρυφή τάξη, μια τάξη που προέρχεται από απρόσωπες δυνάμεις. Το νερό του Θαλή είναι μια τέτοια απρόσωπη δύναμη: είναι η πρώτη φιλοσοφική έννοια.
Δυστυχώς τη σκέψη του Θαλή, όπως και όλων των πρώτων φιλοσόφων, τη γνωρίζουμε μόνο από δεύτερο χέρι. Κείμενα του ίδιου του Θαλή δεν έφτασαν ως τα χέρια μας - άλλωστε είναι εντελώς απίθανο να έγραψε οτιδήποτε ο Θαλής, αφού στην εποχή του ελάχιστοι Έλληνες μπορούσαν να διαβάσουν. Έτσι είμαστε αναγκασμένοι να ανασυνθέτουμε τη σκέψη του από πολύ μεταγενέστερες, και όχι πάντοτε αξιόπιστες, πηγές.
Ο Πλάτων, για παράδειγμα, μας μεταφέρει ένα ανέκδοτο όπου ο Θαλής εμφανίζεται ως ο τυπικός αφηρημένος φιλόσοφος: «Λένε ότι κάποτε ο Θαλής κατάφερε να πέσει σε ένα πηγάδι, καθώς προχωρούσε παρατηρώντας τα άστρα και κοιτάζοντας προς τα πάνω· τότε μια ομορφούλα και ξύπνια θρακιώτισα υπηρέτρια τον πείραξε λέγοντάς του ότι επιθυμεί να μάθει τι συμβαίνει στον ουρανό και αγνοεί το τι γίνεται πίσω του και πλάι στα πόδια του» (Θεαίτητος 174a). Σε μια ιστορία πάλι του Αριστοτέλη ο Θαλής προβλέπει από τα άστρα μεγάλη σοδειά ελιάς και καπαρώνει εγκαίρως όλα τα ελαιοτριβεία της Μιλήτου και της Χίου, θέλοντας να αποδείξει σε όσους τον περιφρονούσαν για τη φτώχεια του ότι οι φιλόσοφοι θα μπορούσαν εύκολα να πλουτίσουν αν το ήθελαν, δεν ήταν όμως αυτός ο σκοπός τους (Πολιτικά 1259a9).
Παράλληλα με την εικόνα του πρώτου φιλοσόφου, πλήθος μαρτυριών μάς ζωντανεύουν έναν διαφορετικό Θαλή, προσγειωμένο, πρακτικό και εφευρετικό. Για τους Έλληνες του 5ου αιώνα π.Χ. ο Θαλής είναι σύμβολο επινοητικότητας και πολυπραγμοσύνης, είναι ένας από τους Επτά Σοφούς της αρχαίας Ελλάδας. Δεν μας είναι απολύτως σαφές τι κοινό είχαν οι επτά αυτές προσωπικότητες. Οι περισσότεροι είχαν πολιτική δράση, κάποιοι ήταν νομοθέτες, κάποιοι άλλοι υπήρξαν και ποιητές. Το σίγουρο πάντως είναι ότι από τους επτά μόνο ο Θαλής διεκδικεί τον τίτλο του φιλοσόφου. Ο σοφός προηγείται του φιλοσόφου, όπως η σοφία είναι προγενέστερη της φιλοσοφίας. Ο Όμηρος χαρακτηρίζει «σοφία» την εμπνευσμένη από την Αθηνά τέχνη του ναυπηγού (Ιλιάδα Ο 411) και ο Σόλων την εμπνευσμένη από τις Μούσες ποιητική τέχνη (Ελεγ. 1.52). Στη συνάντηση του Κροίσου με τον Σόλωνα, που μας περιγράφει ο Ηρόδοτος, ο Κροίσος αναρωτιέται ποια είναι η πηγή της σοφίας του Σόλωνα και σπεύδει να τη συνδέσει αμέσως με τα πολλά ταξίδια του και την επιθυμία να δει καινούργια πράγματα (Ιστορίαι 1.30). Η «σοφία» λοιπόν της αρχαϊκής εποχής, η οποία είναι ταυτοχρόνως εμπνευσμένη από τους θεούς πρακτική δεξιότητα, χειρισμός του ποιητικού λόγου και επιτόπια έρευνα (ιστορία), κάποια στιγμή θα οδηγήσει στη «φιλοσοφία». Ο Θαλής φαίνεται να συμβολίζει ακριβώς αυτή τη μετάβαση. Αξίζει λοιπόν να προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα αν πρέπει να κατατάξουμε τον Θαλή στους σοφούς ή στους φιλοσόφους.