skip to main | skip to sidebar
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΘΑΝΑΤΟΥ ΕΣΤΙ
Thursday, June 18, 2009
ΜΕΓΑΛΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ IV
Μεγάλος επιστήμων ήτο ό Εύδοξος ό Κνίδιος, υιός του Αισχίνου.Σπούδασε μαθηματικά στην σχολή του Αρχύτου και ιατρική στην Ακαδημία του Πλάτωνος, με καθηγητές τον Φιληστίονα και Θεομήδοντα. Φιλοσοφία του δίδαξε ο ίδιος ο Πλάτων. Ταξίδεψε στην Αίγυπτο όπου ίδρυσε το «Ευδόξειον αστεροσκοπείον». Αργότερα στην προποντίδα ίδρυσε την ονομαστή σχολή της «Κυζίκου». Σχολή είχε ιδρύσει και στην Αθήνα, αλλά με την προτροπή του Πλάτωνος, έκλεισε την σχολή και ανέλαβε την διδασκαλία των θετικών επιστημών στην Ακαδημία του Πλάτωνος. Στο τέλος της ζωής του, γύρισε στην Κνίδο όπου ίδρυσε αστεροσκοπείο. Είναι ένας απο τους μεγαλύτερους μαθηματικούς και αστρονόμους όλων των εποχών. Κρατήρας στην σελήνη έχει το όνομά του. Τον αναφέρουν οί Διογένης, Ίππαρχος, Κικέρων, Πετρώνιος, Πλούταρχος, Σέξτος, Στράβων, Σούδα και Πτολεμαίος.
Έργα του : Μαθηματικά («Αξίωμα συνέχειας», «Μέθοδος εξαντλήσεως», «Ανάλυσις και σύνθεση στην γεωμετρία», «Δήλιον πρόβλημα», «Αναλογίες», «Θεώρημα χρυσής τομής», «Θεωρία των Ασυμμέτρων αριθμών»), Γεωγραφία-Μετεωρολογία, έργα γιά τά οποία ο Στράβων θεωρεί τον Εύδοξο ως τέταρτο μεγάλο γεωγράφο. Ήταν ο πρώτος που εφάρμοσε μαθηματικά αξιώματα στην γεωγραφία. Αστρονομίκά (στο «Διοσημείαι και Επισημασίαι» παραθέτει παρατηρήσεις καιρού και μελέτη ανέμων. Στο «Γή περίοδος» ασχολείται με το κλίμα στις διάφορες περιοχές της γής και με τις ζώνες της γήινης σφαίρας, που έχουν τα ίδια αστρονομικά δεδομένα, όπως οψη νυκτερινού ουρανού διάρκεια μεγαλύτερης ημέρας καί άλλα. Κατασκεύασε επίσης Ουράνιο σφαίρα. Στο έργο «Φαινόμενα και Ένοπτρον» περιγράφει την θέση των Αστερισμών στην Ουράνια σφαίρα, την ανατολή και τη δύση των. Στην «Σφαιροποιία» επιχειρεί μία μηχανική αναπαράσταση της θεωρίας του Αυτολύκου για την κίνηση των πλανητών. Μέτρησε πρώτος τα μεγέθη και τις αποστάσεις του ηλίου και της σελήνης απο την γή. Στο έργο « Αστρολογούμενα και Γεωμετρούμενα» επενόησε μέθοδο για την μέτρηση των αποστάσεων του ηλίου και της σελήνης. Ο Εύδοξος είναι ο ιδρυτής της ουρανίου μηχανικής. Στο έργο του βασίστηκε ο Αρίσταρχος. Στο έργο του «οκταετηρίς» παραθέτει χρονολογική πραγματεία για την εναρμόνιση του σεληνιακού με το ηλιακό έτος. Ο Εύδοξος εποίησε ημερολόγιο με ηλιακό κύκλο 4 ετών, τρία με 365 ημέρες και ένα με 366 ημέρες. Το ημερολόγιο αυτό, που πρότεινε ο Εύδοξος καθιερώθηκε 300 χρόνια αργότερα απο τον Ιούλιο Καίσαρα, γνωστό ως Ιουλιανό καί στίς μέρες μας ώς «παλαιό». Στην «Θεωρία των ομοκέντρων σφαιρών» δίδει ερμηνεία της φαινομένης τροχιάς των πλανητών με την βοήθεια της «Ιπποπέδου» καμπύλης (σφαιρικού λημνίσκου), που είναι δική του εφεύρεση. Η θεωρία αυτή απετέλεσε την βάση της επιστημονικής αστρονομίας. Έγραψε και σχετικό σύγγραμμα με τίτλο «Περί ταχών». Μελέτησε την κίνηση των επτά πλανητών Ήλιος, Σελήνη, Ερμής, Αφροδίτη, Αρής, Ζέυς, Κρόνος. Το σύστημα του Ευδόξου προκάλεσε τον γενικό θαυμασμό και έγινε αποδεκτό απο τον Αριστοτέλη στο έργο του «Μετά τα φυσικά». Η θεωρία τελειοποιήθηκε απο τον μαθητή του Ευδόξου, Κάλλιπο. Στις εφευρέσεις του Ευδόξου περιλαμβάνονται : Ή «Διόπτρα» είδος θεοδολίχου για μέτρηση αποστάσεων και αστρονομικών παρατηρήσεις. Τελειοποιήθηκε απο τον Ήρωνα. Ή «Αράχνη» χάρτης της ουρανίου σφαίρας.Ό «Αστρολάβος» όργανο μετρήσεως του χρόνου ημέρα και νύχτα. Αργότερα εξελίχθηκε σε αστρονομικό και ναυτιλιακό όργανο. Ό «Πόλος» μέ τόν οποίον παρακολουθούσαν την διαδρομή της ηλίου σκιάς επάνω σε τμήματα κύκλου, όπου είχαν αποτυπωθή αντιστοιχίες με τον ζωδιακό κύκλο. Έτσι έδειχνε την ώρα, την ημέρα και τον μήνα.
• Ασκληπιόδωρος ό μηχανικός, μέ έργο τά τείχη τής Αντιοχείας.
• Δεινόστρατος ό γεωμέτρης, μαθηματικός μέ έργο: τετραγωνισμός κύκλου, υπερβατική καμπύλη καί άλλα.
• Δεξιφάνης ό γεωμέτρης, μέ έργο τό στάδιο καί τόν φάρο τής Αλεξανδρείας.
• Δίδυμος ό Αλεξανδρεύς, ιατρός.
• Διοκλής ό Καρύστιος ιατρός καί εφευρέτης φαρμάκων καί ενός μηχανήματος εξαγωγής βελών, αλλά καί πολλών άλλων.
Αρχύτας ό Ταραντίνος, υιός Μνησαγόρα. Ήτο Πυθαγορικός καί ό άνθρωπος πού γλύτωσε τόν Πλάτωνα από τόν Διονύσιο. Διετέλεσε αρχιστράτηγος εφτά φορές. Ησχολήθη καί μέ τήν μηχανική, όπου εποίησε πτητική μηχανή, τήν πρώτη στήν παγκόσμια ιστορία, μετά τόν Δαίδαλο. Ό Αρχύτας «εποίησεν περιστεράν ξύλινην πετομένη. Πετούσε μέ τήν ενέργεια πεπιεσμένου αέρος, μέ ένα σύστημα σωληνώσεων καί αντλιών, τό οποίο επίεζε αέρα πού έβγαινε από μία βαλβίδα».Όπως μαρτυρούν ο Αριστοτέλης και ο Αριστόξενος, ο Αρχύτας υπήρξε μια σπουδαία φυσιογνωμία της Μεγάλης Ελλάδας. Ως πολιτικός είχε μεγάλη επιρροή, και οι συμπολίτες του τον εξέλεξαν εφτά φορές στρατηγό. Ως φιλόσοφος έδωσε νέα ώθηση στον πυθαγορισμό, κατευθύνοντάς τον με τις μαθηματικές του σπουδές προς τις εφαρμοσμένες επιστήμες.Είχε φιλικές σχέσεις με τον Πλάτωνα –τον έσωσε μάλιστα από βέβαιο θάνατο από τις Συρακούσες, όπου ο τύραννος της πόλης Διονύσιος τον κρατούσε παρά τη θέλησή του. Ο Αρχύτας έστειλε από τον αντικρινό Τάραντα ένα πλοίο γεμάτο στρατιώτες και έναν αγγελιοφόρο, μέσω του οποίου απαίτησε την απελευθέρωση του Πλάτωνα, διαφορετικά θα ξεσπούσε πόλεμος. Ο Διονύσιος θέλοντας να αποφύγει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, λόγω της ισχυρής οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης του Τάραντα, υπάκουσε. Η επίδραση του Αρχύτα και γενικότερα των Πυθαγορείων πάνω στον Πλάτωνα, ήταν μεγάλη. Οι επιδόσεις του στη μαθηματική επιστήμη ήταν αξιόλογες, καθώς και οι ανακαλύψεις του στους τομείς της μηχανικής και της μουσικής. Ουσιαστικά, ο Αρχύτας ήταν ο εφευρέτης του αριθμού ένα, καθόσον μέχρι τότε οι Έλληνες μαθηματικοί θεωρούσαν το ένα ως ύπαρξη και όχι ως έναν αριθμό σαν τους άλλους. Το ένα γι’ αυτούς παρίστανε το ον (το υπάρχον). Ο Αρχύτας θεώρησε το ένα όπως και τους άλλους αριθμούς και όχι σαν κάτι το μοναδικό και διαφορετικό. Προσπάθησε να λύσει το πρόβλημα του διπλασιασμού του κύβου (γνωστό και ως Δήλιο πρόβλημα – βλ. λ.), χρησιμοποιώντας την τομή τριών επιφανειών, ενός κώνου, ενός κυλίνδρου και μιας σπείρας (ή σαμπρέλας –το στερεό που σχηματίζεται από την περιστροφή ενός κύκλου γύρω από μία ευθεία που δεν τον τέμνει, παράλληλη προς μια διάμετρό του–, ένα στερεό που μοιάζει με σαμπρέλα αυτοκινήτου ή λουκουμά). Όρισε τρία είδη ακολουθιών: την αρμονική, τη γεωμετρική και την αριθμητική. Επίσης, ο Αρχύτας υπήρξε ένας από τους πρώτους μηχανικούς της αρχαιότητας: εφάρμοσε ένα μεγάλο μέρος γνωστών προτάσεων από τη Γεωμετρία στη μελέτη των διατάξεων και των συνδέσμων υλικών αντικειμένων. Τοποθετώντας μία έλικα γύρω από ένα μικρό μεταλλικό κύλινδρο, ανακάλυψε τη βίδα, αναντικατάστατο εργαλείο σε κάθε είδους κατασκευές, καθώς συνδέει κομμάτια ξύλου ή μετάλλου πολύ πιο στέρεα απ’ ό,τι τα καρφιά. Θεμελίωσε την επιστημονική μηχανή και κατασκεύασε μάλιστα ένα ξύλινο περιστέρι που πετούσε κουνώντας τα φτερά του, χάρη σ’ ένα μηχανισμό με πεπιεσμένο αέρα κρυμμένο στην κοιλιά του.
Στον τομέα της μουσικής ανακάλυψε ότι όταν ο αυλός έχει μικρό μήκος, βγάζει ψηλό τόνο, ενώ όταν έχει μεγάλο μήκος, βγάζει χαμηλό τόνο. Επίσης, όρισε τρία γένη των μουσικών τόνων: το εναρμόνιο, το χρωματικό και το διατονικό.
• Αγαθαρχίδης ό Κνίδιος, γεωγράφος.
• Αγαθοκλής ό έξ’ατράκτος, πού ησχολείτο μέ τήν ιχθυολογία.
• Αθήναιος ό Ατταλικός, βιολόγος.
• Αιλιανός ό Σοφιστής, γεωπόνος.
Ανδρόνικος ό Κυρρήστης, υιός του Ερμεία, τον Αναφέρουν ο Παυσανίας, ο Βιτρούβιος και ο Ουάρρων.
Κατασκεύασε απο λευκό μάρμαρο Ηλιακόν Ωρολόγιον στην Τήνο, στον ναό του Ποσειδώνος και της Αμφιτρίτης. Απέκτησε μεγάλη φήμη, και γιαυτό τον κάλεσαν στην Αθήνα, όπου και κατασκεύασε το λεγόμενο Ωρολόγιον του Κυρρήστου. Το έργο ήταν απο Πεντελικό μάρμαρο. Μικρό οκτάγωνο με κάθε πλευρά μήκους 3,20μ. Μέσα σ’αυτό λειτουργούσε ωρολόγιο με νερό και στην κορυφή της κωνικής στέγης υπήρχε ορειχάλκινος Τρίτων, που περιστρεφόταν σύμφωνα με τον πνέοντα άνεμο και έδειχνε με ορείχαλκο ραβδί έναν απο τους 8 ανέμους, που απεικονίζονται προσωποποιημένοι στο επάνω μέρος κάθε πλευράς. Οι άνεμοι είναι ανάγλυφοι φτερωτοί άνθρωποι με ιδιαίτερο σύμβολο ο καθένας στα χέρια. Τα ονόματά των είναι χαραγμένα κάτω απο το αντίστοιχο τμήμα του οκταγωνικού γείσου : Βορέας, Σκίρων, Ζέφυρος, Λίψ, Νότος, Εύρος, Απηλιώτης, Καικίας. Ο Ανδρόνικος κατασκεύσε ουράνιες σφαίρες και αστρονομικά όργανα. Ήταν ο εφευρέτης Παραλλαγών και βελτιώσεων.
Αντίπατρος ό Τύριος, αστρονόμος. Στωικος φιλόσοφος μαθητής του Στρατοκλέους και του Αντιδότου, δάσκαλος του Κάτωνος του νεωτέρου.Τον Αναφέρουν ο Βιτρούβιος και ο Διογένης. Θεμελειωτής της αστρολογίας. Στο έργο του «Περί κόσμου» ασχολείται με την επίδραση των 12 ζωδίων, των 5 πλανητών και του ηλίου και σελήνης, στην ανθρώπινη ζωή, σε συνδυασμό με την ημερομηνία συλλήψεως και όχι γεννήσεως. Τον αναφέρουν ο Βιτρούβιος και ο Διογένης.
Αρίσταρχος ό Σάμιος. Ένας απο τους μεγαλύτερους αστρονόμους όλων των αιώνων. Μαθητής του Στράτωνος του Λαμψακηνού. Έζησε στην Αλεξάνδρεια (288-277π.χ.). Είναι ο εισηγητής του «Ηλιοκεντρικού συστήματος» . Διδαξε την περιστροφή της γής γύρω απο τον άξονά της. Ο Αρίσταρχος πρόσθεσε 1/1623 της ημέρας στο ηλιακό έτος, που έχει εκτιμηθή απο τον Κάλλιππο σε 365 ¼ μέρες. Εκτίμησε την διάρκεια του Μεγάλου έτους (σεληνιακός-ηλιακός κύκλος) σε 2434 έτη. Γενικά παραδεκτή άποψη, έως τον 16ο αί. μ.χ. ήταν ότι η γή ήταν το κέντρο του σύμπαντος. Ό Πολωνός Κοπέρνικος (1473-1543) μίλησε πάλι για «ηλιοκεντρικό σύστημα» και το παρουσίασε ως δική του καινοτομία , ενώ είναι φανερό ότι αντέγραψε τον Αρίσταρχο. Ο Αρχιμήδης στο σύγραμμα «ψαμμίτης» και ο Πλούταρχος, αναφέρονται στο Ηλιοκεντρικό σύστημά του. Πρός τιμήν του ονομάζεται σήμερα ένας κρατήρας στην σελήνη. Με το έργο του «Ηλιοκεντρικό σύστημα» θεωρήθηκε απο κάποιους ως ασεβής. Στο έργο του «περί μεγεθών και αποστημάτων» περιγράφει την εργασία του για τον καθορισμό των μεγεθών της σελήνης και του ηλίου και των αποστάσεών των απο την γή. Άλλα έργα του : «περί φωτός και χρωμάτων» και «σκάφη». Είναι ο εφευρέτης ενός βελτιωμένου ηλιακού ωρολογίου.
• Αρχίας ό Κορίνθιος, ναυπηγός τής Συρακουσίας.
• Βωτθαίος ό γεωγράφος.
• Δεινοκράτης ό Ρόδιος, αρχιτέκτων τής Αλεξανδρείας.
• Διονύσιος ό Πολιορκητής, μηχανικός πολεμικών μηχανών.
Αρχιμήδης ό Συρακούσιος. Έργα τού : συγγράμματα περί ελίκων, διαμέτρου Ηλίου, τροχιών, τετραγωνισμού, υδροστατικής πίεσης, περί εφαπτομένων κύκλων, περί αρχών τής γεωμετρίας, περί τριγώνων, αριθμητικά, κεντροβαρικά, κατοπτρικά, σφαιροποίας, περί βαρύτητος κ.α. Επίσης εφεύρε τόν Βαρούκλο, τό πυκνόμετρο, τό αερόμετρο, τόν κοχλία, τό οδόμετρον, τό δρομόμετρον, τό τηλεβόλον, τό υδραυλικό ωρολόγιον, τούς γερανούς, καταπέλτες καί άλλα. Ό μαθηματικός ιστορικός δρ Revier Netz στό αμερικανικό περιοδικό Stanford University γράφει :
«Πώς ό Αρχιμήδης ήταν πολύ μπροστά από τήν εποχή του.
Ό μέγας μαθηματικός εργαζόταν 2.200 χρόνια μπροστά,
πάνω στά κύρια χαρακτηριστικά τού συνδυασμού.
Δηλαδή σέ ένα τομέα τών μαθηματικών πού πήρε πρακτική σημασία
μετά τήν εφεύρεση τών ηλεκτρονικών υπολογιστών».
Μακροσκελές επίσης είναι καί ένα άρθρο τού γερμανικού GEO, Οκτώβριος 2003 πού περιγράφει τήν έρευνα 800 αρχαίων Ελληνικών χειρογράφων καί ειδικότερα τού χειρογράφου τού Αρχιμήδους. Τό «στομάχιον» έργο τού Αρχιμήδους περιέχει μία τεχνική ενός παιχνιδιού. Γιά τήν λύση τού αινίγματος υπάρχουν χιλιάδες δυνατές παραλλαγές καί χρειάστηκαν έξι εβδομάδες γιά νά βρούν τέσσερεις από αυτές οί επιστήμονες (περιοδικό Der Spiegel 20.12.03).
Όταν οί Καρχδόνιοι επήγαν νά τόν σκοτώσουν, εκείνος καθόταν στήν άμμο επιλύοντας σφαιρικά προβλήματα. Μόλις τόν πλησίασαν εκείνος αντί νά τούς ικετέψει νά τόν αφήσουν ζωντανό, τούς είπε: «μή μού τούς κύκλους τάρατε».
Διονυσόδωρος ό Μήλιος, μαθηματικός πού υπελόγισε τήν περίμετρο τής Γής στά 225000στάδια, δηλαδή 42000χλμ. Τό πραγματικό είναι 40000χλμ. Τήν ακτίνα τήν υπολόγισε στά 42000στάδια, δηλαδή 7850χιλ, ενώ τό πραγματικό είναι 6380χλμ. Ή απόκλιση συμβαίνει διότι δέν υπολίσε τό π = 3,14 αλλά μόνο ώς π = 3. Δωρίων ό ιχθολόγος.
Ερατοσθένης ό Κυρηναίος ένας απο τους μεγαλύτερους θετικούς επιστήμονες της αρχαιότητος. Σπούδασε στην Αθήνα με δασκάλους τον Αρίστωνα και τον Αρχεσίλαο.
Έζησε στην Αλεξάνδρεια όπου ήταν διευθυντής της περίφημης βιβλιοθήκης της Αλεξανδρείας την εποχή του Πτολεμαίου του Ευργέτου. Ο μεγάλος Αρχιμήδης τον εκτιμούσε ιδιαίτερα και του αφιέρωσε τα : «περί μηχανικών θεωρημάτων πρός Ερατοσθένη έφοδος», «Βοεικόν πρόβλημα». Κρατήρας στην σελήνη ονομάζεται σήμερα πρός τιμήν του. Τον αναφέρει ο Στοβαίος. Το έργο του : «Απόδειξη της σφαιρικότητος της γής» χρησιμοποίησε μέθοδο που ταυτίζεται με τις σύχρονες αστρονομικές μεθόδους και βασίζεται στις 4 παραδοχές :
Α) Ό ποταμός Συήνης (Άνω Αίγυπτος Ασουάν) βρίσκεται στον τροπικό του Καρκίνου και γνώμων ενός ηλιακού ωρολογίου δεν ρίχνει σκιά κατά το θερινό ηλιοστάσιο.
Β) Ό ποταμός αυτός και η Αλεξάνδρεια έχουν το ίδιο γεωγραφικό μήκος.
Γ) Ή απόσταση μεταξύ δύο σημείων ( μήκος τόξου) εκτιμάται σε 5000 στάδια
(900χλμ).
Δ) Οί ακτίνες του ηλίου είναι παράλληλες. Δέχτηκε την γή ως σφαιρική και γνώριζε ότι η διαφορά του γεωγραφικού πλάτους μεταξύ Αλεξανδρείας και Συήνης είναι ισοδύναμη με την γωνία που σχηματίζουν οι ακτίνες του ηλίου με το ζενίθ το μεσημέρι στην Αλεξάδρεια. Μέτρησε το μήκος μίας κατακόρυφης ράβδου και της σκιάς της και υπελόγισε την σχηματιζομένη γωνία α = 1/50 της περιφερίας του κύκλο. Έτσι το μήκος του ισημερινού εκτιμήθηκε σε 250000στάδια (50Χ5000).Άλλα έργα του είναι : «Καταστερισμοί» περιλαμβάνει αναλυτικό κατάλογο αστέρων, υπολογισμός της πολικής διαμέτρου της γής (με μεγάλη ακρίβεια) της εκλειπτικής και της αποστάσεως ηλιού – γής. «Εκπόνηση νέου χάρτου της γής» βασίστηκε εν μέρει στον Δικαίαρχο. «Γεωγραφικά», «περί της αρχαίας κωμωδίας», « χρονολογικός πίναξ» καλύπτει απο την άλωση της Τροίας. «Κόσκινον του Ερατοσθένους» και «Μεσολάβος».
• Ερμόδωρος ό Σαλαμίνιος από τήν Κύπρο, αρχιτέκτων.
• Ηγήσιπος ό Ταραντίνος, διαιτολόγος.
• Ίππαλος ό Κυβερνήτης, ό οποίος ανακάλυψε τούς Μουσώνες.
• Κλεοπάτρα ή Ζ΄ή Φιλοπάτωρ, ιατρός ή οποία καί έγραψε 24 βιβλία περί ιατρικής.
• Κύρος ό Ιταλικός, ό οποίος έφτιαξε τήν αγορά τού Καίσαρος, αλλά καί τόν οίκο τού Κικέρωνος.
• Παρμενίων ό Μακεδών, αρχιτέκτων τού Σεραπίου.
• Περίττας ό μηχανικός.
• Σώστρατος ό Κνίδιος, αρχιτέκτων τού φάρου τής Αλεξανδρείας, τού κρεμαστού περιπάτου καί διαφόρων διωρύγων τού Νείλου.
• Τιμαίος ό Ταυρομένιος, ιστορικός. Έγραψε γιά τόν Πύρρο καί τά Σικελικά.
• Χάρης ό Λίνδιος, ό αρχιτέκτων τού Κολοσσού τής Ρόδου.
• Χειροκράτης ό Εφέσιος, αρχιτέκτων.
Στράβων ό γεωγράφος. Ό σπουδαιότερος ίσως γεωγράφος τής ιστορίας, μέ πάμπολα έργα : περί Ιβηρίας, Γαλατίας, Βρεττανίας, Άλπεων, Ιταλίας, Περσικού κόλπου, Ινδιών, Αραβίας, Αφρικής. Τά περισσότερα γιά τόν βίο του τά γνωρίζουμε από τόν ίδιον. Πατρίς του ή Αμάσεια τού Πόντου. Έζησε έως τά 90 έτη του. Τά πρώτα γράμματα τά έμαθε είς τήν γραμματική σχολή τού Αριστοδήμου, είς Νύσαν καί υπήρξε οπαδός τού Ζήνωνος. Εταξίδευσε πολύ, διά τούτο συχνά αναφέρει είς τό έργο του: «είδον εγώ». Τό κυριότερο σύγγραμμά του είναι τά ιστορικά υπομνήματα, πού περιλαμβάνει 43 βιβλία. Εθαύμαζε τόν Θουκυδίδην καί αποδίδει μέγιστη σημασία είς τάς πληροφορίας τού Ομήρου καί τού Ησιόδου. Ό Στράβων είναι τόσο ακριβολόγος καί μεθοδικός πού στερείται λυρικού ύφους καί χάριτος. Αθήνιππος ό οφθαλμολόγος, ιατρός. Έγραψε γιά θεραπείες όλων τών νοσών τών οφθαλμών.
Απολλώνιος ο Ρόδιος (295-215 π.Χ.). Επικός ποιητής της αλεξανδρινής περιόδου. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια και μαθήτευσε κοντά στο διάσημο τότε γραμματικό και ποιητή Καλλίμαχο. Γρήγορα όμως ο Καλλίμαχος στράφηκε εναντίον του. Αιτία υπήρξαν τα «Αργοναυτικά», έργο του Απολλώνιου σε 4 βιβλία με 5.835 εξάμετρους στίχους και με υπόθεση την αργοναυτική εκστρατεία και την απόκτηση του χρυσόμαλλου δέρατος. Ο Καλλίμαχος δε συμπαθούσε τις μακρές επικές διηγήσεις και με δική του, όπως φαίνεται, εισήγηση το ποίημα κατακρίθηκε από τους Αλεξανδρινούς. Έτσι ο Απολλώνιος αναγκάστηκε να εκπατριστεί στη Ρόδο.
Τα «Αργοναυτικά» είναι το μόνο έργο του Απολλώνιου που σώθηκε. Το ποίημα έχει επιγραμματική κομψότητα και λαμπρές περιγραφές. Στερείται όμως ενότητας και η γλώσσα του είναι ψυχρή, χωρίς ποιητικό ενθουσιασμό και πλαστικότητα. Γενικά, το ποίημα τον τιμά περισσότερο ως γραμματικό παρά ως ποιητή. Πάντως θαυμάστηκε από τους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους και μεταφράστηκε στα λατινικά. Πιστεύεται ότι ο Απολλώνιος θαυμάστηκε ιδιαίτερα στη Ρόδο όπου ανακηρύχτηκε επίτιμος πολίτης.
Αρίσταρχος ο Σαμόθρακας (περ. 220-144 π.Χ.). Γραμματικός των ελληνιστικών χρόνων. Σπούδασε στην Αλεξάνδρεια και άκμασε στα χρόνια του Πτολεμαίου του Φιλομήτορα. Ήταν μαθητής του Αριστοφάνη του Βυζάντιου και μετά το θάνατο του δασκάλου του ανέλαβε προϊστάμενος της Βιβλιοθήκης και του Μουσείου της Αλεξάνδρειας. Ο Αρίσταρχος θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους γραμματικούς και λόγιους της εποχής του. Εργάστηκε για την αποκατάσταση έργων διαφόρων συγγραφέων, κυρίως του Ομήρου, αλλά και άλλων αρχαίων Ελλήνων ποιητών, όπως ήταν ο Πίνδαρος, ο Αρχίλοχος, ο Αισχύλος, ο Αριστοφάνης κ.ά. Αποκατέστησε κριτικά τα κείμενα και έγραψε υπομνήματα κάθε είδους: φιλολογικά, λογοτεχνικά, φιλοσοφικά, γεωγραφικά και άλλα. Έγραψε επίσης πολλές πραγματείες.
Όταν ανέβηκε στο θρόνο ο Πτολεμαίος ο Φύσκων, ο Αρίσταρχος αναγκάστηκε να καταφύγει στην Κύπρο, όπου και πέθανε. Είχε δύο γιους, τον Αρίσταρχο και τον Αρισταγόρα, γραμματικούς επίσης, αλλά πολύ κατώτερους από τον ίδιο.
Αριστείδης ο Μιλήσιος (2ος αι. π.Χ.). Αρχαίος Έλληνας συγγραφέας, που θεωρείται ο δημιουργός του ερωτικού μυθιστορήματος. Το γνωστότερο έργο του, που περιλάμβανε τουλάχιστον έξι βιβλία, ονομάζεται «Μιλησιακά», γιατί η υπόθεσή του διαδραματίζεται στη Μίλητο. Μεταφράστηκαν στα λατινικά από τον Κορνήλιο Σιζένα και είχαν μεγάλη επιτυχία στη Ρώμη, τόσο που οι απομιμήσεις τους αποτέλεσαν το ξεχωριστό φιλολογικό είδος «milesia».
Ασκληπιάδης ο εκ Βιθυνίας (130-40 π.Χ.). Αρχαίος Έλληνας γιατρός από την Προύσα της Βιθυνίας. Επισκέφτηκε την Αθήνα, όπου παρακολούθησε την επικούρεια διδασκαλία για τη σύσταση του κόσμου από άτομα. Μαθήτευσε κοντά στο διάσημο φαρμακολόγο Κλεόφαντο. Από το 91 π.Χ. έζησε στη Ρώμη, όπου στην αρχή ήταν δάσκαλος της ρητορικής και κατόπιν διάσημος γιατρός. Υπήρξε φίλος του Κικέρωνα. Έχοντας ως βάση τη θεωρία των ατόμων έγινε ο εισηγητής της λεγόμενης μεθοδικής σχολής. Παραδεχόταν ότι κάθε ασθένεια είναι αποτέλεσμα της μη απόλυτης λειτουργίας των μορίων και ότι για την αποκατάσταση της υγείας είναι ανάγκη η λειτουργία αυτή να ξανάρθει στην ομαλή της κατάσταση. Πίστευε ότι αυτό ήταν κατορθωτό χωρίς φάρμακα αλλά με ειδική δίαιτα και με μέσα μηχανικά: μάλαξη, υδροθεραπεία και γενικά με γυμναστική. Υπήρξε αντίπαλος πολλών αντιλήψεων του Ιπποκράτη. Στον Ασκληπιάδη φαίνεται ότι ανήκει το απόφθεγμα «γρήγορα, ακίνδυνα, ευχάριστα», που δηλώνει τον τρόπο σύμφωνα με το οποίο ο γιατρός οφείλει να θεραπεύει τον ασθενή. Έγραψε πλήθος συγγραμμάτων, από τα οποία σώζονται μόνο αποσπάσματα. Τα πιο σημαντικά ήταν τα: «Περί σφυγμών», «Περί αναπνοής», «Περί ψυχής», «Περί περιοδικών πυρετών», «Περί λοιμού», «Περί καρδιακής νόσου», «Περί αλωπεκίας». Πρώτος διέκρινε τις ασθένειες σε χρόνιες και οξείες, τους σπασμούς σε τονικούς και κλονικούς. Πρώτος πρότεινε και υλοποίησε την τραχειοτομία σε περίπτωση επικίνδυνης ασφυξίας. Διέκρινε και θεράπευσε τη νεκροφάνεια και άσκησε με επιδεξιότητα τη χειρουργική.
Αριστοφάνης ο Βυζάντιος (262-185 π.Χ.). Αρχαίος Έλληνας γραμματικός και κριτικός που έζησε στην Αλεξάνδρεια την εποχή του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου, όταν η μεγάλη αιγυπτιακή πόλη ήταν το σημαντικότερο πνευματικό κέντρο του ελληνισμού. Σπούδασε κοντά στο Ζηνόδοτο, τον Καλλίμαχο και τον Ερατοσθένη. Ήταν βαθύς μελετητής της ελληνικής γλώσσας και ευρύτατα μορφωμένος γραμματικός και κριτικός των κειμένων. Σε μεγάλη ηλικία διαδέχτηκε τον Απολλώνιο το Ρόδιο ως προϊστάμενος της περίφημης Βιβλιοθήκης και του Μουσείου της Αλεξάνδρειας.
Οι φιλολογικές του εργασίες είχαν ως αντικείμενο τους αξιόλογους ποιητές και συγγραφείς, ιδιαίτερα όμως τον Όμηρο. Έτσι, θεμελίωσε την επιστημονική γραμματική μελέτη και την αυστηρή κριτική των κειμένων με τρόπο μεθοδικό. Οι εκδόσεις του χαρακτηρίζονται από σπάνια επιμέλεια. Εξέδωσε με σχόλια τον Ησίοδο, τον Αλκαίο, τον Ανακρέοντα, τον Πίνδαρο, το Σοφοκλή, τον Ευριπίδη, τον Αριστοφάνη και το Μένανδρο.
Ήταν επίσης άριστος λεξικογράφος, όπως φαίνεται από τα έργα του «Αττικαί λέξεις», «Λακωνικαί γλώσσαι», «Περί συγγενών ονομάτων». Στη γραμματική σχολή του φοίτησαν ανάμεσα σε άλλους ο Αρίσταρχος ο Σαμόθρακας και ο Αρτεμίδωρος.
Αντίοχος ο Ασκαλωνίτης (2ος-1ος αι. π.Χ.). Ακαδημαϊκός φιλόσοφος που δίδαξε στην Αθήνα τον 1ο αιώνα π.Χ. Γεννήθηκε στην περιοχή της Ασκαλώνας της Ιουδαίας και πέθανε γύρω στο 68 π.Χ. Θεωρείται ιδρυτής και αρχηγός της Νέας (πέμπτης) Ακαδημίας και δάσκαλος πολλών επιφανών Ρωμαίων, όπως ήταν ο Κικέρωνας, ο Λούκουλλος, ο Βρούτος κ.ά. Όπως μαρτυρεί ο Κικέρωνας, ο Αντίοχος πήγε πολύ νέος στην Αθήνα και ήταν μαθητής του Φίλωνα (του οποίου θεωρείται και διάδοχος), του Μνήσαρχου και του Αυγουστίνου. Το 88 π.Χ. πήγε στη Ρώμη με το Φίλωνα και εκεί γνώρισε το Λούκουλλο, με τον οποίο πήγε στην Αλεξάνδρεια. Αργότερα διαφώνησε με το Φίλωνα, υποστηρίζοντας ότι είναι δυνατή η αλήθεια και ότι οι κυριότεροι φιλόσοφοι συμφωνούν σε βασικά θέματα και διαφωνούν μόνο σε δευτερεύοντα. Μ' αυτή την αφετηρία προσπάθησε να συνδυάσει τις θεωρίες των ακαδημαϊκών, των περιπατητικών και των στωικών. Την ίδια μέθοδο ακολούθησε στον τομέα της Ηθικής, όπου προσπάθησε να βρει τη «χρυσή τομή» ανάμεσα στις διδασκαλίες του Ζήνωνα, του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα.
Άκκιος, Λεύκιος (170-86 π.Χ.). Ο μεγαλύτερος τραγικός ποιητής των Ρωμαίων. Καταγόταν από την Ομβρική και ήταν δούλος απελεύθερος στη Ρώμη, όπου έζησε και έδρασε. Έγραψε 45 τραγωδίες, από τις οποίες σώζονται 700 στίχοι. Οι περισσότερες έχουν υπόθεση που βασίζεται σε θέματα από την ελληνική μυθολογία και τον πόλεμο της Τροίας. Εμπνεύστηκε όμως και από τη ρωμαϊκή ιστορία και ζωή και τα έργα του αυτά έχουν πρωτοτυπία και δύναμη, χαρακτηριστικά που έκαναν τους κριτικούς να τον θεωρήσουν ως το μεγαλύτερο Λατίνο τραγικό ποιητή.
Ανδρόνικος ο Ρόδιος (1ος αι. π.Χ.). Περιπατητικός φιλόσοφος. Στο διάστημα 70-50 π.Χ. διεύθυνε την Περιπατητική σχολή της Αθήνας. Έπειτα πήγε στη Ρώμη, όπου έζησε τα υπόλοιπα χρόνια του ασχολούμενος με τη συγκέντρωση, την κατάταξη και το σχολιασμό των έργων του Αριστοτέλη, κυρίως, καθώς και του Θεόφραστου. Είναι ο πρώτος που κατέταξε, ανάλογα με το περιεχόμενό τους, τα έργα του Αριστοτέλη.
Απολλόδωρος ο Κηποτύραννος (2ος αι. π.Χ.). Αθηναίος επικούρειος φιλόσοφος που δίδαξε στη σχολή των Επικούρειων και αναφέρεται ότι συνέγραψε πάνω από 400 βιβλία. Το σπουδαιότερο έργο του είναι το μυθολογικό «Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη».
Αντίπατρος ο Θεσσαλονικεύς (1ος π.Χαι.). Μακεδόνας ποιητής, επιγραμματοποιός. Ο τότε Ρωμαίος διοικητής της Μακεδονίας Καλπούρνιος Πίσων τον εκτιμούσε ιδιαίτερα και, όταν έγινε ύπατος, πήρε στη Ρώμη (15 π.Χ.) και τον Αντίπατρο, ο οποίος εργάστηκε εκεί ως δάσκαλος. Ο Αντίπατρος έγραψε, κυρίως, επιγράμματα με ρεαλιστικό χαρακτήρα, τα οποία αυτοσχεδίαζε, φανερά αντίθετα των έργων των αλεξανδρινών επιγραμματοποιών, τα οποία διακρίνονταν για τη λεπτότητα του ύφους και την επιμέλεια των στίχων. Σώζονται περίπου ογδόντα επιγράμματά του.
Αρτεμίδωρος (1ος αι. π.Χ.). Αρχαίος Έλληνας γεωγράφος, γεννημένος στην Έφεσο. Περιέγραψε σε 11 βιβλία, τα οποία επιγράφονται «Γεωγραφούμενα», τις εντυπώσεις του από τα ταξίδια που έκανε στον Εύξεινο Πόντο, το Αιγαίο, την Ερυθρά θάλασσα και τις ακτές της Ιταλίας, της Ισπανίας και του Ατλαντικού. Αναφορές για τον Αρτεμίδωρο γίνονται από το Στράβωνα, τον Αθήναιο κ.ά. Αποσπάσματα του έργου του διασώζονται σε επιτομή ορισμένων βιβλίων του που έκανε ο Μαρκιανός ο Ηρακλεώτης (5ος αι. π.Χ.).
Άριστος o Ασκαλωνίτης (1ος αι. π.Χ.). Σχολάρχης της Πλατωνικής Ακαδημίας στην Αθήνα. Τη διδασκαλία του παρακολούθησε ο Κικέρωνας το 51-50 π.Χ.
Αθηνόδωρος (1ος αιώνας π.Χ.). Στωικός φιλόσοφος από την Κανά της Κιλικίας, γνωστός και με την προσωνυμία Κανανίτης. Υπήρξε μαθητής του μεγάλου, επίσης στωικού, φιλοσόφου Ποσειδωνίου και χρημάτισε δάσκαλος του Ρωμαίου αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου. Βεβαιωμένο δικό του έργο είναι το «Προς Οκταβίαν». Του αποδίδονται και άλλα ακόμη φιλοσοφικά έργα, χωρίς όμως βεβαιότητα.
• Αλέξανδρος ό Λύχνος, γεωγράφος. Ανατόλιος ό Αλεξανδρεύς, μαθηματικός.
• Αγαθοδαίμων ό Αλεξανδρεύς, χαρτογράφος.
• Απέλλας ό Κυρηναίος, γεωγράφος.
• Αχιλλεύς ό Τάτιος, αστρονόμος μέ έργα του «περί σφαίρας» σχόλια στα «φαινόμενα» του Αράτου. Σώζονται αποσμάσματα. Περιέχει υλικό για τις απόψεις των Στωικών σχετικά με την κοσμολογία και την φυσική, «Ιστορία σύμμικτος».
• Δαμιανός ό Ηλιοδώρου. Έργα του: «περί οπτικής, διαθλάσεως, ανακλάσεως...»κτλ.
• Ερμείας ό Αθηναίος, μαθηματικός.
• Ήρων ό Αλεξανδρεύς, μαθηματικός, φυσικός, μηχανικός, αστρονόμος. Έφτιαξε τήν πρώτη ατμομηχανή, τά πρώτα αυτόματα καί αεροθούμενα, έφτιαξε αστρολάβο, βλητικές μηχανές καί άλλα.
• Ορειβάσιος ό Περγαμεύς, ιατρός.
• Πολύαινος ό Μακεδών, συγγραφέας βιβλίων περί τακτικής πολέμου.
• Πόντιος ό Αλεξανδρεύς, αρχιτέκτων μέ έργο του ναό τού Ποσειδώνος.
• Φιλήμων ό περιηγητής (περίπλους Ιρλανδίας, Γερμανίας...κτλ).
• Ασπασία ή ιατρός, μέ ειδικότητα στήν γυναικολογία.
• Ερμιόνη ή Καισάρια, ιατρός.
• Γαληνός ό Περγαίος, ιατρός. Ησχολήθη μέ τήν φυσικολογία, παθολογία, ανατομική χειρουργική, μαιευτική, εμβρυολογία, θεραπευτική, φαρμακολογία, υγιεινή. Έγραψε επίσης : «περί φλεβών, αρτηριών, νεύρων, σφυγμών, δύσπνοιας, πυρετών» κ.α.
• Κάρπος ό Αντιοχεύς, αστρονόμος.
• Κρίτων ό φαρμακοποιός.
• Κτησιφών ό γεωγράφος.
• Διοσκορίδης ό ιατρός.
• Από τό 138-179μχ, είς τάς Αθήνας βρίσκεται ό Ηρώδης ό Αττικός. Γεννήθηκε έν Μαραθώνι καί είναι εκείνος πού έκτισε τό στάδιον καί ωδείον. Επίσης κατασκεύασε τό έν Δελφοίς στάδιον κ.α.
Οβίδιος Νάσων, Πόπλιος (43 π.Χ.-17 μ.Χ.). Λατίνος ποιητής. Καταγόταν από πλούσια οικογένεια της Σουλμόνας, που φρόντισε να του προσφέρει επιμελημένη μόρφωση στη Ρώμη και σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας. Αφού συμπλήρωσε τις σπουδές του, ο Οβίδιος εγκαταστάθηκε στη Ρώμη, όπου αρχικά ασχολήθηκε με τη δικηγορία και κατέλαβε διάφορες διοικητικές θέσεις. Αργότερα εγκατέλειψε τις θέσεις αυτές για να αφιερωθεί στην ποίηση. Σύχναζε σε κύκλους κοσμικών και διανοουμένων και ήταν φίλος της αυτοκρατορικής οικογένειας. Παράλληλα σύνθεσε τα πρώτα έργα του, που χαρακτηρίζονται από μιαν ελαφρότητα, είναι όμως ενδιαφέροντα και έγιναν δεκτά με μεγάλη εύνοια από τους κοσμικούς κύκλους. Τα έργα αυτά είναι: «Amores» (Έρωτες), μυθιστόρημα σε δίστιχα με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία, «Heroides» (Ηρωίδες), συλλογή φανταστικών επιστολών που έγραψαν διάφορες ηρωίδες στους εραστές τους, «Ars Amatoria» (Τέχνη του έρωτα), όπου περιγράφει διάφορα ερωτικά τεχνάσματα, «Medicamina Faciei Feminae» (Γιατροσόφια για γυναικεία πρόσωπα), συμβουλές για την ομορφιά του γυναικείου προσώπου, και «Μήδεια», τραγωδία που έχει χαθεί και που ανήκει στην προσπάθεια του Οβίδιου να στραφεί στην επική ποίηση.
Σε μια δεύτερη, πιο ώριμη, περίοδο της ζωής και του έργου του (γύρω στα 40 χρόνια του) ανήκουν τα έργα «Metamorphoses» (Μεταμορφώσεις) και «Fasti» (Ημερολόγιο). Στο πρώτο, που είναι το καλύτερο και γνωστότερο από τα έργα του, περιγράφει σε 15 βιβλία τους μύθους της ελληνικής και λατινικής μυθολογίας τους σχετικούς με τις μεταμορφώσεις των ανθρώπων σε διάφορα όντα. Στο δεύτερο περιγράφει σε 6 βιβλία τις θρησκευτικές γιορτές του ρωμαϊκού ημερολογίου για τους πρώτους 6 μήνες. Το έργο του αυτό έμεινε ατελείωτο· προβλέπονταν 6 βιβλία ακόμα για τους επόμενους μήνες.
Το 8 μ.Χ. ο Οβίδιος εξορίστηκε ξαφνικά στους Τόμους (σημερινή Κοστάντσα της Ρουμανίας) του Εύξεινου Πόντου, με την αιτιολογία ότι το έργο του «Ars Amatoria» ήταν πολύ ανήθικο, στην πραγματικότητα όμως για λόγους πιο σοβαρούς –πιθανόν ανάμειξη σε κάποια συνωμοσία–, που μένουν άγνωστοι. Η μεγάλη αυτή αλλαγή στη ζωή του επηρέασε βαθιά και το έργο του. Η πίκρα του και η στέρηση της πολυτέλειας που είχε συνηθίσει, εκφράζονται στα έργα που έγραψε στους Τόμους, στα τελευταία χρόνια της ζωής του: «Tristia» (Άσματα θλιβερά), σε 5 βιβλία με ελεγειακό ύφος, όπου περιγράφει την απελπιστική θέση του και παρακαλεί για τη βελτίωσή της, και «Epistulae ex Ponto» (Επιστολές από τον Πόντο), σε 4 βιβλία με το ίδιο ύφος, που απευθύνει σε ισχυρούς φίλους του στη Ρώμη για να μεσολαβήσουν γι' αυτόν. Ο ποιητής πέθανε στον τόπο της εξορίας του.
Το έργο του Οβίδιου, παρά την έλλειψη πραγματικού συναισθήματος και τη συχνή μίμηση ελληνικών προτύπων, είχε μεγάλη επίδραση στους συγχρόνους του αλλά και στους μεταγενέστερους και γενικά στην παγκόσμια λογοτεχνία.
Οράτιος Φλάκκος, Κόιντος (65-8 π.Χ.). Λατίνος ποιητής. Γεννήθηκε στη Βενουσία, ήταν γιος απελεύθερου και σπούδασε στη Ρώμη. Παρακολούθησε τους Επικούρειους στην Καμπανία και τα μαθήματα του Φιλόδημου. Συνέχισε τις σπουδές στην Αθήνα, όπου όμως στρατεύτηκε στο πλευρό του Βρούτου και πολέμησε στη μάχη των Φιλίππων (42 π.Χ.) με το βαθμό του χιλίαρχου. Επιστρέφοντας στη Ρώμη γνωρίστηκε με το Βιργίλιο και το Μαικήνα, με τους οποίους συνδέθηκε με θερμή και πιστή φιλία. Έγινε επίσης φίλος και προστατευόμενος του Αυγούστου, αλλά αρνήθηκε τα αξιώματα που του προσφέρθηκαν. Πέθανε την ίδια χρονιά με το Βιργίλιο, συγκλονισμένος από το θάνατο του επιστήθιου φίλου του.
Μικρόσωμος και με ευαίσθητη υγεία, ο Οράτιος ήταν προικισμένος με καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία, ευθυμία, λυρική διάθεση και επικούρεια γαλήνη. Ήταν συνετός, με σαρκαστική στάση απέναντι στις χαρές της ζωής, τους πολιτικούς και διανοούμενους της εποχής του. Η λεπτότητα και το πνεύμα του τον έκαναν ίνδαλμα της άρχουσας τάξης στη Ρώμη, αλλά μπόρεσε και διατήρησε την ελευθερία του. Απεχθανόταν κάθε παράλογη πράξη και ρύθμιζε τη ζωή του σύμφωνα με τη λογική και τις υποδείξεις των φιλοσόφων. Η φιλοσοφία του περιέχεται στο στίχο carpe diem, carpe horam (= απόλαυσε την ημέρα, απόλαυσε την ώρα). Δεν ήταν όμως οπαδός του ηδονισμού και πίστευε ότι η ευχαρίστηση πρέπει να ελέγχεται πάντα από τη λογική.
Έγραψε όλα τα είδη της ποίησης, σάτιρες, ωδές, επωδές και επιστολές. Στις «Σάτιρες» φαίνεται ο σατιρικός, ο δηκτικός Οράτιος, που στα γεράματά του φτάνει σε μια γλυκύτητα. Οι «Επωδές» του είναι ποιήματα με προσωπικές επιθέσεις, ύμνους προς την ομόνοια και τη φιλία και αναφορές σε νεανικές ερωτικές αποτυχίες. Στις «Ωδές» εγκωμιάζεται ο Αύγουστος, χωρίς να αποθεώνεται. Οι «Επιστολές» είναι έργο της ωριμότητάς του με ηθικολογική διάθεση.
Ο Οράτιος είναι ο μεγαλύτερος λυρικός ποιητής της ρωμαϊκής λογοτεχνίας. Με τη λιτότητα και την τελειότητα του στίχου του έγινε πρότυπο για τους ουμανιστές της Αναγέννησης.
Απολλώνιος ο Τυανέας (1ος αιώνας). Νεοπυθαγόρειος φιλόσοφος, γνωστός ως μάγος και θεουργός, εκπρόσωπος του θρησκευτικού και φιλοσοφικού συγκρητισμού των πρωτοχριστιανικών χρόνων. Εξαιτίας ονείρου της μητέρας του θεωρήθηκε γιος του μυθικού δαίμονα Πρωτέα. Κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας ζωής του πραγματοποίησε μεγάλα ταξίδια στον τότε γνωστό κόσμο. Αρχικά σπούδασε στην Ταρσό της Κιλικίας και εκπαιδεύτηκε στην πυθαγόρεια ρητορική και φιλοσοφία. Επισκέφτηκε τους μάγους της Βαβυλώνας, τους Ινδούς και Αιθίοπες γυμνοσοφιστές και κατέληξε στη Ρώμη, όπου δημιουργήθηκε ο μύθος της εξαφάνισής του κατά τη διάρκεια ανάκρισής του από τον αυτοκράτορα Δομιτιανό. Είχε φιλικές σχέσεις με τους αυτοκράτορες Τίτο, Βεσπασιανό και Νέρβα. Όπως μαρτυρεί ο Φιλόστρατος, η ζωή του ήταν πολύ λιτή και υπήρξε πολέμιος των άσεμνων εκδηλώσεων που παρατηρούνταν κατά τη διάρκεια θρησκευτικών γιορτών. Σε ώριμη ηλικία επισκέφτηκε την Ελλάδα, όπου δίδαξε τις θεοσοφικές του δοξασίες και απόκτησε μεγάλη φήμη. Συνέβαλε στην εξύψωση των ηθών στην ήδη παρακμασμένη Σπάρτη και μυήθηκε στα Ελευσίνια μυστήρια. Δίδασκε την πίστη στα παλιά είδωλα και η παράδοση του αποδίδει πολλά θαύματα (ανάσταση νεκρού κτλ.). Κατέτασσε τους θεούς σε κλίμακα, υποστηρίζοντας ότι υπάρχει ένας ανώτατος θεός, προς τον οποίο δεν επιτρέπεται η προσφορά θυσιών, και διάφοροι άλλοι κατώτεροι θεοί, προς τους οποίους επιτρέπεται η προσφορά θυσιών. Λατρεύτηκε ο ίδιος ως θεός σε διάφορες περιοχές της ρωμαϊκής επικράτειας.
Αρριανός Φλάβιος (95-;175). Ιστορικός και φιλόσοφος. Γεννήθηκε στη Νικομήδεια της μικρασιατικής Βιθυνίας και καταγόταν από πλούσια και αρχοντική οικογένεια. Υπήρξε ένας από τους πιο μορφωμένους ανθρώπους της εποχής του. Σε νεαρή ηλικία πήγε στη Νικόπολη της Ηπείρου, όπου διατηρούσε φιλοσοφική σχολή ο στωικός φιλόσοφος Επίκτητος. Ο Αρριανός ήταν ένας από τους καλύτερους μαθητές του φιλόσοφου και διακρίθηκε για τη φιλομάθειά του. Αργότερα πήγε στην Αθήνα και φοίτησε στις ρητορικές και φιλοσοφικές σχολές που άκμαζαν εκεί. Στην Αθήνα γνώρισε τον αυτοκράτορα Αδριανό ο οποίος τον τίμησε με την εκτίμηση και τη φιλία του. Ο Αδριανός τον προσκάλεσε στη Ρώμη και εκεί ο Αρριανός έγινε Ρωμαίος πολίτης και πήρε το όνομα της αυτοκρατορικής οικογένειας. Πήρε δηλαδή το επώνυμο Φλάβιος. Κατά το 130 διορίστηκε τοπάρχης της Καππαδοκίας και κράτησε το αξίωμα αυτό για εφτά χρόνια. Έδειξε αξιόλογη διοικητική ικανότητα και ανδρεία στη απόκρουση του σκυθικού λαού των Αλανών. Το 147 επέστρεψε στην Αθήνα, όπου διορίστηκε από τον Αδριανό επώνυμος άρχοντας. Το 171 έγινε πρύτανης της Πανδιονίδας φυλής. Σε βαθιά γεράματα γύρισε στην πατρίδα του Νικομήδεια όπου και πέθανε.
Ο Αρριανός έγραψε ένα μεγάλο πλήθος συγγραμμάτων. Στη συγγραφική του δράση είχε ως πρότυπο τον Ξενοφώντα. Πιο αναλυτικά τα έργα του είναι:
Ιστορικά: 1. «Ανάβαση Αλεξάνδρου». Το έργο διαιρείται σε 7 βιβλία, ακολουθώντας έτσι την «Κύρου Ανάβαση» του Ξενοφώντα. Στο έργο του αυτό εξιστορεί την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου εναντίον των Περσών, αλλά και τη ζωή του. Ως πηγές της ιστορίας του έχει όλα τα παλιότερα συγγράμματα για την ιστορία του Μ. Αλεξάνδρου. Όπως όμως λέει ο ίδιος βασίζεται κυρίως στα συγγράμματα του Πτολεμαίου και του Αριστόβουλου που είχαν παρακολουθήσει την εκστρατεία του Μακεδόνα στρατηλάτη ως στρατηγοί και επιτελείς του. 2. «Ινδική». Ιστορικό σύγγραμμα, όπου περιγράφεται η χώρα των Ινδών, τα ήθη, τα έθιμα, ο χαρακτήρας και τα πολιτεύματά τους. Το έργο αυτό είναι γραμμένο στην ιωνική διάλεκτο κατά μίμηση του Ηροδότου.
Γεωγραφικά: Από τα γεωγραφικά έργα του Αρριανού, τα οποία ήταν αρκετά, σώζεται μόνο ο «Περίπλους του Ευξείνου Πόντου». Σ’ αυτό το έργο ο συγγραφέας περιγράφει τα παράλια του Ευξείνου Πόντου, από την Τραπεζούντα ως το Βυζάντιο, που τα είχε επισκεφθεί ο ίδιος όταν ήταν τοπάρχης της Καππαδοκίας.
Στρατιωτικά: 1. «Τέχνη τακτική». Πραγματεύεται τη στρατιωτική τακτική των ελληνικών πόλεων και των Μακεδόνων. 2. «Ένταξις των Αλανών». Εκθέτει τη διάταξη του ρωμαϊκού στρατού στην εκστρατεία εναντίον των Αλανών.
Φιλοσοφικά: 1. «Επικτήτου διατριβή». Εκθέτει τη διδασκαλία του στωικού φιλοσόφου Επίκτητου. 2. «Επικτήτου εγχειρίδιον». Περίληψη της Διατριβής.
Έγραψε επίσης και τον «Κυνηγετικό», ως συμπλήρωμα του «Κυνηγετικού» του Ξενοφώντα.
Ο Αρριανός έγραψε στη αττική διάλεκτο, ήταν δηλαδή αττικιστής.
Πλούταρχος (περ. 46-120 μ.Χ.). Αρχαίος Έλληνας συγγραφέας. Γεννήθηκε στη Χαιρώνεια της Βοιωτίας από οικογένεια εύπορη και αριστοκρατική. Σπούδασε στην Αθήνα, στην πλατωνική ακαδημία. Για τον ιδρυτή της έτρεφε βαθύ σεβασμό και αυτό φαίνεται παντού στο έργο του, όταν μιλά για εκείνον ή τις ιδέες του. Ταξίδεψε στην Ασία, την Αίγυπτο, την Ιταλία και σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας. Τα λατινικά φαίνεται πως δεν τα έμαθε ποτέ καλά και σ’ αυτό ενδεχομένως οφείλονται και οι περιορισμένες γνώσεις του στη ρωμαϊκή λογοτεχνία. Στη Ρώμη ίσως να συμβουλεύτηκε έγγραφα και αρχεία σχετικά με πρόσωπα που θα βιογραφούσε στους «Βίους Παραλλήλους». Οι σχέσεις του με ισχυρούς Ρωμαίους τού έδιναν αυτή τη δυνατότητα. Χάρη στις σχέσεις του αυτές έγινε Ρωμαίος πολίτης και πιθανότατα σε προχωρημένη ηλικία να τιμήθηκε από τον αυτοκράτορα Τραϊανό με κάποιο πολιτικό αξίωμα.
Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Χαιρώνεια και σ' αυτήν έγραψε τα περισσότερα έργα του. Είχε αρκετούς φίλους που σύχναζαν, φαίνεται, στο σπίτι του και μαζί τους συζητούσε θέματα φιλοσοφικά, αλλά και γενικότερα, καθώς και εντελώς πρακτικά. Έγινε επώνυμος άρχοντας στη γενέτειρά του και ιερέας των Δελφών που δεν απείχαν και πολύ από τη Χαιρώνεια.
Τα έργα του Πλούταρχου διαιρούνται σε δύο ομάδες, στα «Ηθικά» και στους «Βίους Παραλλήλους». Τα «Ηθικά» απαρτίζονται από 83 μικρές και μεγάλες πραγματείες με ηθικό κυρίως περιεχόμενο, αλλά και αρκετές με περιεχόμενο ιστορικό, αρχαιολογικό, παιδαγωγικό, γραμματολογικό κτλ.
Οι «Βίοι Παράλληλοι» είναι μία συλλογή από 50 βιογραφίες σπουδαίων ανδρών, Ελλήνων και Ρωμαίων. Από τις βιογραφίες αυτές οι 23 είναι ζευγάρια, που στο καθένα βιογραφείται ένας Έλληνας και ένας Ρωμαίος, ενώ στο τέλος συγκρίνονται (παραλληλίζονται) –εξαιτίας αυτού του παραλληλισμού, εξάλλου, ονομάστηκαν «Βίοι Παράλληλοι». Οι υπόλοιπες 4 είναι καθεμία τους βιογραφία ενός μονάχα άντρα, του Αρταξέρξη του Μνήμονα, του Άρατου, του Γάλβα και του Όθωνα. Στις βιογραφίες αυτές, όπως έδειξε η έρευνα, ο Πλούταρχος δε χρησιμοποιεί μονάχα ανέκδοτα, αλλά και άλλες πηγές αξιόπιστες ή έργα συγγραφέων αξιόλογων, που εμείς σήμερα δεν τα έχουμε. Έτσι οι πληροφορίες του μας είναι πολύ χρήσιμες.
Ο Πλούταρχος ήταν θαυμαστής της πλατωνικής φιλοσοφίας, είχε όμως δεχτεί επιδράσεις και από τις διδασκαλίες όλων των άλλων φιλοσοφικών σχολών, εκτός της σχολής του Επίκουρου, τις απόψεις της οποίας πολεμούσε συστηματικά. Οπωσδήποτε τα θεωρητικά προβλήματα τα συζητούσε λίγο· εκείνα που τον απασχολούσαν περισσότερο, φαίνεται, ήταν τα πρακτικά προβλήματα της ζωής. Γι’ αυτό και η ηθική του έχει πρακτικό κυρίως χαρακτήρα· θεωρητικό της θεμέλιο είναι η πίστη στην αθανασία της ψυχής και στη θεϊκή πρόνοια για τον κόσμο και τον άνθρωπο.
Σε μία εποχή θρησκευτικής αδιαφορίας και πρακτικού υλισμού, ο Πλούταρχος έμεινε πιστός στη θρησκεία και στη σοφία των προγόνων. Την πίστη του αυτή ζητούσε να τη μεταδώσει και στους άλλους, για να γίνει φως και στήριγμα στις συνειδήσεις. Δεν έγραφε από ματαιοδοξία, ήθελε να φανεί χρήσιμος στους ομοεθνείς του, τους συντοπίτες του, τους φίλους του. Γι’ αυτό και έμεινε στη μικρή γενέτειρά του. Μερικές από τις ιδέες του για την οικογένεια, την ανατροφή και την εκπαίδευση των παιδιών διατηρούν ακόμη την αξία τους («ο νους δε μοιάζει μ' ένα πιθάρι που πρέπει να το γεμίσουμε, αλλά με μία εστία που πρέπει να την ανάψουμε»). Για ένα τέτοιο κέντρισμα του νου τα έργα του Πλούταρχου προσφέρουν λαμπρά παραδείγματα. Οι ήρωές τους δε μιλούν για το αγαθό, το αληθινό και το ωραίο, αλλά αγωνίζονται και πεθαίνουν γι’ αυτές τις αξίες της ζωής. Έτσι, εξηγείται, γιατί σ’ όλες τις εποχές τα έργα του αγαπήθηκαν και διαβάστηκαν πολύ. Δεν είναι βέβαια ο Πλούταρχος στοχαστής με πρωτοτυπία, όμως αναμφισβήτητα είναι μία επιβλητική προσωπικότητα στα γράμματα και το έργο του έχει μόνιμη αξία.
Ο Πλούταρχος γράφει κυρίως στην αττική του 4ου αι. π.Χ., όμως κάνει πολλές παραχωρήσεις στην κοινή, τη γλώσσα δηλαδή που μιλιόταν την εποχή του. Αποδεικνύεται, συνεπώς, και σ' αυτό άνθρωπος της συνετής μεσότητας. Στέκεται μακριά από την κίνηση των αττικιστών, που αυτή την εποχή είχε φουντώσει. Στο λόγο του υπάρχει κάποια δυσκαμψία και καμιά φορά δύσκολα τον παρακολουθούμε, εξαιτίας κυρίως των μακρών περιόδων, με τις οποίες συγκροτεί συχνά το λόγο του. Στους «Βίους Παραλλήλους» ο λόγος του είναι πιο στρωτός. Είναι τόσο προσεκτικός στην αποφυγή της χασμωδίας, ώστε μπορούν να θεωρηθούν νόθα τα έργα εκείνα που του αποδίδονται και στα οποία αυτή είναι αισθητή.
Στην αναγέννηση ο Πλούταρχος ήταν ο πρώτος από τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς που έγινε γνωστός στη Δύση. Η μετάφρασή του στη γαλλική από το Ζακ Αμιό ήταν το πιο πολυδιαβασμένο βιβλίο στην Ευρώπη το 16ο και 17ο αιώνα. Τις τραγωδίες «Ιούλιος Καίσαρας», «Αντώνιος και Κλεοπάτρα» και «Κοριολανό» τις εμπνεύστηκε ο Σαίκσπηρ από τους «Βίους Παραλλήλους» του Πλούταρχου. Το έργο του το αγάπησαν και το μελέτησαν στοχαστές όπως οι Φράνσις Μπέικον, Μοντέν, Μοντεσκιέ, Ρουσό κ.ά.
Αλβίνος, ο (2ος αι.). Πλατωνικός φιλόσοφος, μαθητής του Γαΐου και δάσκαλος του Γαληνού. Με το έργο του «Εισαγωγή εις τους Πλάτωνος διαλόγους» εξετάζει τη φύση του διαλόγου στην πλατωνική φιλοσοφία. Δίδαξε στη Σμύρνη και η φιλοσοφία του χαρακτηρίζεται από τάσεις εκλεκτικιστικές.
Αππιανός (τέλη 1ου-2ος αι.). Έλληνας ιστορικός από την Αλεξάνδρεια. Γεννήθηκε γύρω στο 96. Ήρθε στη Ρώμη την εποχή του Αδριανού και διακρίθηκε ως συνήγορος σε δίκες. Αργότερα έγινε επίτροπος των αυτοκρατόρων στην Αλεξάνδρεια. Έγραψε τα «Ρωμαϊκά», έργο που περιλαμβάνει την ιστορία της Ρώμης από την εποχή του Αινεία μέχρι το θάνατο του Τραϊανού σε 24 βιβλία, από τα οποία σώζονται μόνο τα 11 και η εισαγωγή. Χρησιμοποίησε ως πηγές του τον Πολύβιο, το Διονύσιο, τον Τίτο Λίβιο κ.ά. Από το έργο του λείπει η κριτική και η γλώσσα του δεν έχει λογοτεχνικές αξιώσεις· είναι όμως το μόνο από το οποίο αντλούμε πληροφορίες για τους εμφύλιους πολέμους των Ρωμαίων.
Αργεντάριος (1ος αι. μ.Χ.). Ρωμαίος ρήτορας και ποιητής, ελληνικής καταγωγής, που έδρασε κατά τους χρόνους του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αυγούστου. Στην Παλατινή Ανθολογία σώζονται 37 επιγράμματά του, τα οποία εντάσσονται σε διάφορα θέματα: επιτύμβια, ερωτικά, σατιρικά, συμποτικά κτλ.
Καλλιέργησε ένα προσωπικό ύφος, το οποίο σε συνδυασμό με μία λεπτή ειρωνεία χαρακτηρίζεται από γοητεία και χάρη.
Αριστοκλής (2ος αι.). Περιπατητικός φιλόσοφος. Γεννήθηκε στη Μεσσήνη της Σικελίας. Υπήρξε οπαδός της σχολής των περιπατητικών αλλά συγχρόνως θαύμαζε και τον Πλάτωνα. Προσπάθησε να συνδυάσει τις αριστοτελικές με τις πλατωνικές θεωρίες.
Έργα του: «Περί φιλοσοφίας» (10 βιβλία), «Πότερον σπουδαιότερος Όμηρος ή Πλάτων», «Τέχναι ρητορικαί», «Περί Σεράπιδος», «Ηθικά» (9 βιβλία).
Αμμώνιος ο Σακκάς (175-242). Φιλόσοφος από τη Αλεξάνδρεια. Πήρε το όνομα Σακκάς, γιατί όταν ήταν νέος και φτωχός ήταν αχθοφόρος και μετέφερε σακιά (σακοφόρος).
Αφού σπούδασε φιλοσοφία, προσάρμοσε την πλατωνική και την αριστοτελική φιλοσοφία και διαμόρφωσε δικό του σύστημα, που το δίδαξε με επιτυχία στην Αλεξάνδρεια. Δίκαια θεωρείται ως ο ιδρυτής της νέας πλατωνικής σχολής. Από αυτήν προήλθαν πολλοί και σημαντικοί νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι. Από τους μαθητές του αυτούς αναφέρονται ο Ωριγένης ο Νεοπλατωνικός, ο Λογγίνος, ο Ερένιος, ο Θεοδόσιος, ο Αντωνίνος, ο Πλωτίνος κ.ά. Τόσο πολύ αφιερώθηκε ο Πλωτίνος στη φιλοσοφική διδασκαλία του Αμμώνιου, ώστε για έντεκα ολόκληρα χρόνια, μέχρι το θάνατο του δασκάλου του, παρέμεινε στην Αλεξάνδρεια παρακολουθώντας τα μαθήματά του.
Ο Αμμώνιος δεν άφησε κανένα σύγγραμμα. Έτσι δεν έχουμε ακριβή γνώση της διδασκαλίας του. Μπορούμε όμως να θεωρήσουμε πως μεταγενέστεροι νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι του 5ου αιώνα δίνουν κάποιες βάσιμες πληροφορίες για όσα πρέσβευε.
Αιλιανός Κλαύδιος (170-235). Ρωμαίος σοφιστής και ρήτορας. Γνώριζε τόσο καλά την ελληνική γλώσσα, ώστε ονομάστηκε «μελίγλωττος». Έγραψε: α) «Περί ζώων ιδιότητος» (δεκαεπτά βιβλία), όπου αναφέρει πληροφορίες για τη φυσική ιστορία των ζώων, β) «Ποικίλη ιστορία» (δεκατέσσερα βιβλία), όπου βρίσκει κανείς ιστορικά, βιογραφικά, μυθολογικά και αρχαιολογικά στοιχεία, γ) «Επιστολαί αγροικικαί».
Αινησίδημος, ο. Σκεπτικός φιλόσοφος. Γεννήθηκε στην Κνωσό της Κρήτης και έζησε στην Αλεξάνδρεια, την εποχή του Κικέρωνα (1ος αι. π.Χ.). Έγραψε «Πυρρωνείους λόγους» σε 8 βιβλία, από τα οποία σώζονται μικρά αποσπάσματα. Με τα έργα του προσπάθησε να ανανεώσει τις θεωρίες του Πύρρωνα γύρω από τη σκεπτικιστική θεώρηση του κόσμου. Θεωρείται πρόδρομος της φιλοσοφικής σχολής του Άγγλου Ντέιβιντ Χιουμ και του νεότερου θετικισμού.
Πτολεμαίος ό Κλαύδιος (108-168μχ) Γεννήθηκε στην Πτολεμαϊδα του Ερμείου, στις όχθες του ποταμού Νείλου.
Έζησε και εργάστηκε στην Αλεξάνδρεια. Είχε εγκαταστήσει το αστεροσκοπείο του στον άνω όροφο ενός ναού. Θεωρείται ο μεγαλύτερος γεωγράφος της αρχαιότητος και ένας σημαντικός αστρονόμος. Συνέχισε το έργο του Ιππάρχου και πρώτος αυτός συστηματοποίησε την Eλληνική αστρονομία. Τον αναφέρουν η Σούδα και ο Στοβαίος. Κρατήρας της σελήνης ονομάστηκε πρός τιμήν του Πτολεμαίος. Θεωρείται ο κύριος εκπρόσωπος του γεωκεντρικού συστήματος, που ονομάσθηκε «Πτολεμαϊκό σύστημα». Κάθε πλανήτης κινούμενος ισοταχώς διαγράφει έναν κύκλο, που λέγεται «επίκυκλος». Το κέντρο κάθε επικύκλου διαγράφει γύρω απο την γή έναν άλλο κύκλο, που λέγεται «έκκεντρος». Έργα του: «Μαθηματικής Σύνταξις» ή μεγάλη σύνταξις της Αστρονομίας. Γράφτηκε το 142μχ αποτελείται απο 13 βιβλία και την έχει αφιερώσει στον αδελφό του στην Σύρο. Βιβλίον 1ον περί των μεταξύ του ισημερίνου και του λοξού κύκλου περιφερειών. Για πρώτη φορά παρουσιάζονται η επίπεδη και η σφαιρική τριγωνομετρία(κεφάλαια ΙΑ και ΙΓ).Βιβλίον 5ον «Περί κατασκευής αστρολάβου», «Περί του λόγου της εκκεντρότητος του σεληνιακού κύκλου» (κεφ. Α και Δ). Βιβλίον 8ον «Περί της θέσεως του γαλακτίου κύκλου» (κεφ. Β). Βιβλίον 9ον «Περί της εποχής των περιοδικών του Ερμού κινήσεων» (κεφ.ΙΑ). βιβλίον 10ον «Περί των λόγων της εκκεντρότητος του αστέρος» (κεφ. Γ) και «Περί της διορθώσεως των περιοδικών του Άρεως κινήσεων» (κεφ. Θ). Βιβλίον 11ον «Απόδειξις της του Κρόνου εκκεντρότητος και του απογείου» (κεφ. Ε). Βιβλίον 12ον «Απόδειξις των μεγίστων πρός τον ήλιον διαστάσεων Αφροδίτης και Ερμού» (κεφ. Η). Βιβλίον 13ον «Περί φάσεων και κρύψεων των 5 πλανωμένων» (κεφ. Ζ). Η «Μαθηματική Σύνταξις» μεταφράστηκε τον 9ον αιώνα στα Αραβικά κατ’εντολή του Χαλίφη Άλ Μαμούν με τίτλο «Ταμπίρ Αλ Μαγκεστ». Το σύγγραμμα αυτό είναι απο τα σπουδαιότερα αστρονομικά και μαθηματικά έργα της αρχαιότητος. Αναφέρει τις κυριότερες θεωρίες των Ελλήνων και ειδικότερα ένα μεγάλο μέρος των εργασιών του Ιππάρχου (προσδιορισμός γεωγραφικού μήκους και πλάτους, παράλλαξη σελήνης, μέγεθος και απόσταση ηλίου, εκλείψεις). Περιλαμβάνει κατάλογο αστέρων και αστερισμών (48 αστερισμούς, 21 βόρειους και 15 νότιους και 12 ζωδιακούς, με 944 αστέρες συνολικά, 95 αστέρες που δεν ανήκουν σε αστερισμό και 18 νεφαλοειδείς και συστροφές αστέρων). Το «Πτολεμαϊκό σύστημα» υποστηριζόταν ως τον 16ον αιώνα, ώσπου ευρέθη του Αριστάρχου. Το σύγγραμμα χρησίμευσε ως διδακτικό εγχειρίδιον στο «Μουσείον» της Αλεξανδρείας. Σώζεται. Άλλα έργα του : «Προχείρων τινών κανόνων διάταξις και ψηφοφορία», περίληψη της «Μαθηματικής συντάξεως». «Φάσεις απλανών αστέρων και συναγωγή επισημασιών» ημερολόγιο ανατολών και δύσεων των απλανών αστέρων. Σώζεται. «Πλανησφαίριον» σώζεται σε Λατινική μετάφραση. «Περί αναλήμματος» αναπαράσταση της ουρανίου σφαίρας σε επίπεδο. Σώζεται σε Λατινική μετάφραση. «Περί στοιχείων» το αναφέρει ο Σιμπλίκιος. Δεν σώζεται. «Τετράβιβλος Σύνταξις» ασχολείται με προβλέψεις καιρικών μεταβολών. «Υποθέσεις των πλανωμένων» βιβλία 2. Περιγραφή του Πτολεμαϊκού συστήματος. Σώζεται το πρώτο βιβλίο, ενώ το δεύτερο σώζεται σε μετάφραση στα Αραβικά. «Άπλωσις επιφανείας» αναφέρεται στην στερεογραφική προβολή. «Αρμονικά» σε αυτό το έργο περιλαμβάνεται η επινόηση του μηδενός (0) απο το πρώτο γράμμα της λέξεως «ουδέν». Εκπόνησε επίσης τον πρώτο χάρτη της Αραβικής χερσονήσου με μεγάλη ακρίβεια. Στον Πτολεμαίο αποδίδεται ο χάρτης που εκτίθεται στο μουσείο της Κων/πόλεως, στον οποίον έχουν σχεδιαστεί ακτές της Αμερικής. Τα γεωγραφικά του έργα περιλαμβάνονται στο «Γεωγραφικής Υφήγησις» βιβλία 8. Το έργο αυτό χρησιμοποιήθηκε ως διδακτικό σύγγραμμα επί 14 αιώνες. Αποτελεί την χρησιμότερη πηγή της Ιστορίας της γεωγραφίας, με 8000 τοπωνύμια, αποστάσεις και γεωγραφικά πλάτη και μήκη των τόπων αυτών. Σώζεται.
Κορυφαίος όμως φιλόσοφος τής περιόδου αυτής ήτο ό Πλωτίνος (205-270). Νεοπλατωνικός, γεννήθηκε στήν Αίγυπτο καί πέθανε στήν Ρώμη. Ο Πλωτίνος ανέμιξε στήν Πλατωνική φιλοσοφία πολλά μυστικοπαθή στοιχεία. Κατά τήν διδασκαλία του στόχος τού ανθρώπου είναι ή φυγή από τόν κόσμο αυτόν καί ή συμμετοχή του στήν ζωή τού Θεού. Κατά τόν Πλωτίνο ή ψυχή είναι αθάνατη καί προυπήρχε τής επίγειας ζωής. Τά έργα του εξέδωσε ό σπουδαιότερος από τούς μαθητές του Πορφύρι.
Σέ όλη τήν διάρκεια τής Βυζαντινής αυτοκρατορίας, στά γράμματα καί τίς τέχνες οί Έλληνες συνέχισαν νά αποτελούν τήν κορυφή τής παγκοσμίου διανοήσεως. Οί Ιστορικοί οίτινες παρουσιάζουσι τό μεγαλύτερον ενδιαφέρον είναι αναμφιβόλως οί τέσσαρες μεγάλοι Βυζαντινοί ιστορικοί τών χρόνων τής Αλώσεως, ήτοι Γεώργιος Φραντζής ό μόνος έκ τών τεσσάρων ό οποίος υπήρξε αυτόπτης μάρτυς τών διαδραματισθέντων γεγονότων καί έλαβε ενεργό μέρος σ’αυτά. Είχε γεννηθή τό 1401μχ καί από ηλικίας 16ετών έμενεν είς τήν Κων/πλιν καί είς τήν υπηρεσίαν τού Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου, κατ’εντολήν τού οποίου κατέγραψε τούς δυναμένους νά φέρουν όπλα. Δεύτερος είναι ό Μιχαήλ Δούκας πού εγεννήθη πρός τό τέλος τού 14ου αιώνος. Άν καί είχε ζήσει μακράν τών κέντρων τής Ελληνικής ζωής, κρίνεται ειλικρινής Έλλην πατριώτης. Παρακολουθεί μέ αγωνία τής προπαρασκευές τής πολιορκίας καί μέ άλγος ψυχής αφηγείται τά σπαρακτικά συμβάντα μετά τήν Άλωσιν. Τρίτος είναι ό Μιχαήλ Κριτόβουλος ή Ίμβριος κατά τήν καταγωγή του. Ήταν από αρχοντική οικογένεια. Ό Κριτόβουλος μάλιστα απέστειλε τό σύγγραμμά του στόν Μωάμεθ. Τέταρτος ήταν ό Λαόνικος ό Χαλκοκονδύλης, Αθηναίος ιστορικός από τό κλεινόν άστυ τό οποίο ήδη από μακρού ήτο υπόδουλον είς τούς Φράγκους. Τό έργο του λεγόταν Αποδείξεις ιστοριών.
Ισίδωρος ό Αβυδήνος, μέ έργο τό πολεοδομικό σχέδιον τής πόλεως τής Ζηνοβίας, τούς τρούλους τής αγίας Σοφίας, τόν ναό τής Συρίας κ.α.
• Ισίδωρος ό Πρεσβύτερος πού ήτο αρχιτέκτων τής αγίας Σοφίας. Ιωάννης
• Βυζάντιος, ησχολήθη επίσης μέ τήν αγία Σοφία.
• Ιωάννης Μαλάλας ό ιστορικός.
• Ιωάννης ό φιλόπονος, μαθηματικός, φυσικός.
• Ιουλιανός ό Λαοδικεύς, αστρονόμος.
• Χαλκιδόνιος ό αστρονόμος.
• Αλέξανδρος ό Τραλλιανός, ιατρός ό οποίος ησχολήθη μέ φάρμακα, βότανα κτλ.
• Αμμώνιος ό Αλεξανδρεύς, μαθηματικός.
• Ανθέμιος ό Τραλλιανός, μηχανικός μέ έργα τού: κάτοπτρα, μηχανές μέ ατμό, δεξαμενές, ή αγια Σοφία κ.α.
Ψελλός, Μιχαήλ (1018-1078/1095). Ο σημαντικότερος Βυζαντινός λόγιος, φιλόσοφος, ιστορικός και πολιτικός με επιβλητικό διδακτικό και συγγραφικό έργο σε όλους τους κλάδους των γραμμάτων και των επιστημών.
Γεννήθηκε σε προάστιο της Κωνσταντινούπολης από οικογένεια ευγενών και απέκτησε από νωρίς καλή ανατροφή και μεγάλη μόρφωση. Καταγόταν από τη Νικομήδεια. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Κωνσταντίνος, ονομάστηκε όμως Μιχαήλ, όταν εκάρη μοναχός, το 1054. Σύμφωνα με το βυζαντινολόγο Φαίδωνα Κουκουλέ το επίθετο Ψελλός προέρχεται από το «ψελλίζειν».
Ήδη από νωρίς ο δάσκαλός του Ι. Μαυρόπουλος εγκωμιάζει τον Ψελλό ως τέλειο εγκυκλοπαιδιστή. Σε πολύ νεαρή ηλικία εισήλθε στη δημόσια διοίκηση και υπηρέτησε σε επαρχιακή θέση, αργότερα δικηγόρησε και έγινε δικαστής, αυτοκρατορικός γραμματέας και, τέλος έμπιστος υπουργός, πρωθυπουργός, από την εποχή του Κωνσταντίνου Θ’ του Μονομάχου και των διαδόχων του.
Από τους σημαντικούς σταθμούς της ζωής του ξεχωρίζει η σύγκρουση με τους παράγοντες της εκκλησιαστικής και κρατικής ηγεσίας που τον υποχρέωσε σε δήλωση πίστης στην ορθόδοξη δογματική παράδοση και παραίτηση από τα αξιώματά του (1051), τα οποία ανέκτησε το επόμενο έτος (το έτος αυτό συντάσσει μια «ανθρωπιστική» επιστολή όπου αναπτύσσει τις θέσεις του περί χριστιανικού ουμανισμού). Έπεσε πάλι σε δυσμένεια την περίοδο που αυτοκράτορας ήταν ο Κωνσταντίνος Ι’ Δούκας (1059-1067).
Η σπουδαιότερη προσφορά του Μιχαήλ Ψελλού ανήκει στο χώρο της γενικής και ανώτερης παιδείας. Με τον τίτλο «ύπατος των φιλοσόφων» διεύθυνε το «Γυμνάσιον», δηλαδή τη σχολή των φιλοσοφικών σπουδών, και αναδείχθηκε σπουδαίος δάσκαλος με πλήθος μαθητών από το εσωτερικό και εξωτερικό.
Οι νεότερες εκτιμήσεις του έργου του διορθώνουν παλιότερες εντυπώσεις που ήθελαν τον Ψελλό πλατωνικό ή νεοπλατωνικό φιλόσοφο και αποκαθιστούν την πολύπλευρη προσωπικότητά του ως αντιπροσωπευτικού τύπου Βυζαντινού ανθρωπιστή με στέρεη γνώση και εκτίμηση της ελληνικής γενικής παιδείας και σταθερή προσήλωση στις βασικές θέσεις του χριστιανικού δόγματος.
Το συγγραφικό του έργο είναι πολύπλευρο. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα φιλοσοφικά «Περί φιλοσοφίας», «Εις την ψυχολογίαν του Πλάτωνος» κ.ά., το ιστορικό «Χρονογραφία», όπου συνεχίζει τα ιστορικά γεγονότα της περιόδου 976-1078, δηλαδή από εκεί που τελειώνει η «Ιστορία» του Λέοντα Διακόνου. Θεωρητικά η συγγραφή της ιστορίας, κατά τον Ψελλό, πρέπει να αναφέρεται στα σημαντικά γεγονότα και όχι όπως ο Θουκυδίδης με κατά εποχές ιστορική αφήγηση. Επίσης έγραψε τα ποιητικά έργα «Παράφρασις της Ομήρου Ιλιάδος», «Στίχοι πολιτικοί περί της γραμματικής». Έγραψε αρκετά διδακτικά ποιήματα, μια σύνοψη ρητορικής και ένα θέμα γεωμετρίας σε στίχους κατά τη συνήθεια της εποχής κ.ά. Όσον αφορά τη ρητορική, τόσο στη θεωρητική όσο και στην πρακτική πλευρά της, ο Ψελλός αποδείχθηκε ο άριστος των ρητόρων της εποχής του. Συνέγραψε όλα τα είδη (ηθοποιία, εγκώμιο, επιτάφιος, μονωδία, επιστολή) που μας είναι γνωστά στη βυζαντινή γραμματεία.
Αβελάρδος (ή Αβαιλάρδος), Πέτρος (1079-1142). Γάλλος σχολαστικός φιλόσοφος και θεολόγος. Γεννήθηκε κοντά στη Νάντη από πατέρα γαιοκτήμονα, που τον προόριζε για στρατιωτικό. Εκείνος όμως, κυριευμένος από το πάθος της μελέτης, εγκατέλειψε την περιουσία του και τα δικαιώματα του πρωτότοκου γιου και πήγε στο Παρίσι, για να αφοσιωθεί στις θεολογικές σπουδές. Εκεί έγινε μαθητής και στη συνέχεια αντίπαλος του Γκιγιόμ ντε Σαμπό. Σε ηλικία 22 ετών ήταν φτασμένος φιλόσοφος. Ίδρυσε δική του σχολή στο Παρίσι και σύντομα απέκτησε μεγάλη φήμη.Τη φήμη του την οφείλει όχι μόνο στην πρωτοτυπία των φιλοσοφικών θεωριών του, αλλά και στον πολυθρύλητο και μυθιστορηματικό του έρωτα προς τη μαθήτριά του Ελοΐζα, την ανεψιά του ιερωμένου Φιλμπέρ, με την οποία απέκτησε και ένα παιδί. Εξαιτίας αυτού του έρωτα απόκτησε την προσωνυμία «ο ερωτοπαθής θεολόγος». Η ζωή του γενικά ήταν γεμάτη μεταπτώσεις. Γνώρισε τη δόξα, αλλά και τον εξευτελισμό, τις ηδονικές απολαύσεις, αλλά και τα μαρτυρικά βασανιστήρια. Όταν ο Φιλμπέρ έμαθε το μυστικό γάμο του Αβελάρδου με την ανεψιά του, πλήρωσε κακοποιούς και αυτοί τον ευνούχισαν. Ύστερα από το δραματικό αυτόν επίλογο της ερωτικής του ζωής αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στη θρησκεία, ενώ η Ελοΐζα έγινε μοναχή.Η καινοτομία του φιλοσοφικού του συστήματος συνίσταται στην αρχή ότι η αληθινή πίστη πρέπει να στηρίζεται στη νόηση. Υποστήριξε ότι η αμφιβολία αποτελεί την αφετηρία της έρευνας και ότι η έρευνα οδηγεί στην αλήθεια. Δεχόταν ότι μόνο η Αγία Γραφή δεν υπόκειται σε έρευνα, ενώ η πατερική θεολογία είναι ανθρώπινη γνώση, που πρέπει να διερευνάται.Η Καθολική Εκκλησία άρχισε να ανησυχεί με τις τολμηρές ιδέες του Αβελάρδου, αλλά εκείνος προχώρησε ακόμη μακρύτερα. Αμφισβήτησε το προπατορικό αμάρτημα, έδωσε ψυχολογικές εξηγήσεις στο φαινόμενο του δαιμονισμού και δικούς του συμβολισμούς στα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας. Για τις αιρετικές του ιδέες διώχτηκε και βασανίστηκε. Στον κατατρεγμό του πρωτοστάτησε ο Βερνάρδος του Κλερβό, ο «άγιος» του καθολικισμού. Η ειδική Σύνοδος που συγκλήθηκε στη γαλλική πόλη Σουασόν τον καταδίκασε στην εξευτελιστική ποινή να ρίξει ο ίδιος το βιβλίο του περί Αγίας Τριάδας στη φωτιά (1121). Κυριότερο έργο του ήταν το «Ναι και όχι», όπου παρέθετε τις αντιφατικές, για το ίδιο ζήτημα, γνώμες των Πατέρων. Ο Αβελάρδος ήταν πνεύμα ακάματο, ορθολογιστικό και ερευνητικό, και επηρέασε με τις ιδέες του πολλούς φιλοσόφους της Δύσης, ιδίως το Θωμά Ακινάτη.
Αβερρόης (1126-1198). Άραβας φιλόσοφος, γιατρός και ερμηνευτής του Αριστοτέλη, ένας από τους διασημότερους φιλοσόφους του Μεσαίωνα. Γεννήθηκε στην Κόρδοβα της Ισπανίας, όπου χρημάτισε μεγάλος καδής (δικαστής), και πέθανε στο Μαρόκο σε ηλικία 72 ετών. Το πραγματικό του όνομα ήταν Αμπντ ουλ Βάλιντ Mοχάμετ ιμπν Αχμέτ ιμπν Mοχάμετ ιμπν Ροσντ. Το «Αβερρόης» είναι ο εξελληνισμός των δύο τελευταίων λέξεων του μακρότατου ονόματός του, το οποίο σκέφτηκε ο ίδιος. Το πλήθος των αραβικών ονομάτων του αποκαλύπτει αριστοκρατική καταγωγή.Ο Αβερρόης διδάχτηκε ιατρική, φιλοσοφία, νομική και θεολογία. Τελικά όμως διακρίθηκε ως φιλόσοφος. Το φιλοσοφικό του σύστημα είναι γνωστό ως «αβερροϊσμός». Βάση της φιλοσοφίας του αποτελούν τα περίφημα «Σχόλια στον Αριστοτέλη», με τα οποία διαδόθηκε η αριστοτελική φιλοσοφία στη μεσαιωνική Ευρώπη. Ο «αβερροϊσμός», που περιλαμβάνεται στα τρία βιβλία των Σχολίων του, μπορεί να συνοψιστεί στα εξής τρία ουσιώδη σημεία:
α) Αιωνιότητα της ύλης. Σύμφωνα μ’ αυτήν «τίποτε δε χάνεται, τίποτε δε δημιουργείται, τίποτε δεν υπάρχει, που να προέρχεται από την ανυπαρξία». Ακόμη «ο κόσμος ποτέ δεν υπήρξε και ποτέ δε θα υπάρξει μικρότερος ή μεγαλύτερος απ’ ό,τι είναι». Μέσα σ’ αυτόν τον υλικό κόσμο «ο Θεός είναι η ουσία, είναι ο έμψυχος και πνευματικός κόσμος, ο αιώνιος κόσμος».
β) Αιωνιότητα της κίνησης (δηλαδή της εξέλιξης). «Συνεχής, αδιάκοπη και αιώνια είναι η εξέλιξη του κόσμου, χωρίς την οποία στη θέση του κόσμου θα υπήρχε ο θάνατος, η νέκρωση και η ανυπαρξία.»
γ) Νόμοι της νόησης και της γνώσης. Είναι μια αντιγραφή της αριστοτελικής άποψης, κατά την οποία στην ψυχή μας υπάρχουν δύο ειδών νοητικές δυνάμεις: ο «παθητικός νους» –ο «εν δυνάμει νους» του Αριστοτέλη, στον οποίο χρωστούμε τη δύναμη να σκεφτόμαστε– και ο «ποιητικός νους», στον οποίο χρωστούμε τη γνώση των πραγμάτων και του κόσμου.
Οι φιλοσοφικές θεωρίες του Αβερρόη προσέκρουσαν στις θρησκευτικές πεποιθήσεις της εποχής του και καταδικάστηκαν και από το μουσουλμανισμό και ιδιαίτερα από τους χριστιανούς θεολόγους.
Αδελάρδος, ο (12ος αι.). Άγγλος φιλόσοφος και μαθηματικός. Ήταν μοναχός του τάγματος του Αγίου Βενεδίκτου και υπήρξε από τους πρωταγωνιστές της αναβίωσης της κλασικής παιδείας στη Δύση. Μετέφρασε στα λατινικά την «Αλμαγέστη» του Πτολεμαίου και πιθανόν τα «Στοιχεία» του Ευκλείδη. Ασχολήθηκε με την αστρονομία και ταξίδεψε στη Μεσόγειο και στη Μ. Ανατολή.
Αβικέννας ή Αμπού Ιμπν Σινά, ο (980-1037). Μεγάλος Πέρσης φιλόσοφος και γιατρός. Έγραψε περίπου 100 έργα φιλοσοφικά, ιατρικά, αστρονομικά. Ο «Κανόνας της Ιατρικής», το σπουδαιότερο έργο του, ήταν η βασική πηγή το Μεσαίωνα για τις δυτικές ιατρικές σχολές και μεταφράστηκε πολλές φορές στη λατινική γλώσσα.Ασχολήθηκε επίσης με την αριστοτελική φιλοσοφία και προσπάθησε να προσδιορίσει τη σχέση ανάμεσα στο ον και την ουσία, καθώς και ανάμεσα στο δυνατό και το αναγκαίο. Οι αντιλήψεις του για το μοναδικό θείο «Δρώντα Νουν» συζητήθηκαν πολύ κατά το Μεσαίωνα.
Αποστόλης, Μιχαήλ (περ. 1422-1480). Λόγιος των τελευταίων βυζαντινών χρόνων. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Μαθήτευσε κοντά στο Γεώργιο Γεμιστό ή Πλήθωνα, ο οποίος του μετέδωσε το πάθος του για τον Πλάτωνα, που συχνά τον έφερε σε οξύτατες διαμάχες με τους αριστοτελικούς. Μαθήτευσε επίσης κοντά στον Ιωάννη Αργυρόπουλο, τον οποίο και διαδέχτηκε στην καθηγητική έδρα της ελληνικής φιλοσοφίας. Μετά την Άλωση αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους και μεταφέρθηκε σε μικρασιατική περιοχή. Κατόρθωσε όμως να διαφύγει και κατέφυγε στην Ιταλία, κοντά στον Έλληνα καρδινάλιο Βησσαρίωνα, ο οποίος έγινε από τότε προστάτης του. Κατά το 1455 ήρθε στην Κρήτη, όπου και έζησε τα υπόλοιπα χρόνια του ως δάσκαλος και αντιγραφέας χειρογράφων κλασικών συγγραφέων, όπου πρόσθετε συνήθως μετά την υπογραφή του τις λέξεις «βασιλεύς των πενήτων» ή «εν πενία συζών». Έγραψε διάφορα έργα, σπουδαιότερα από τα οποία είναι η «Συναγωγή αρχαίων παροιμιών», «Λόγος παραινετικός εκ Γόρτυνος εις Ιταλίας Ρώμην», διάφορα επιγράμματα και επιστολές, με σπουδαιότερη εκείνη που απευθύνει στον αυτοκράτορα της Γερμανίας Φρειδερίκο Γ’ και του οποίου ζητά τη μεσολάβηση για να σωθεί το Βυζάντιο από τους Τούρκους. Ο Μ. Αποστόλης πέθανε στην Κρήτη.
Αρμενόπουλος, Κωνσταντίνος (1320-1380). Ένας από τους πιο διακεκριμένους Έλληνες νομομαθείς. Καταγόταν από οικογένεια πλούσιων ευγενών. Ο πατέρας του είχε το αξίωμα του κουροπαλάτη και η μητέρα του ήταν συγγενής του αυτοκράτορα Ιωάννη Καντακουζηνού. Σπούδασε τη νομική κοντά σε διαπρεπείς νομοδιδασκάλους. Για να μάθει τέλεια τη λατινική γλώσσα, που ήταν η βάση των νομικών επιστημών, κάλεσε από την Καλαβρία, ειδικά για το σκοπό αυτό, το μοναχό Ασπάσιο. Διατέλεσε διαδοχικά καθηγητής, μέλος του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου του αυτοκράτορα, κουροπαλάτης και τέλος Μέγας Νομοφύλακας. Έζησε στην Κωνσταντινούπολη και στη Θεσσαλονίκη. Έγραψε πολλά και σημαντικά έργα, με νομικό κυρίως περιεχόμενο, το σημαντικότερο από τα οποία είναι το περίφημο «Πρόχειρον Νόμων» ή «Εξάβιβλος» που ονομάστηκε έτσι γιατί περιλάμβανε τα παρακάτω έξι βιβλία: α) Περί νόμων και δικαστικής καταστάσεως· β) Περί δικών, διαφορών και καινοτομιών· γ) Περί εκποιήσεως δανείων και κοινωνίας· δ) Περί μνηστείας και γάμου· ε) Περί διαθηκών και επιτρόπων και στ) Περί ζημίας και ποινής. Η «Εξάβιβλος» του Αρμενόπουλου ήταν ο πρώτος Αστικός Κώδικας της νεότερης Ελλάδας, γιατί όλη η νομοθεσία ήταν σκορπισμένη στις διάφορες πράξεις των αυτοκρατόρων («Νεαραί», «Πανδέκται», «Βασιλικά»). Έτσι, τόσο ο πρώτος Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας όσο και η Αντιβασιλεία, με το Βασιλικό Διάταγμα της 23ης Φεβρουαρίου 1835 όρισαν ότι τα δικαστήρια στα αστικά θέματα θα ακολουθούν τους νόμους των Βυζαντινών αυτοκρατόρων που περιέχονται στην «Εξάβιβλο» του Αρμενόπουλου και θα ισχύουν μέχρις ότου δημοσιευτεί ο πολιτικός (αστικός) κώδικας. Και η επαγγελία αυτή ίσχυσε επί ένα σχεδόν αιώνα, γιατί μόλις το έτος 1946 (με το Ν.Δ. της 7/10 Μαΐου 1946) δημοσιεύτηκε ο νέος Αστικός Κώδικας της Ελλάδας, αφού επί 500 χρόνια την αστική νομοθεσία της εξυπηρέτησε η «Εξάβιβλος» του Αρμενόπουλου.
Γεώργιος Πλήθων ό Γεμιστός, φιλόσοφος καί φιλόλογος τού 15ου αί.μχ. Έζησε στόν Μυστρά όπου τιμήθηκε μέ πολλά αξιώματα από τούς Παλαιολόγους καί δίδαξε στήν Φλωρεντία υπό τήν προστασία τών Μεδίκων(ιστορική οικογένεια τής Ιταλίας πού ηγεμόνευσε στήν Φλωρεντία, από τό 1434μχ. Μερικά μέλη της ήσαν : Κοσμάς ό Πρεσβύτερος, Λαυρέντιος ό μεγαλοπρεπής, Κοσμάς ό Μέγας δούκας τής Φλωρεντίας κ.α.). Ό Πλήθων Πέθανε στήν Σπάρτη τό 1452 μχ .Στά συγγράμματά του εκδηλώνεται ώς λάτρης τού Ελληνικού πνεύματος, νεοπλατωνικός καί αντίπαλος τού Χριστιανισμού. Ό Γεννάδιος Σχολάριος τόν καταπολέμησε μόλις έγινε Πατριάρχης. Διέταξε μάλιστα νά καούν τά έργα του, κατά τήν γνωστή Χριστιανική πρακτική. Άλλωστε πού θά βρούν οί Χριστιανοί επιχειρήματα καί πώς θά γράψουν έργα; Μέ τό κάψιμο όμως, τά επιχειρήματα θά είναι ανύπαρκτα καί από τίς δύο πλευρές.
Νεοπλατωνικός φιλόσοφος. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, σε καιρούς που η Βυζαντινή αυτοκρατορία έδινε αγώνα για την επιβίωσή της. Δεν είναι γνωστά πολλά πράγματα για τα νεανικά του χρόνια και τις σπουδές του. Σύμφωνα με μια πληροφορία ήταν για ένα διάστημα μαθητής του Εβραίου φιλόσοφου Ελισαίου σε τουρκοκρατούμενη περιοχή (Αδριανούπολη ή Προύσα). Γενικά φαίνεται πως πήρε πολύ πλατιά μόρφωση και γνώρισε ακόμη το ζωροαστρισμό, καθώς και άλλες μυστικιστικές ανατολικές δοξασίες, που επηρέασαν, ως ένα σημείο, το κατοπινό του έργο, στο οποίο όμως κυριαρχεί η πλατωνική φιλοσοφία.
Λίγο μετά το 1407, χρονιά που έγινε δεσπότης της Πελοποννήσου ο Θεόδωρος Β' Παλαιολόγος, τον βρίσκουμε εγκατεστημένο στο Μυστρά με το δικαστικό αξίωμα του «καθολικού κριτή», ανώτατο δικαστή δηλαδή του δεσποτάτου. Από τη θέση του αυτή ο Πλήθων μελέτησε την κοινωνική, πολιτική και στρατιωτική κατάσταση της Πελοποννήσου και πρότεινε τρόπους για τη βελτίωσή της. Οι ιδέες του είναι διατυπωμένες στα σχετικά υπομνήματα που υπέβαλε στο δεσπότη Θεόδωρο και στον αυτοκράτορα Μανουήλ Β'. Από το περιεχόμενο των σημαντικών αυτών εγγράφων φαίνεται πως ο Πλήθων είχε συλλάβει την ιδέα του νέου ελληνισμού, ως συνέχεια και εξέλιξη του αρχαίου, και είναι ο πρώτος θεωρητικός θεμελιωτής του. Προχωρώντας σε συγκεκριμένες υποδείξεις πρότεινε τη λήψη μέτρων για τη βελτίωση της ζωής του λαού και τον περιορισμό των αυθαιρεσιών των αρχόντων, ενώ έπαιρνε πολύ αυστηρές θέσεις απέναντι στους μοναχούς. Η επίδραση της «Πολιτείας» του Πλάτωνα φαίνεται στην ουτοπιστική ιδέα του να χωριστούν οι κάτοικοι της Πελοποννήσου σε φορολογούμενους και στρατεύσιμους. Τέλος, πρότεινε να τειχιστεί ο ισθμός για να εξασφαλιστεί η Πελοπόννησος από τον κίνδυνο των Τούρκων, που τους παραλλήλιζε με τους Πέρσες.
Παράλληλα, ο Πλήθων ασχολήθηκε με φιλοσοφικές μελέτες και με τη διδασκαλία της φιλοσοφίας και δημιούργησε έναν κύκλο μαθητών, ανάμεσα στους οποίους ξεχώρισαν ο Βησσαρίων, ο Μιχ. Αποστόλης, ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης κ.ά. Οι Παλαιολόγοι τον τίμησαν για τις πολλαπλές δραστηριότητές του και συγκεκριμένα ο Θεόδωρος του παραχώρησε το 1427 το Φανάρι και πολλά κτήματα.
Το 1438 πήγε στην Ιταλία ως μέλος της αποστολής που με επικεφαλής τον Ιωάννη Η' Παλαιολόγο συζήτησε την ένωση των εκκλησιών στις συνόδους της Φεράρας και της Φλωρεντίας. Εκεί ο Πλήθων είχε την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με τους Ιταλούς λόγιους της αυλής των Μεδίκων και να τους αναπτύξει τις θέσεις του πάνω στην πλατωνική φιλοσοφία και την υπεροχή της απέναντι στην αριστοτελική. Τότε έγραψε και μία μελέτη με τον τίτλο «Περί ων Αριστοτέλης προς Πλάτωνα διαφέρεται». Η συμβολή του στη διάδοση των πλατωνικών ιδεών στη Δύση και στη στροφή προς τις πλατωνικές σπουδές είναι πολύ μεγάλη. Η επιμονή του, όμως, να προβάλλει τον Πλάτωνα σε βάρος του Αριστοτέλη τον έφερε σε σύγκρουση με τους υποστηρικτές του τελευταίου, και ειδικότερα με το Γεώργιο Σχολάριο, το μετέπειτα πατριάρχη. Ανάμεσα στους δύο άντρες άρχισε ένας ιδεολογικός πόλεμος πολύ βίαιος.
Μετά την επιστροφή του από την Ιταλία, ο Πλήθων απογοητευμένος από τη γενική κατάσταση και βλέποντας να μην καρποφορούν οι ελπίδες του για μία νεοελληνική αναγέννηση, αναδιπλώθηκε στον εαυτό του. Ιδιαίτερα μετά την ήττα του Κωνσταντίνου, νέου δεσπότη του Μυστρά και μετέπειτα αυτοκράτορα, από τους Τούρκους στα Εξαμίλια (1446), στράφηκε περισσότερο προς το μυστικισμό. Στα έργα του γενικά και στην πολεμική του κατά των αριστοτελικών άρχισαν να διαφαίνονται καθαρά ιδεολογικές συμπάθειες προς την αρχαία ελληνική θρησκεία, γεγονός που χρησιμοποίησε εναντίον του ο Σχολάριος αποκαλώντας τον μάλιστα «νέο Ιουλιανό». Αυτοί οι ιδεολογικοί προσανατολισμοί του Πλήθωνα, και πολλές άλλες ακόμη κοινωνικοπολιτικές θέσεις με μεταφυσικό χαρακτήρα, φαίνεται ότι ήταν ιδιαίτερα φανεροί στο έργο του «Νόμων συγγραφή». Το έργο αυτό, όπου ο συγγραφέας πραγματεύτηκε μία ιδανική, κατά τη γνώμη του, μορφή πολιτείας, καταστράφηκε από το Σχολάριο ως ειδωλολατρικό και επικίνδυνο και μόνο αποσπάσματά του, που τα διέσωσε στην πολεμική του ο ίδιος ο Σχολάριος, μας είναι γνωστά.
Ο Πλήθων πέθανε στη Σπάρτη, αιωνόβιος σχεδόν, χωρίς να δει το οριστικό τέλος του Βυζαντίου. Τα οστά του μεταφέρθηκαν το 1475 από το Σιγισμούνδο Μαλατέστα και θάφτηκαν στη μητρόπολη του Ρίμινι.
Ο Πλήθων μπορεί να θεωρηθεί ως ο τελευταίος από τους μεγάλους συνεχιστές της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφικής παράδοσης, ο εξοχότερος από τους νεοπλατωνιστές, αλλά και ο πρώτος οραματιστής του νέου ελληνισμού. Τα σπουδαιότερα από τα έργα του είναι: «Προς τον βασιλέα Εμμανουήλ περί των εν Πελοποννήσω πραγμάτων», «Προς τον δεσπότην Θεόδωρον περί της Πελοποννήσου», «Περί αρετών», «Περί ων Αριστοτέλης προς Πλάτωνα διαφέρεται», «Ζωροαστρείων και πλατωνικών δογμάτων συγκεφαλαίωσις», «Προς τας Σχολαρίου υπέρ Αριστοτέλους αντιλήψεις», «Νόμων συγγραφή» κ.ά.
Ό Πλήθων καί όλοι οί λόγιοι χρησιμοποιούσαν τόν όρο Έλλην έχοντας επίγνωση τής Εθνικής συνειδήσεως. Ό πρώτος όμως πού εισήγαγε-επανέφερε τήν Πανάρχαια λέξη, ήταν ό Νικηφόρος Βλεμμύδης 1197-1272μχ. Τόν όρο αυτόν τόν υιοθέτησε ό μαθητής καί κατόπιν Αυτοκράτοράς του, Θεόδωρος Λάσκαρης (1254-1258) καί έπαυσαν πλέον νά χρησιμοποιούν τόν όρο Ρωμιοί. Έως τότε Έλληνες έλεγαν τούς κατοίκους τής Πελοποννήσου πού διατηρούσαν καί τήν Εθνική «λατρεία». Από τό 1300μχ οί Έλληνες συγγραφείς, φιλόσοφοι, επιστήμονες, έφυγαν πρός τήν δύση. Από αυτούς πολλοί διετέλεσαν Πάπε είς τήν Καθολική εκκλησία. Ίδρυσαν πανεπιστήμια στήν Πάτοβα(Κρητικόν καί Κυπριακόν), στήν Βενετία 15 σχολές, επίσης στήν Γένοβα, στήν Φλωρεντία κτλ. Έφτιαξαν βιβλιοθήκες καί ήταν εκείνοι πού προώθησαν τήν Ευρωπαϊκή Αναγέννησιν. Ό Γαλιλαίος, ό Όλιβερ Κρόβερ, ό Κοπέρνικος φοίτησαν σέ Ελληνικά πανεπιστήμια. Κλασσικοί καί Θετικοί Έλληνες επιστήμονες μορφώνουν όλην τήν Ευρώπη.
Βλεμμύδης(1197-1272μχ)
Χρυσολοράς
Πλείθων
Γρηγοράς
Ακροπολίτης
Γεώργιος Παχυμέρης(1242-1310μχ)
Καλλέργοι κ.α.
Πολλοί από αυτούς πού έφυγαν, γιά λόγους ασφαλείας, εξ’ιτάλιζαν τά ονόματά των όπως οί Νικηφόροι-Vitore, Καλόμηροι-Bonaparte, Ιατρίδαι-Medice..κτλ.Ό Βοκκάκιος(1313-1375μχ έζησε στήν Φλωρεντία), ό Δάντης(1265-1321 Φλωρεντία-Ραβέννα) καί άλλοι είχαν Ελληνική Παιδεία, αφού σπούδασαν σέ Ελληνικό περιβάλλον. Ό Δάντης μελετούσε Λουκιανό καί τά περί αληθούς ιστορίας. Από τίς Πριγκίπισσες, 72 παντρεύτηκαν ηγεμόνες Ευρωπαϊκών χωρών, όπως ή Ελένη πού έγινε Βασίλισσα Σουηδίας. Όλες αυτές μετέφεραν μαζί των καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες, επιστήμονες καί γενικά μετέφεραν τόν πολιτισμό. Τήν εποχή αυτή ανθίζει ή προκλασσική μουσική καί μετά τήν Άλωση έρχεται αμέσως ή κλασσική. Μετά τήν Άλωση δημιουργείται τεράστιο ρεύμα. Εκατοντάδες φιλόσοφοι καί επιστήμονες φεύγουν από τήν Πέργαμο, τήν Έφεσο, τήν Αλικαρνασσό, τό Κοτιαίον καί πηγαίνουν στήν δύση, όπου εκπολιτίζουν τήν βάρβαρη Ευρώπη. Τό 1498μχ στήν Βενετία σχηματίζεται Ελληνική κοινότητα, όπου ιδρύει νοσοκομείο καί πτωχοκομείο. Ή Βενετία έγινε τό κέντρο τού Ελληνικού εμπορίου.
Κατά το μεσαίωνα αναπτύσσεται κατά κύριο λόγο η θρησκευτική φιλοσοφία και μεγάλη επίδραση επίσης ασκεί στη Δύση η φιλοσοφία του Αριστοτέλη. Κυριότερη μορφή είναι ο Θωμάς Ακινάτης, φιλόσοφος και θεολόγος του 13ου αι. μ.Χ., ο οποίος άσκησε, μαζί με τον Αυγουστίνο (354-430), τη μεγαλύτερη επίδραση στην ανάπτυξη της φιλοσοφικής-θεολογικής σκέψης των επόμενων αιώνων.
Οι λόγιοι πρόσφυγες που καταφεύγουν από την Κωνσταντινούπολη στη Δύση συμβάλλουν στην αναγέννηση των ελληνικών γραμμάτων στην Ευρώπη. Αυτή την περίοδο η σπουδή των έργων του Αριστοτέλη υποχωρεί και τη θέση τους καταλαμβάνει ο πλατωνισμός, ιδιαίτερα στην Ιταλία με τους Τζ. Μπρούνο, Τ. Καμπανέλα κ.ά.
Στο 17ο αιώνα κυριαρχεί το ενδιαφέρον για την ανθρώπινη φύση και για τον εξωτερικό κόσμο, με χαρακτηριστικό εκπρόσωπο το Γαλιλαίο. Την ίδια εποχή αρχίζει να οργανώνεται η πνευματική ζωή με την ίδρυση Ακαδημιών και την καθιέρωση επιστημονικών συγκεντρώσεων.Αυτό τον αιώνα ο Άγγλος πολιτικός και φιλόσοφος Φ. Μπέικον (1501-1626) γίνεται ο εισηγητής της πειραματικής φιλοσοφίας. Με το έργο του «Novum organum» επιχειρεί, απέναντι στην αριστοτελική-σχολαστική επιστήμη, να συντάξει μια νέα ιδέα της γνώσης και την ταξινόμηση των επιστημών. Υποστηρίζει ότι η εμπειρία είναι η βάση της επιστήμης. Η γνώση γι’ αυτόν είναι η δύναμη που ασκείται επάνω στη φύση προς όφελος του ανθρώπου. Η θεμελιώδης σύλληψη της φύσης από τον Μπέικον είναι άμεσα εξαρτημένη από τις αρχαίες ελληνικές έννοιες για τη φύση.
Αντονέλο Ντα Μεσίνα (1430-1479). Ιταλός ζωγράφος της Αναγέννησης από τη Μεσσήνη της Σικελίας. Σπούδασε στη Νάπολη, κοντά στο ζωγράφο Κολαντόνιο. Το 1465 δημιούργησε το πρώτο του γνωστό έργο «Ο Χριστός που ευλογεί». Πολύ γρήγορα έγινε γνωστός στη Νάπολη, στο Μιλάνο και ιδιαίτερα στη Βενετία, όπου το 1475 εργάστηκε στο βωμό του Σαν Κασιάνο. Πολλοί Βενετοί ζωγράφοι επηρεάστηκαν αργότερα από το έργο του, όταν η σχολή της Βενετίας έφτασε στη μεγαλύτερή της άνθιση. Το 1476 ζωγράφισε πορτρέτα στο Μιλάνο για τον άρχοντα Γκαλεότσο Μαρία Σφόρτσα. Τον ίδιο χρόνο γύρισε στη Μεσσήνη, όπου και πέθανε. Ο Αντονέλο θεωρείται εισηγητής της ελαιογραφίας στην Ιταλία. Το προσωπικό του στιλ, που τον έκανε διάσημο, είναι ένας συνδυασμός φλωρεντινής σχηματοποίησης και φλαμανδικής χρωματικής τελειότητας. Αυτό όμως που του εξασφαλίζει μια από τις πρώτες θέσεις στην ιστορία της ζωγραφικής είναι η δύναμη και ο ρεαλισμός των προσωπογραφιών του. Κύρια χαρακτηριστικά των έργων του είναι ο μαθηματικός συνδυασμός αναλογιών και όγκων και η πυκνότητα του σκοτεινού φόντου, που αναδεικνύει το φως και τη γοητευτική απλότητα των μοντέλων του. Μερικά από τα πιο γνωστά του έργα είναι: «Αντρικό πορτρέτο», η αυτοπροσωπογραφία του, το «Πορτρέτο ενός αγνώστου», «Σταύρωση», «Η Παρθένος με το Θείο Βρέφος», «Άγιος Σεβαστιανός» κ.ά.
Ντάντε (Δάντης) Αλιγκιέρι (1265-1321). Ο μεγαλύτερος Ιταλός ποιητής όλων των εποχών, ο θεμελιωτής της νέας ιταλικής λογοτεχνίας. Γεννήθηκε στη Φλωρεντία και πέθανε στη Ραβέννα. Το επίθετο του, Αλιγκιέρι, είναι το εξιταλισμένο οικογενειακό όνομα της μητέρας του Αλντιγκέρ, που θεωρείται από μερικούς λομβαρδικής καταγωγής. Το Ντάντε είναι σύντομος τύπος του ονόματος Ντουράντε.
Μανιώδης μελετητής των κλασικών συγγραφέων και της θεολογίας, είχε ενεργό ανάμειξη στην πολιτική ζωή της πόλης του, όταν ο διχασμός ανάμεσα στους Γιβελίνους και τους Γουέλφους καθόριζε τις τύχες της ιταλικής χερσονήσου. Το 1289 πήρε μέρος στη νικηφόρα μάχη κατά των Γιβελίνων στο Καμπαλντίνο, το 1296 έγινε δημοτικός σύμβουλος και το 1300 ηγούμενος. Ανήκε στη μετριοπαθή μερίδα των Γουέλφων, τους Μπιάνκι (Λευκούς) που το Νοέμβριο του 1301 τους ανέτρεψαν οι Νέρι (Μαύροι), η ριζοσπαστική μερίδα των Γουέλφων. Ύστερα από την ανατροπή των Μπιάνκι από τους Νέρι, στις αρχές του 1302 ο Ντάντε και οι σύντροφοί του εξορίστηκαν. Έτσι άρχισε μια περίοδος μακράς και συνεχούς περιπλάνησης του Ντάντε στη βόρεια και κεντρική Ιταλία, κατά τη διάρκεια της οποίας συμπλήρωσε τις σπουδές του σε όλους τους τομείς της επιστήμης της εποχής του. Το 1316 απέρριψε με περιφρόνηση την παροχή αμνηστίας από τη Φλωρεντία με ταπεινωτική επάνοδο σ' αυτήν. Κατά τη διάρκεια της εξορίας του οι πολιτικές του πεποιθήσεις άλλαξαν πολύ. Πέθανε και τάφηκε στη Ραβέννα, στην αυλή του Γκουίντο Νοβέλο ντα Πολέντα. Η Ραβέννα αρνήθηκε να επιτρέψει την ανακομιδή των οστών του στη γενέτειρά του, που τόσο σκληρά τον είχε αδικήσει.
Τα πιο αξιόλογα έργα του Ντάντε είναι: α) «Θεία Κωμωδία». Γράφτηκε την περίοδο 1308-1321. Είναι η δύσκολη η κατάταξη του έργου στις συνηθισμένες λογοτεχνικές κατηγορίες. Ο αρχικός τίτλος του έργου ήταν «Αρχίζει η Κωμωδία του Ντάντε Αλιγκιέρι, Φλωρεντινού το γένος, όχι όμως και τα ήθη». Ο θαυμασμός των μεταγενέστερων ήταν εκείνος που πρόσθεσε στην «Κωμωδία» το επίθετο «Θεία», όπως για πρώτη φορά εμφανίζεται σε μια βενετσιάνικη έκδοση του 1555. Γραμμένο στη λαϊκή ιταλική γλώσσα, αποτελείται από ένα εισαγωγικό άσμα και ύστερα ακολουθούν η Κόλαση, το Καθαρτήριο και ο Παράδεισος, που αποτελούνται από 33 άσματα το καθένα. Και τα 100 αυτά άσματα αποτελούνται από όμοιες στροφές που η καθεμιά τους περιέχει εντεκασύλλαβους στίχους της τερτσίνας. β) «Νέα Ζωή». Γράφτηκε γύρω στα 1323. Αποκαλείται συχνά πρώτη ερωτική μυθιστορία και πρώτη ψυχαναλυτική διερεύνηση των βαθύτερων συγκινήσεων ενός ποιητή. Με ένα τριπλό μείγμα αφηγηματικής πεζογραφίας, λυρικών ποιημάτων και σχολίων πάνω σ' αυτά αναφέρεται στην πρώτη συνάντηση του ποιητή με τη Βεατρίκη, με την οποία ήταν ερωτευμένος για πολλά χρόνια, το 1274, στην απαρχή μιας νέας ζωής και εσώτερης αναγέννησης, στην ομορφιά και τη γλυκύτητα της Βεατρίκης, στις ελπίδες και τη λατρεία του Ντάντε προς αυτήν, στον πόνο και την άφατη θλίψη του για το θάνατό της και στη βαθμιαία εξιδανίκευση του γήινου έρωτα σε θεϊκό. γ) «Συμπόσιο». Ο Ντάντε ξεκίνησε τη συγγραφή του «Συμποσίου» την περίοδο 1304-1306, αλλά δεν το ολοκλήρωσε. Θα μπορούσε να είχε γίνει εγκυκλοπαιδικό αριστούργημα μεσαιωνικής φιλοσοφίας και ηθικής. Αποτελεί το πρώτο παράδειγμα ιταλικού επιστημονικού και φιλοσοφικού πεζογραφήματος. δ) «Για τη μοναρχία». Ένα από τα έργα του στα λατινικά που έχει ξεχαστεί. Αποδείχνει τη θεία αναγκαιότητα της ενιαίας ιταλικής αυτοκρατορίας και τάσσεται υπέρ του διαχωρισμού Εκκλησίας και Κράτους και περιορισμού της κυριαρχίας του πάπα μόνο στα πνευματικά ζητήματα. ε) «Η γλαφυρότητα της δημοτικής γλώσσας» (De vulgari eloquentia). Γράφτηκε την περίοδο 1304-1306. Αντίθετα με τις προτιμήσεις και αντιλήψεις των μεταγενέστερων ουμανιστών για τη λατινική, ο Ντάντε υπερασπιζόταν τη χρήση της καθομιλούμενης ιταλικής στη λογοτεχνία.
Ο Ντάντε εμφανίζεται ως εκφραστής και του πνεύματος του μεσαίωνα αλλά και της αναγέννησης. Θεωρείται πως περισσότερο ανακεφαλαίωσε το μεσαιωνικό πνεύμα παρά ότι ήταν προάγγελος μιας νέας εποχής. Σύμφωνα με τη γνώμη πολλών μελετητών, ο Ντάντε ενσαρκώνει τον κατεξοχήν δυτικό άνθρωπο.
Σαίκσπηρ, Ουίλιαμ (1564-1616). Άγγλος δραματικός ποιητής. Τεκμηριωμένες πληροφορίες για την παιδική και νεανική ζωή του δεν υπάρχουν. Πιθανότατα καταγόταν από οικογένεια μικροευγενών ή πλούσιων εμπόρων και σπούδασε στο σχολείο της γενέτειράς του, στο Στράτφορντ απόν Έιβον. Διέκοψε τις σπουδές του εξαιτίας της οικονομικής κατάστασης του πατέρα του. Το 1582 παντρεύτηκε την Άννα Χαθαγουέι και απέκτησε τρεις κόρες. Ύστερα από αναγκαστικό εκπατρισμό για κάποιο επεισόδιο (ίσως λαθροθηρία στα κτήματα ενός άρχοντα), το 1588 εργάστηκε ως ηθοποιός και συγγραφέας στο Λονδίνο, όπου έζησε ως το 1613 (με μικρές διακοπές).
Ως ηθοποιός και συγγραφέας έγινε μέλος της εταιρείας «Lord Chamberlain’s men», που αργότερα μετονομάστηκε σε «King’s men». Πρόκειται για μια θεατρική εταιρεία που προστατευόταν στην αρχή από τη βασίλισσα Ελισάβετ Α’ και μετά το θάνατό της από το βασιλιά Ιάκωβο Α'. Η εταιρεία αυτή έδινε παραστάσεις στην Αυλή, στο υπαίθριο θέατρο της «Globe», που καταστράφηκε το 1613 από πυρκαγιά, και στο κλειστό θέατρο «Blackfriars», ενώ έκανε περιοδείες και στην επαρχία. Από το 1613 ως το θάνατό του (που λέγεται ότι ήταν αποτέλεσμα μιας φοβερής οινοποσίας σε γιορτή των γενεθλίων του) διέμεινε περισσότερο στη γενέτειρά του διάγοντας ήρεμη ζωή.
Η παράδοση λέει πως και μετά την αποχώρησή του από το θέατρο έγραψε και άλλα έργα, κάτι που δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί. Αντίθετα, αποδείχτηκε ότι ασχολήθηκε με το εμπόριο, πως ήταν μέτοχος σε έναν εμπορικό οίκο τσόχας και πως έδινε δάνεια με τόκο. Από όλα αυτά βγαίνει το συμπέρασμα πως πέρασε την υπόλοιπη ζωή του ως ευκατάστατος αστός.
Το ποιητικό του έργο αποτελείται κυρίως από θεατρικά έργα. Εκτός όμως από αυτά έγραψε και το ποιητικό έπος «Αφροδίτη και Άδωνις» (1593), το «Βιασμός της Λουκρητίας» (1594), και τη συλλογή από σονέτα με τον τίτλο «Σονέτα» (1609). Τα έργα αυτά, και ιδιαίτερα τα σονέτα του, του εξασφάλισαν μια θέση ποιητή, σύμφωνα με τα αισθητικά κριτήρια της εποχής του.
Τα θεατρικά του έργα περιλαμβάνουν τραγωδίες, κωμωδίες, ιστορικά θεατρικά έργα και ιλαροτραγωδίες. Αυτά γράφτηκαν σε τρεις περιόδους της ζωής του.
Η α' περίοδος καλύπτει το χρονικό διάστημα από το 1590 ως το 1601. Σε αυτή γράφτηκαν τα έργα: «Ερρίκος ΣΤ'» (1590-1592), «Κωμωδία των παρεξηγήσεων» (1592), «Ριχάρδος ο Γ'» (1592-1593), «Τίτος Ανδρόνικος» (1593), «Η στρίγγλα που έγινε αρνάκι» (1593-1594), «Οι δύο ευπατρίδες της Βερόνας» (1594), «Θλίψεις χαμένου έρωτα» (1594), «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» (1594-1595), η ιστορία του τραγικού ζευγαριού της Βερόνας, που έχει γίνει παγκόσμιο σύμβολο, «Ριχάρδος ο Β'» (1595), «Όνειρο καλοκαιριάτικης νύχτας» (1595), μια αυλική μασκαράτα που ανυψώνεται στη σφαίρα του μαγικού, «Ο βασιλιάς Ιωάννης» (1596), «Ο έμπορος της Βενετίας» (1596), «Ερρίκος Δ'» (1597), «Πολύς θόρυβος για το τίποτε» (1598), «Ερρίκος ο Β'» (1598), «Ιούλιος Καίσαρας» (1599), «Οι εύθυμες κυράτσες του Ουίνδσορ» (1599), «Όπως σας αρέσει» (1599), «Δωδέκατη νύχτα» (1600-1601).
Η β' περίοδος καλύπτει το χρονικό διάστημα από το 1600 ως το 1608. Σε αυτή γράφτηκαν τα έργα: «Άμλετ» (1600), «Τρωίλος και Χρυσηίδα» (1601), «Τέλος καλό, όλα καλά» (1602), «Οθέλλος» (1604), «Μέτρο για μέτρο» (1604), «Μάκβεθ» (1605), «Βασιλιάς Λιρ» (1606), «Αντώνιος και Κλεοπάτρα» (1606), «Κοριολανός» (1607), «Τίμωνας ο Αθηναίος» (1607).
Η γ' περίοδος καλύπτει το χρονικό διάστημα από το 1608 ως το 1612. Σε αυτή γράφτηκαν τα έργα: «Περικλής» (1608), «Κυμβελίνος» (1609), «Χειμωνιάτικο παραμύθι», «Τρικυμία» (1611), «Ερρίκος ο Η'» (1612).
Ο Σαίκσπηρ θεωρείται από πολλούς ως ο μεγαλύτερος ποιητής όλων των εποχών. Αυτό το οφείλει κυρίως στη γλωσσική του δεξιοτεχνία και την ικανότητα να ηθογραφεί αλησμόνητες μορφές, όπως ο Άμλετ, ο Μάκμπεθ, ο Οθέλλος, ο βασιλιάς Λιρ κ.ά. Παράλληλα, και άλλες μορφές των έργων του, όπως η Δυσδαιμόνα, η Οφηλία, η Ροζαλίντα και η Βιόλα και κωμικοί τύποι όπως ο Μαλβόλιο, ο Φάλσταφ και ο σερ Τόμπι Μπελτς, έχουν καταξιωθεί σε παγκόσμια κλίμακα.
Το έργο του αποτελεί σταθμό στην παγκόσμια θεατρική δημιουργία. Ο Μίλτον στο έργο του «Allegro» ονομάζει το Σαίκσπηρ «τέκνο της φαντασίας». Ο Γκαίτε τον χαρακτηρίζει «φυσιοσεβή, που διατηρεί την ελευθερία να αναπτύσσει την εσωτερική του θρησκευτικότητα άσχετα προς οποιαδήποτε γνωστή θρησκεία».
Από τα 37 θεατρικά έργα που αποδίδονται στο Σαίκσπηρ μόνο τα 16 εκδόθηκαν όσο ζούσε, από το φίλο και ανταγωνιστή του Μπεν Τζόνσον. Το 1623 δύο φίλοι του, ο Χέμιγκ και ο Κόντελ, μέτοχοι της εταιρείας «King’s men», προχωρούν στην in folio έκδοση συλλογής θεατρικών έργων του. Η έκδοση αυτή ήταν λειψή και διαφορετική από τις προηγούμενες εκδόσεις in quatro, αλλά πολύτιμη και σύμφωνη με τα πραγματικά αρχικά χειρόγραφα. Το 1663 έγινε καινούρια έκδοση με διορθώσεις του πρώτου in folio και από τότε ακολούθησαν άπειρες.
Στη γενέτειρά του ιδρύθηκε το θέατρο «Shakespeare’s memorial theater». Τα έργα του έχουν μεταφερθεί και στον κινηματογράφο. Στην Ελλάδα τα έργα του Σαίκσπηρ άρχισαν να μεταφράζονται το 1852. Η πρώτη σαικσπηρική παράσταση στην Ελλάδα έγινε το 1868 στο θέατρο της Ερμούπολης (Σύρου).
Φιλελληνισμός. Κίνηση στο εξωτερικό και κυρίως στη δυτική Ευρώπη από άτομα ή και ομάδες που με κάθε τρόπο εκδήλωναν την υποστήριξή τους προς την Ελλάδα. Η αρχή του νεότερου φιλελληνισμού τοποθετείται στους μετά την Άλωση (1453) χρόνους, με τη φυγή των Ελλήνων λογίων στη Δύση και την αναγέννηση εκεί των αρχαίων ελληνικών γραμμάτων. Πρόδρομοι, κατά κύριο λόγο, της φιλελληνικής κίνησης στην Ευρώπη στάθηκαν οι λόγιοι αυτοί που ενδυνάμωσαν τη μελέτη της αρχαιοελληνικής γραμματείας, η οποία από κοινού με τη λατινική αποτέλεσε θεμέλιο της ανθρωπιστικής παιδείας, η οποία τόσο επηρέασε και αποτελεσματικά διαμόρφωσε το δυτικό πολιτισμό. Μεταξύ αυτών αναφέρουμε ενδεικτικά τους Εμμανουήλ Χρυσολωρά, Ιωάννη Αργυρόπουλο, Γεώργιο Τραπεζούντιο, Θεόδωρο Γαζή, Ιανό (Ιωάννη) Λάσκαρη. Ο Βησσαρίων ο Έλληνας, εξάλλου, πρωτοστάτησε στην κίνηση αυτή με τις γνωστές προσπάθειές του για την απελευθέρωση από τους Οθωμανούς των ελληνικών χωρών και τη μεγάλη και σπουδαία βιβλιοθήκη που συγκρότησε, η οποία αποτέλεσε τον πυρήνα της περίφημης Μαρκιανής (του Αγίου Μάρκου) βιβλιοθήκης της Βενετίας.
Τα κίνητρα, ωστόσο, του φιλελληνισμού είναι πολλά. Εκτός από την αγάπη προς την αρχαία Ελλάδα και τον πολιτισμό της σπουδαίο ρόλο έπαιξαν ο φιλελευθερισμός, ο επαναστατικός ρομαντισμός, η ομοδοξία των δούλων λαών της ανατολικής Ευρώπης και της αυτοκρατορικής Ρωσίας κτλ. Οι μεγάλες κοινότητες του Ελληνισμού της Διασποράς (Βενετίας, Βιέννης κ.ά.) και επιφανείς προσωπικότητες, όπως Έλληνες κληρικοί, λόγιοι, τυπογράφοι, έμποροι, πλούσιοι, συγγραφείς, δημοσιογράφοι και ανώνυμοι, θα γίνουν σοβαροί παράγοντες του κινήματος του φιλελληνισμού στους μεταγενέστερους αιώνες, ως τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας (1821). Ο φιλελληνισμός στην Ευρώπη, αλλά και στην Αμερική και σε άλλες χώρες, παίρνει τις διαστάσεις μιας άλλης επανάστασης, που βοηθάει όχι μόνο ηθικά και υλικά τον ιερό αγώνα, αλλά και πρακτικά. Πολλοί έρχονται στην αγωνιζόμενη Ελλάδα και θυσιάζονται για την ελευθερία της. Συγκροτούν ακόμα και δικά τους στρατιωτικά σώματα, που τα εξοπλίζουν και τα συντηρούν οι ίδιοι. Οι υπηρεσίες τους στάθηκαν πολύτιμες και συχνά αποφασιστικές για την εξέλιξη της επανάστασης. Ιδιαίτερα επέδρασαν σε ένα βαθμό στη μεταστροφή της στάσης των ευρωπαϊκών κρατών έναντι του επαναστατημένου έθνους και συνέβαλαν στην κατανόηση των δικαίων του. Με διάταγμα της Προσωρινής Κυβέρνησης συγκροτήθηκε το Μάιο του 1821 το πρώτο τάγμα φιλελλήνων, που ορκίστηκε στον Ακροκόρινθο τον ίδιο μήνα. Το αποτελούσαν 180 φιλέλληνες με αρχηγό τον Ιταλό αντισυνταγματάρχη Πέτρο Ταρέλα. Το τάγμα αυτό πολέμησε με ηρωισμό και αυτοθυσία στη μάχη του Πέτα (1822), όπου όμως αποδεκατίστηκε. Τον Ιούνιο του 1825 ένας άλλος φιλέλληνας, ο Κάρολος Φαβιέρος, οργάνωσε τον πρώτο τακτικό στρατό.
Με την έναρξη του ιερού αγώνα, σε πρωτεύουσες ευρωπαϊκών κρατών δημιουργήθηκαν φιλελληνικά κομιτάτα, που συγκέντρωναν χρήματα και είδη, τα οποία έστελναν στην Ελλάδα. Στη Γαλλία πρωτοστατούσαν φυσιογνωμίες διεθνούς κύρους, όπως ο Βίκτορ Ουγκό, ο Αμβρ. Διδότος, ο Σατομπριάν και ο Βερανζέρος, ο διάσημος ζωγράφος Ντελακρουά κ.ά.· στη Γερμανία οι διάσημοι ποιητές Γκαίτε και Φρ. Μίλερ, ο βασιλιάς της Πρωσίας Λουδοβίκος ο Α’ κ.ά.· στη Ρωσία ο ποιητής Πούσκιν και οι διανοούμενοι Δεκεμβριστές· στην Αγγλία ο Λόρδος Βύρων, που πέθανε στο Μεσολόγγι, ο επίσης διάσημος Άγγλος ποιητής Πέρσι Σέλεϊ, ο Φρ. Άστιγκς κ.ά.· στην Ελβετία ο γιατρός και δημοσιογράφος Ιωάννης Ιάκωβος Μάγερ, εκδότης των «Ελληνικών Χρονικών» στο Μεσολόγγι, που έπεσε στην ηρωική έξοδο των πολιορκημένων, ο γνωστός Ελβετός τραπεζίτης Εϊνάρδος κ.ά., ενώ από την Ιταλία έρχονται ο Σαντόρε Σανταρόζα, που έπεσε μαχόμενος στη Σφακτηρία, ο Πέτρο Ταρέλα, ο Ανδρέας Δανία κ.ά. Απ’ όλα σχεδόν τα κράτη της Ευρώπης έσπευσαν στην Ελλάδα και πρόσφεραν τις πολύτιμες υπηρεσίες τους στην ελληνική επανάσταση, ενώ φιλέλληνες συμμετείχαν εθελοντικά στους ελληνικούς εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες μέχρι τους βαλκανικούς πολέμους.
ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ. Με τον όρο αυτό περιγράφεται η πνευματική κίνηση που κυριαρχεί σταδιακά στον ευρωπαϊκό χώρο από το 14ο μέχρι το 17ο αιώνα, κίνηση που κυοφορήθηκε για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Συνισταμένη των τάσεων που χαρακτήρισαν τον πολιτισμό της εποχής θεωρείται ότι είναι η εμφάνιση της ανθρώπινης ατομικότητας στο προσκήνιο της ιστορίας. Ο όρος «Αναγέννηση» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά με τη σημασία αυτή στα μέσα του 19ου αιώνα για να τονιστεί η τομή σε σχέση με την προηγούμενη κατάσταση, το Μεσαίωνα. Βασικό χαρακτηριστικό της περιόδου είναι η σταδιακή αστικοποίηση των κοινωνιών, που ξεκινά από την Ιταλία, όπου αναπτύσσονται αυτόνομες πόλεις-κράτη όπως η Φλωρεντία, η Γένοβα, η Βενετία κ.ά. Στις τέχνες και τα γράμματα έχουμε αντίδραση στο μυστικισμό και στο σχολαστικισμό του Μεσαίωνα, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι απόψεις βαθιά ριζωμένες, όπως η πίστη στη μαγεία, εγκαταλείπονται. Πάντως το φιλέρευνο και ανακαινιστικό πνεύμα της περιόδου οδήγησε στην επιστημονική επανάσταση του 17ου αιώνα.
Η προετοιμασία για την κυρίως αναγεννησιακή περίοδο συντελέστηκε πρώτα στην Ιταλία λόγω των ιδιαίτερων κοινωνικών-πολιτικών συνθηκών που επικράτησαν εκεί ήδη από το 12ο αιώνα. Σημαντική κρίνεται η συμβολή Βυζαντινών λογίων μοναχών, που από τον 11ο ακόμη αιώνα ίδρυσαν μοναστήρια στη Ν. Ιταλία και τη Σικελία, τα οποία εξελίχτηκαν σε πυρήνες διάδοσης της αρχαίας κλασικής γραμματείας. Σε τούτο συνεισέφερε και η εισαγωγή από την Ισπανία έργων του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, που από τα αραβικά μεταφράστηκαν στα λατινικά και σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες. Κατά το 13ο αιώνα έχουμε τον Ντάντε (Δάντη) (1265-1321), που επέβαλε τη λαϊκή τοσκανική διάλεκτο στο χώρο της ποίησης και της λογοτεχνίας προτιμώντας την από τη δύσχρηστη λατινική γλώσσα. Ο πάπας Βονιφάτιος, κατά την ίδια περίοδο, έδωσε έναν πιο φιλελεύθερο αέρα στα εκκλησιαστικά πράγματα, ενώ η ανάπτυξη του εμπορίου, ειδικά μέσω των μεγάλων λιμανιών της Βενετίας και της Γένοβας, έφερε τα ιταλικά κρατίδια σε επαφή με ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο.
Στο 14ο αιώνα έχουμε τις μορφές του Πετράρχη (1304-1374) και του Βοκκάκιου (1313-1375), που θεωρούνται θεμελιωτές της ανθρωπιστικής (ουμανιστικής) κίνησης στην Ιταλία, δηλαδή της τάσης για μελέτη και επανεξέταση της αρχαίας ελληνορωμαϊκής γραμματείας, με κεντρική αξία την πίστη στη βελτίωση του ανθρώπου. Στη ζωγραφική ο Τζιότο (περ. 1267-1337) δίνει στις μορφές σωματικότητα αλλάζοντας ριζικά τον κυρίαρχο μέχρι τότε τρόπο αναπαράστασης, που ήθελε τη μορφή περισσότερο σύμβολο, όπως αυτό συμβαίνει στη γοτθική τέχνη. Η τάση αυτή γίνεται λίγο αργότερα εμφανής και στην αρχιτεκτονική, με κύριο εκπρόσωπο τον αρχιτέκτονα Φίλιππο Μπρουνελέσκι (1377-1446), ο οποίος απομακρύνεται σταδιακά από τη γοτθική παράδοση μέσω της εφαρμογής των κλασικών μοτίβων, με νέο όμως πνεύμα, ενώ με τη ζωγραφική του Μαζάτσιο (1401-περ.1428) έχουμε για πρώτη φορά συστηματική χρήση της τρισδιάστατης προοπτικής, βασισμένη σε αυστηρή εφαρμογή γεωμετρικών κανόνων. Από την ίδια εποχή ξεχωρίζει και ο καλλιτέχνης, αρχιτέκτονας, στοχαστής και συγγραφέας Λεόνε Μπατίστα Αλμπέρτι (1404-1472), που εκτός από σημαντικά αρχιτεκτονικά έργα μας άφησε και ενδιαφέρουσες θεωρητικές πραγματείες περί ζωγραφικής και αρχιτεκτονικής, όπου αποτυπώνονται τα αναγεννησιακά αισθητικά ιδεώδη. Στη γλυπτική το έργο του Ντονατέλο (1386-1466) είναι παιδί της νέας τάσης για ρεαλιστική αναπαράσταση του ανθρώπινου σώματος. Οι άγιοί του είναι πλασμένοι ως απλοί, βασανισμένοι άνθρωποι και άνοιξαν νέο δρόμο στην τέχνη αυτή.
Μετά τα μέσα του 15ου αιώνα η διείσδυση της κλασικής παιδείας γίνεται ακόμη εντονότερη, γιατί λόγω της κατάρρευσης του Βυζαντίου καταφεύγουν στις ιταλικές πόλεις σημαντικότατοι Βυζαντινοί λόγιοι, όπως ο Μανουήλ Χρυσολωράς, ο Βησσαρίων, ο Γεώργιος Γεμιστός (Πλήθων) κ.ά., που διδάσκουν τη ρητορική και τη φιλοσοφία καταλαμβάνοντας μάλιστα σημαντικές δημόσιες θέσεις. Eνδεικτικό της διείσδυσης αυτής είναι το ζωγραφικό έργο του Σάντρο Μποτιτσέλι (1445-1510). Μετά το 1470 στους πίνακές του συναντά κανείς πλήθος μυθολογικών θεμάτων (π.χ. «Η Γέννηση της Αφροδίτης»), που εμπνέονται από αρχαία κείμενα, τα οποία επανεξετάζονταν τότε από τον κύκλο των νεοπλατωνικών φιλοσόφων που ο ζωγράφος γνώριζε. Εκείνος όμως που δεσπόζει τα χρόνια αυτά σε κάθε τομέα του επιστητού είναι ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι (1452-1519). Ασχολήθηκε με όλες τις επιστήμες της εποχής, από την ανατομία και την αστρονομία μέχρι τη γεωλογία, με κάθε μορφή τέχνης, από την αρχιτεκτονική μέχρι τη μουσική. Σχεδίασε ακόμη ποικίλες μηχανές με πιο διάσημες τις πτητικές. Τα τετράδια με τα σχέδιά του, που συνοδεύονται από δυσανάγνωστες παρατηρήσεις, είναι ντοκουμέντα μεγάλης αξίας για την ιστορία της επιστήμης και της τέχνης. Μερικά χρόνια νεότεροι ήταν οι υπόλοιποι καλλιτέχνες που συνθέτουν την ομάδα των σημαντικότερων προσωπικοτήτων της Αναγέννησης. Ο Ραφαήλ (Ραφαέλο Σάντσιο) (1483-1520) εικονογράφησε μεταξύ άλλων τα παπικά διαμερίσματα στο Βατικανό και ήταν ίσως ο δημοφιλέστερος ζωγράφος της εποχής. Ο Μιχαήλ Άγγελος (Μικελάντζελο Μπουοναρότι) (1475-1564) επηρέασε καθοριστικά την ιταλική και γενικότερα την ευρωπαϊκή τέχνη σε ολόκληρο το 16ο αιώνα. Ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του γλύπτη, παρά το γεγονός ότι το πιο διάσημο έργο του είναι οι νωπογραφίες της Καπέλα Σιξτίνα (Βατικανό), με σκηνές από τη δημιουργία του κόσμου και τη Δευτέρα Παρουσία. Στη Βενετία δημιούργησε ο Τιτσιάνο (Βετσέλιο Τιτσιάνο) (1490-1576), ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της λεγόμενης βενετσιάνικης σχολής, που σε αντίθεση με τη φλωρεντινή, στην οποία ανήκουν οι παραπάνω καλλιτέχνες, δίνει μεγαλύτερη έμφαση στο χρώμα παρά στο σχέδιο. Ο Τιτσιάνο διακρίθηκε σε μυθολογικές σκηνές, ενώ ήταν κι εξαιρετικός προσωπογράφος, από τους σπουδαιότερους στην ιστορία της ζωγραφικής.
Οι τέχνες καλλιεργούνταν στα χρόνια αυτά με βάση την οικονομική υποστήριξη πλούσιων και καλλιεργημένων ανθρώπων, όπως οι Μέδικοι που έδωσαν παραγγελίες σε όλους σχεδόν τους μεγάλους καλλιτέχνες, αλλά και σε φιλοσόφους, ποιητές κι επιστήμονες. Πρέπει ακόμη να αναφερθούμε στο Νικολό Μακιαβέλι (1469-1527), που άφησε σπουδαίο ιστοριογραφικό έργο, ενώ με κείμενα όπως ο «Ηγεμών» ήταν πρωτοπόρος και στο χώρο της πολιτικής θεωρίας. Καθοριστική είναι επίσης η παρουσία του Πολωνού αστρονόμου Νικόλαου Κοπέρνικου (1473-1543), που προτείνει το νέο μοντέλο του ηλιοκεντρικού σύμπαντος αντιδρώντας στην Πτολεμαϊκή αστρονομία, που για πρώτη φορά από την αρχαιότητα τώρα αμφισβητείται. Με τον Κοπέρνικο η επιστήμη αρχίζει να χειραφετείται από τη θρησκεία, τάση που κορυφώνεται κατά το 17ο αιώνα.
Οι κατακτήσεις της Αναγέννησης διαδόθηκαν αρκετά γρήγορα σε ολόκληρη τη Δυτική Ευρώπη. Καθοριστικό ρόλο σ’ αυτό έπαιξε η εφεύρεση από το Γερμανό Ιωάννη Γουτεμβέργιο και στη συνέχεια η ανάπτυξη της τυπογραφίας στα μέσα του 15ου αιώνα. Με τη βοήθειά της τυπώθηκαν σε πολλά αντίτυπα βιβλία που κυκλοφόρησαν ταχύτατα στα εμπορικά κέντρα της εποχής και έτσι οι νέες ιδέες έγιναν κτήμα πολλών. Στη Γαλλία έχουμε κυρίως μια άνθηση της αρχιτεκτονικής, που αντικατοπτρίζεται στα ανάκτορα του Φοντενεμπλό. Ξεχωρίζει παράλληλα κι η προσωπικότητα του Φρανσουά Ραμπελέ που ασχολείται με μεταφράσεις αρχαίων συγγραφέων, καταδικάζοντας ταυτόχρονα στο συγγραφικό του έργο τις προλήψεις των συγχρόνων του. Στη Γερμανία ο Άλμπρεχτ Ντίρερ (1471-1528) είναι οξύς παρατηρητής της φύσης και του ανθρώπου. Αποτυπώνει τις παρατηρήσεις του σε χαρακτικά και ελαιογραφίες. Σύγχρονοί του είναι ο Ματίας Γκρίνεβαλντ και ο Χανς Χολμπάιν, εξαιρετικός προσωπογράφος, που ζωγραφίζει μεταξύ άλλων και τον Ολλανδό Ντεζιντέριο Έρασμο (1466-1536), κεντρική μορφή της Αναγέννησης στις Κάτω Χώρες, εκδότη και σχολιαστή κλασικών έργων. Κέντρα της καλλιτεχνικής δημιουργίας είναι εδώ κυρίως η Μπριζ και η Αμβέρσα, πολυσύχναστες εμπορικές πόλεις. Οι τοπικοί δημιουργοί συγκροτούν σχολή με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Οι πίνακές τους είναι ελαιογραφίες σε αντίθεση με την Ιταλία –εκτός της Βενετίας– όπου ήταν πιο διαδεδομένη η ζωγραφική σε νωπό σοβά (νωπογραφία). Η ελαιογραφία προσφέρει τη δυνατότητα φωτογραφικής σχεδόν αποτύπωσης λεπτομερειών, κάτι στο οποίο οι ζωγράφοι του βορρά ήταν ασυναγώνιστοι. Αγαπούν ακόμη τις καθημερινές σκηνές με πολλές λεπτομέρειες καθώς και τα έντονα χρώματα. Σημαντικότεροι εκπρόσωποι της σχολής αυτής ήταν ο Βαν Άικ (περ. 1390-1441), ο Βαν ντερ Βάιντεν (περ. 1400-1464) και ο Βαν ντερ Χους (πέθανε το 1482). Διάδοση των νέων ιδεών έχουμε και στην Ισπανία. Τα κέντρα που δημιουργούνται εντοπίζονται κυρίως στην Καστίλη, τη Βαλένθια και την Ανδαλουσία.
Μετά το 1530-1540 έχουμε την ύστερη φάση της Αναγέννησης που χαρακτηρίζεται και με τον όρο μανιερισμός. Με αφετηρία κυρίως το έργο του Μιχαήλ Αγγέλου οι καλλιτέχνες της εποχής στην Ιταλία αλλά και την υπόλοιπη Ευρώπη, έχοντας πια λύσει το πρόβλημα της προοπτικής, πειραματίζονται στη σύνθεση και το χρώμα δίνοντας περίεργες αλλά κι εντυπωσιακές μορφές που ξεφεύγουν αρκετά από τη φυσική πραγματικότητα. Στο ρεύμα αυτό εντάσσονται αρκετοί ζωγράφοι και αρχιτέκτονες (Ρομάνο, Ποντόρμο, Παρμιτζιανίνο κ.ά.), ενώ μανιεριστής σήμερα θεωρείται από πολλούς μελετητές και ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος (περ. 1541-1614), που ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στην Κρήτη, συνέχισε δίπλα στον Τιτσιάνο και κατέληξε στο Τολέδο της Ισπανίας. Στη χώρα αυτή αναδείχτηκαν οι μεγάλοι Ισπανοί ζωγράφοι Ντιέγκο Βελάσκεθ (1599-1660), κορυφαίος δεξιοτέχνης του χρώματος, και ο Μπαρτολομέο Μουρίγιο (1618-1682), δάσκαλος του ρεαλισμού. Κατά τα χρόνια αυτά επίσης, στο μεταίχμιο μεταξύ των δύο αιώνων και στην αρχή της εποχής του μπαρόκ (17ος αιώνας), έχουμε στην Αγγλία τον Ουίλιαμ Σαίκσπηρ (1564-1616) και στη Γαλλία το φιλόσοφο και παιδαγωγό Μιχαήλ Μονταίνιο (Μοντέν) (1533-1592).
Έργα του : Μαθηματικά («Αξίωμα συνέχειας», «Μέθοδος εξαντλήσεως», «Ανάλυσις και σύνθεση στην γεωμετρία», «Δήλιον πρόβλημα», «Αναλογίες», «Θεώρημα χρυσής τομής», «Θεωρία των Ασυμμέτρων αριθμών»), Γεωγραφία-Μετεωρολογία, έργα γιά τά οποία ο Στράβων θεωρεί τον Εύδοξο ως τέταρτο μεγάλο γεωγράφο. Ήταν ο πρώτος που εφάρμοσε μαθηματικά αξιώματα στην γεωγραφία. Αστρονομίκά (στο «Διοσημείαι και Επισημασίαι» παραθέτει παρατηρήσεις καιρού και μελέτη ανέμων. Στο «Γή περίοδος» ασχολείται με το κλίμα στις διάφορες περιοχές της γής και με τις ζώνες της γήινης σφαίρας, που έχουν τα ίδια αστρονομικά δεδομένα, όπως οψη νυκτερινού ουρανού διάρκεια μεγαλύτερης ημέρας καί άλλα. Κατασκεύασε επίσης Ουράνιο σφαίρα. Στο έργο «Φαινόμενα και Ένοπτρον» περιγράφει την θέση των Αστερισμών στην Ουράνια σφαίρα, την ανατολή και τη δύση των. Στην «Σφαιροποιία» επιχειρεί μία μηχανική αναπαράσταση της θεωρίας του Αυτολύκου για την κίνηση των πλανητών. Μέτρησε πρώτος τα μεγέθη και τις αποστάσεις του ηλίου και της σελήνης απο την γή. Στο έργο « Αστρολογούμενα και Γεωμετρούμενα» επενόησε μέθοδο για την μέτρηση των αποστάσεων του ηλίου και της σελήνης. Ο Εύδοξος είναι ο ιδρυτής της ουρανίου μηχανικής. Στο έργο του βασίστηκε ο Αρίσταρχος. Στο έργο του «οκταετηρίς» παραθέτει χρονολογική πραγματεία για την εναρμόνιση του σεληνιακού με το ηλιακό έτος. Ο Εύδοξος εποίησε ημερολόγιο με ηλιακό κύκλο 4 ετών, τρία με 365 ημέρες και ένα με 366 ημέρες. Το ημερολόγιο αυτό, που πρότεινε ο Εύδοξος καθιερώθηκε 300 χρόνια αργότερα απο τον Ιούλιο Καίσαρα, γνωστό ως Ιουλιανό καί στίς μέρες μας ώς «παλαιό». Στην «Θεωρία των ομοκέντρων σφαιρών» δίδει ερμηνεία της φαινομένης τροχιάς των πλανητών με την βοήθεια της «Ιπποπέδου» καμπύλης (σφαιρικού λημνίσκου), που είναι δική του εφεύρεση. Η θεωρία αυτή απετέλεσε την βάση της επιστημονικής αστρονομίας. Έγραψε και σχετικό σύγγραμμα με τίτλο «Περί ταχών». Μελέτησε την κίνηση των επτά πλανητών Ήλιος, Σελήνη, Ερμής, Αφροδίτη, Αρής, Ζέυς, Κρόνος. Το σύστημα του Ευδόξου προκάλεσε τον γενικό θαυμασμό και έγινε αποδεκτό απο τον Αριστοτέλη στο έργο του «Μετά τα φυσικά». Η θεωρία τελειοποιήθηκε απο τον μαθητή του Ευδόξου, Κάλλιπο. Στις εφευρέσεις του Ευδόξου περιλαμβάνονται : Ή «Διόπτρα» είδος θεοδολίχου για μέτρηση αποστάσεων και αστρονομικών παρατηρήσεις. Τελειοποιήθηκε απο τον Ήρωνα. Ή «Αράχνη» χάρτης της ουρανίου σφαίρας.Ό «Αστρολάβος» όργανο μετρήσεως του χρόνου ημέρα και νύχτα. Αργότερα εξελίχθηκε σε αστρονομικό και ναυτιλιακό όργανο. Ό «Πόλος» μέ τόν οποίον παρακολουθούσαν την διαδρομή της ηλίου σκιάς επάνω σε τμήματα κύκλου, όπου είχαν αποτυπωθή αντιστοιχίες με τον ζωδιακό κύκλο. Έτσι έδειχνε την ώρα, την ημέρα και τον μήνα.
• Ασκληπιόδωρος ό μηχανικός, μέ έργο τά τείχη τής Αντιοχείας.
• Δεινόστρατος ό γεωμέτρης, μαθηματικός μέ έργο: τετραγωνισμός κύκλου, υπερβατική καμπύλη καί άλλα.
• Δεξιφάνης ό γεωμέτρης, μέ έργο τό στάδιο καί τόν φάρο τής Αλεξανδρείας.
• Δίδυμος ό Αλεξανδρεύς, ιατρός.
• Διοκλής ό Καρύστιος ιατρός καί εφευρέτης φαρμάκων καί ενός μηχανήματος εξαγωγής βελών, αλλά καί πολλών άλλων.
Αρχύτας ό Ταραντίνος, υιός Μνησαγόρα. Ήτο Πυθαγορικός καί ό άνθρωπος πού γλύτωσε τόν Πλάτωνα από τόν Διονύσιο. Διετέλεσε αρχιστράτηγος εφτά φορές. Ησχολήθη καί μέ τήν μηχανική, όπου εποίησε πτητική μηχανή, τήν πρώτη στήν παγκόσμια ιστορία, μετά τόν Δαίδαλο. Ό Αρχύτας «εποίησεν περιστεράν ξύλινην πετομένη. Πετούσε μέ τήν ενέργεια πεπιεσμένου αέρος, μέ ένα σύστημα σωληνώσεων καί αντλιών, τό οποίο επίεζε αέρα πού έβγαινε από μία βαλβίδα».Όπως μαρτυρούν ο Αριστοτέλης και ο Αριστόξενος, ο Αρχύτας υπήρξε μια σπουδαία φυσιογνωμία της Μεγάλης Ελλάδας. Ως πολιτικός είχε μεγάλη επιρροή, και οι συμπολίτες του τον εξέλεξαν εφτά φορές στρατηγό. Ως φιλόσοφος έδωσε νέα ώθηση στον πυθαγορισμό, κατευθύνοντάς τον με τις μαθηματικές του σπουδές προς τις εφαρμοσμένες επιστήμες.Είχε φιλικές σχέσεις με τον Πλάτωνα –τον έσωσε μάλιστα από βέβαιο θάνατο από τις Συρακούσες, όπου ο τύραννος της πόλης Διονύσιος τον κρατούσε παρά τη θέλησή του. Ο Αρχύτας έστειλε από τον αντικρινό Τάραντα ένα πλοίο γεμάτο στρατιώτες και έναν αγγελιοφόρο, μέσω του οποίου απαίτησε την απελευθέρωση του Πλάτωνα, διαφορετικά θα ξεσπούσε πόλεμος. Ο Διονύσιος θέλοντας να αποφύγει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, λόγω της ισχυρής οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης του Τάραντα, υπάκουσε. Η επίδραση του Αρχύτα και γενικότερα των Πυθαγορείων πάνω στον Πλάτωνα, ήταν μεγάλη. Οι επιδόσεις του στη μαθηματική επιστήμη ήταν αξιόλογες, καθώς και οι ανακαλύψεις του στους τομείς της μηχανικής και της μουσικής. Ουσιαστικά, ο Αρχύτας ήταν ο εφευρέτης του αριθμού ένα, καθόσον μέχρι τότε οι Έλληνες μαθηματικοί θεωρούσαν το ένα ως ύπαρξη και όχι ως έναν αριθμό σαν τους άλλους. Το ένα γι’ αυτούς παρίστανε το ον (το υπάρχον). Ο Αρχύτας θεώρησε το ένα όπως και τους άλλους αριθμούς και όχι σαν κάτι το μοναδικό και διαφορετικό. Προσπάθησε να λύσει το πρόβλημα του διπλασιασμού του κύβου (γνωστό και ως Δήλιο πρόβλημα – βλ. λ.), χρησιμοποιώντας την τομή τριών επιφανειών, ενός κώνου, ενός κυλίνδρου και μιας σπείρας (ή σαμπρέλας –το στερεό που σχηματίζεται από την περιστροφή ενός κύκλου γύρω από μία ευθεία που δεν τον τέμνει, παράλληλη προς μια διάμετρό του–, ένα στερεό που μοιάζει με σαμπρέλα αυτοκινήτου ή λουκουμά). Όρισε τρία είδη ακολουθιών: την αρμονική, τη γεωμετρική και την αριθμητική. Επίσης, ο Αρχύτας υπήρξε ένας από τους πρώτους μηχανικούς της αρχαιότητας: εφάρμοσε ένα μεγάλο μέρος γνωστών προτάσεων από τη Γεωμετρία στη μελέτη των διατάξεων και των συνδέσμων υλικών αντικειμένων. Τοποθετώντας μία έλικα γύρω από ένα μικρό μεταλλικό κύλινδρο, ανακάλυψε τη βίδα, αναντικατάστατο εργαλείο σε κάθε είδους κατασκευές, καθώς συνδέει κομμάτια ξύλου ή μετάλλου πολύ πιο στέρεα απ’ ό,τι τα καρφιά. Θεμελίωσε την επιστημονική μηχανή και κατασκεύασε μάλιστα ένα ξύλινο περιστέρι που πετούσε κουνώντας τα φτερά του, χάρη σ’ ένα μηχανισμό με πεπιεσμένο αέρα κρυμμένο στην κοιλιά του.
Στον τομέα της μουσικής ανακάλυψε ότι όταν ο αυλός έχει μικρό μήκος, βγάζει ψηλό τόνο, ενώ όταν έχει μεγάλο μήκος, βγάζει χαμηλό τόνο. Επίσης, όρισε τρία γένη των μουσικών τόνων: το εναρμόνιο, το χρωματικό και το διατονικό.
• Αγαθαρχίδης ό Κνίδιος, γεωγράφος.
• Αγαθοκλής ό έξ’ατράκτος, πού ησχολείτο μέ τήν ιχθυολογία.
• Αθήναιος ό Ατταλικός, βιολόγος.
• Αιλιανός ό Σοφιστής, γεωπόνος.
Ανδρόνικος ό Κυρρήστης, υιός του Ερμεία, τον Αναφέρουν ο Παυσανίας, ο Βιτρούβιος και ο Ουάρρων.
Κατασκεύασε απο λευκό μάρμαρο Ηλιακόν Ωρολόγιον στην Τήνο, στον ναό του Ποσειδώνος και της Αμφιτρίτης. Απέκτησε μεγάλη φήμη, και γιαυτό τον κάλεσαν στην Αθήνα, όπου και κατασκεύασε το λεγόμενο Ωρολόγιον του Κυρρήστου. Το έργο ήταν απο Πεντελικό μάρμαρο. Μικρό οκτάγωνο με κάθε πλευρά μήκους 3,20μ. Μέσα σ’αυτό λειτουργούσε ωρολόγιο με νερό και στην κορυφή της κωνικής στέγης υπήρχε ορειχάλκινος Τρίτων, που περιστρεφόταν σύμφωνα με τον πνέοντα άνεμο και έδειχνε με ορείχαλκο ραβδί έναν απο τους 8 ανέμους, που απεικονίζονται προσωποποιημένοι στο επάνω μέρος κάθε πλευράς. Οι άνεμοι είναι ανάγλυφοι φτερωτοί άνθρωποι με ιδιαίτερο σύμβολο ο καθένας στα χέρια. Τα ονόματά των είναι χαραγμένα κάτω απο το αντίστοιχο τμήμα του οκταγωνικού γείσου : Βορέας, Σκίρων, Ζέφυρος, Λίψ, Νότος, Εύρος, Απηλιώτης, Καικίας. Ο Ανδρόνικος κατασκεύσε ουράνιες σφαίρες και αστρονομικά όργανα. Ήταν ο εφευρέτης Παραλλαγών και βελτιώσεων.
Αντίπατρος ό Τύριος, αστρονόμος. Στωικος φιλόσοφος μαθητής του Στρατοκλέους και του Αντιδότου, δάσκαλος του Κάτωνος του νεωτέρου.Τον Αναφέρουν ο Βιτρούβιος και ο Διογένης. Θεμελειωτής της αστρολογίας. Στο έργο του «Περί κόσμου» ασχολείται με την επίδραση των 12 ζωδίων, των 5 πλανητών και του ηλίου και σελήνης, στην ανθρώπινη ζωή, σε συνδυασμό με την ημερομηνία συλλήψεως και όχι γεννήσεως. Τον αναφέρουν ο Βιτρούβιος και ο Διογένης.
Αρίσταρχος ό Σάμιος. Ένας απο τους μεγαλύτερους αστρονόμους όλων των αιώνων. Μαθητής του Στράτωνος του Λαμψακηνού. Έζησε στην Αλεξάνδρεια (288-277π.χ.). Είναι ο εισηγητής του «Ηλιοκεντρικού συστήματος» . Διδαξε την περιστροφή της γής γύρω απο τον άξονά της. Ο Αρίσταρχος πρόσθεσε 1/1623 της ημέρας στο ηλιακό έτος, που έχει εκτιμηθή απο τον Κάλλιππο σε 365 ¼ μέρες. Εκτίμησε την διάρκεια του Μεγάλου έτους (σεληνιακός-ηλιακός κύκλος) σε 2434 έτη. Γενικά παραδεκτή άποψη, έως τον 16ο αί. μ.χ. ήταν ότι η γή ήταν το κέντρο του σύμπαντος. Ό Πολωνός Κοπέρνικος (1473-1543) μίλησε πάλι για «ηλιοκεντρικό σύστημα» και το παρουσίασε ως δική του καινοτομία , ενώ είναι φανερό ότι αντέγραψε τον Αρίσταρχο. Ο Αρχιμήδης στο σύγραμμα «ψαμμίτης» και ο Πλούταρχος, αναφέρονται στο Ηλιοκεντρικό σύστημά του. Πρός τιμήν του ονομάζεται σήμερα ένας κρατήρας στην σελήνη. Με το έργο του «Ηλιοκεντρικό σύστημα» θεωρήθηκε απο κάποιους ως ασεβής. Στο έργο του «περί μεγεθών και αποστημάτων» περιγράφει την εργασία του για τον καθορισμό των μεγεθών της σελήνης και του ηλίου και των αποστάσεών των απο την γή. Άλλα έργα του : «περί φωτός και χρωμάτων» και «σκάφη». Είναι ο εφευρέτης ενός βελτιωμένου ηλιακού ωρολογίου.
• Αρχίας ό Κορίνθιος, ναυπηγός τής Συρακουσίας.
• Βωτθαίος ό γεωγράφος.
• Δεινοκράτης ό Ρόδιος, αρχιτέκτων τής Αλεξανδρείας.
• Διονύσιος ό Πολιορκητής, μηχανικός πολεμικών μηχανών.
Αρχιμήδης ό Συρακούσιος. Έργα τού : συγγράμματα περί ελίκων, διαμέτρου Ηλίου, τροχιών, τετραγωνισμού, υδροστατικής πίεσης, περί εφαπτομένων κύκλων, περί αρχών τής γεωμετρίας, περί τριγώνων, αριθμητικά, κεντροβαρικά, κατοπτρικά, σφαιροποίας, περί βαρύτητος κ.α. Επίσης εφεύρε τόν Βαρούκλο, τό πυκνόμετρο, τό αερόμετρο, τόν κοχλία, τό οδόμετρον, τό δρομόμετρον, τό τηλεβόλον, τό υδραυλικό ωρολόγιον, τούς γερανούς, καταπέλτες καί άλλα. Ό μαθηματικός ιστορικός δρ Revier Netz στό αμερικανικό περιοδικό Stanford University γράφει :
«Πώς ό Αρχιμήδης ήταν πολύ μπροστά από τήν εποχή του.
Ό μέγας μαθηματικός εργαζόταν 2.200 χρόνια μπροστά,
πάνω στά κύρια χαρακτηριστικά τού συνδυασμού.
Δηλαδή σέ ένα τομέα τών μαθηματικών πού πήρε πρακτική σημασία
μετά τήν εφεύρεση τών ηλεκτρονικών υπολογιστών».
Μακροσκελές επίσης είναι καί ένα άρθρο τού γερμανικού GEO, Οκτώβριος 2003 πού περιγράφει τήν έρευνα 800 αρχαίων Ελληνικών χειρογράφων καί ειδικότερα τού χειρογράφου τού Αρχιμήδους. Τό «στομάχιον» έργο τού Αρχιμήδους περιέχει μία τεχνική ενός παιχνιδιού. Γιά τήν λύση τού αινίγματος υπάρχουν χιλιάδες δυνατές παραλλαγές καί χρειάστηκαν έξι εβδομάδες γιά νά βρούν τέσσερεις από αυτές οί επιστήμονες (περιοδικό Der Spiegel 20.12.03).
Όταν οί Καρχδόνιοι επήγαν νά τόν σκοτώσουν, εκείνος καθόταν στήν άμμο επιλύοντας σφαιρικά προβλήματα. Μόλις τόν πλησίασαν εκείνος αντί νά τούς ικετέψει νά τόν αφήσουν ζωντανό, τούς είπε: «μή μού τούς κύκλους τάρατε».
Διονυσόδωρος ό Μήλιος, μαθηματικός πού υπελόγισε τήν περίμετρο τής Γής στά 225000στάδια, δηλαδή 42000χλμ. Τό πραγματικό είναι 40000χλμ. Τήν ακτίνα τήν υπολόγισε στά 42000στάδια, δηλαδή 7850χιλ, ενώ τό πραγματικό είναι 6380χλμ. Ή απόκλιση συμβαίνει διότι δέν υπολίσε τό π = 3,14 αλλά μόνο ώς π = 3. Δωρίων ό ιχθολόγος.
Ερατοσθένης ό Κυρηναίος ένας απο τους μεγαλύτερους θετικούς επιστήμονες της αρχαιότητος. Σπούδασε στην Αθήνα με δασκάλους τον Αρίστωνα και τον Αρχεσίλαο.
Έζησε στην Αλεξάνδρεια όπου ήταν διευθυντής της περίφημης βιβλιοθήκης της Αλεξανδρείας την εποχή του Πτολεμαίου του Ευργέτου. Ο μεγάλος Αρχιμήδης τον εκτιμούσε ιδιαίτερα και του αφιέρωσε τα : «περί μηχανικών θεωρημάτων πρός Ερατοσθένη έφοδος», «Βοεικόν πρόβλημα». Κρατήρας στην σελήνη ονομάζεται σήμερα πρός τιμήν του. Τον αναφέρει ο Στοβαίος. Το έργο του : «Απόδειξη της σφαιρικότητος της γής» χρησιμοποίησε μέθοδο που ταυτίζεται με τις σύχρονες αστρονομικές μεθόδους και βασίζεται στις 4 παραδοχές :
Α) Ό ποταμός Συήνης (Άνω Αίγυπτος Ασουάν) βρίσκεται στον τροπικό του Καρκίνου και γνώμων ενός ηλιακού ωρολογίου δεν ρίχνει σκιά κατά το θερινό ηλιοστάσιο.
Β) Ό ποταμός αυτός και η Αλεξάνδρεια έχουν το ίδιο γεωγραφικό μήκος.
Γ) Ή απόσταση μεταξύ δύο σημείων ( μήκος τόξου) εκτιμάται σε 5000 στάδια
(900χλμ).
Δ) Οί ακτίνες του ηλίου είναι παράλληλες. Δέχτηκε την γή ως σφαιρική και γνώριζε ότι η διαφορά του γεωγραφικού πλάτους μεταξύ Αλεξανδρείας και Συήνης είναι ισοδύναμη με την γωνία που σχηματίζουν οι ακτίνες του ηλίου με το ζενίθ το μεσημέρι στην Αλεξάδρεια. Μέτρησε το μήκος μίας κατακόρυφης ράβδου και της σκιάς της και υπελόγισε την σχηματιζομένη γωνία α = 1/50 της περιφερίας του κύκλο. Έτσι το μήκος του ισημερινού εκτιμήθηκε σε 250000στάδια (50Χ5000).Άλλα έργα του είναι : «Καταστερισμοί» περιλαμβάνει αναλυτικό κατάλογο αστέρων, υπολογισμός της πολικής διαμέτρου της γής (με μεγάλη ακρίβεια) της εκλειπτικής και της αποστάσεως ηλιού – γής. «Εκπόνηση νέου χάρτου της γής» βασίστηκε εν μέρει στον Δικαίαρχο. «Γεωγραφικά», «περί της αρχαίας κωμωδίας», « χρονολογικός πίναξ» καλύπτει απο την άλωση της Τροίας. «Κόσκινον του Ερατοσθένους» και «Μεσολάβος».
• Ερμόδωρος ό Σαλαμίνιος από τήν Κύπρο, αρχιτέκτων.
• Ηγήσιπος ό Ταραντίνος, διαιτολόγος.
• Ίππαλος ό Κυβερνήτης, ό οποίος ανακάλυψε τούς Μουσώνες.
• Κλεοπάτρα ή Ζ΄ή Φιλοπάτωρ, ιατρός ή οποία καί έγραψε 24 βιβλία περί ιατρικής.
• Κύρος ό Ιταλικός, ό οποίος έφτιαξε τήν αγορά τού Καίσαρος, αλλά καί τόν οίκο τού Κικέρωνος.
• Παρμενίων ό Μακεδών, αρχιτέκτων τού Σεραπίου.
• Περίττας ό μηχανικός.
• Σώστρατος ό Κνίδιος, αρχιτέκτων τού φάρου τής Αλεξανδρείας, τού κρεμαστού περιπάτου καί διαφόρων διωρύγων τού Νείλου.
• Τιμαίος ό Ταυρομένιος, ιστορικός. Έγραψε γιά τόν Πύρρο καί τά Σικελικά.
• Χάρης ό Λίνδιος, ό αρχιτέκτων τού Κολοσσού τής Ρόδου.
• Χειροκράτης ό Εφέσιος, αρχιτέκτων.
Στράβων ό γεωγράφος. Ό σπουδαιότερος ίσως γεωγράφος τής ιστορίας, μέ πάμπολα έργα : περί Ιβηρίας, Γαλατίας, Βρεττανίας, Άλπεων, Ιταλίας, Περσικού κόλπου, Ινδιών, Αραβίας, Αφρικής. Τά περισσότερα γιά τόν βίο του τά γνωρίζουμε από τόν ίδιον. Πατρίς του ή Αμάσεια τού Πόντου. Έζησε έως τά 90 έτη του. Τά πρώτα γράμματα τά έμαθε είς τήν γραμματική σχολή τού Αριστοδήμου, είς Νύσαν καί υπήρξε οπαδός τού Ζήνωνος. Εταξίδευσε πολύ, διά τούτο συχνά αναφέρει είς τό έργο του: «είδον εγώ». Τό κυριότερο σύγγραμμά του είναι τά ιστορικά υπομνήματα, πού περιλαμβάνει 43 βιβλία. Εθαύμαζε τόν Θουκυδίδην καί αποδίδει μέγιστη σημασία είς τάς πληροφορίας τού Ομήρου καί τού Ησιόδου. Ό Στράβων είναι τόσο ακριβολόγος καί μεθοδικός πού στερείται λυρικού ύφους καί χάριτος. Αθήνιππος ό οφθαλμολόγος, ιατρός. Έγραψε γιά θεραπείες όλων τών νοσών τών οφθαλμών.
Απολλώνιος ο Ρόδιος (295-215 π.Χ.). Επικός ποιητής της αλεξανδρινής περιόδου. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια και μαθήτευσε κοντά στο διάσημο τότε γραμματικό και ποιητή Καλλίμαχο. Γρήγορα όμως ο Καλλίμαχος στράφηκε εναντίον του. Αιτία υπήρξαν τα «Αργοναυτικά», έργο του Απολλώνιου σε 4 βιβλία με 5.835 εξάμετρους στίχους και με υπόθεση την αργοναυτική εκστρατεία και την απόκτηση του χρυσόμαλλου δέρατος. Ο Καλλίμαχος δε συμπαθούσε τις μακρές επικές διηγήσεις και με δική του, όπως φαίνεται, εισήγηση το ποίημα κατακρίθηκε από τους Αλεξανδρινούς. Έτσι ο Απολλώνιος αναγκάστηκε να εκπατριστεί στη Ρόδο.
Τα «Αργοναυτικά» είναι το μόνο έργο του Απολλώνιου που σώθηκε. Το ποίημα έχει επιγραμματική κομψότητα και λαμπρές περιγραφές. Στερείται όμως ενότητας και η γλώσσα του είναι ψυχρή, χωρίς ποιητικό ενθουσιασμό και πλαστικότητα. Γενικά, το ποίημα τον τιμά περισσότερο ως γραμματικό παρά ως ποιητή. Πάντως θαυμάστηκε από τους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους και μεταφράστηκε στα λατινικά. Πιστεύεται ότι ο Απολλώνιος θαυμάστηκε ιδιαίτερα στη Ρόδο όπου ανακηρύχτηκε επίτιμος πολίτης.
Αρίσταρχος ο Σαμόθρακας (περ. 220-144 π.Χ.). Γραμματικός των ελληνιστικών χρόνων. Σπούδασε στην Αλεξάνδρεια και άκμασε στα χρόνια του Πτολεμαίου του Φιλομήτορα. Ήταν μαθητής του Αριστοφάνη του Βυζάντιου και μετά το θάνατο του δασκάλου του ανέλαβε προϊστάμενος της Βιβλιοθήκης και του Μουσείου της Αλεξάνδρειας. Ο Αρίσταρχος θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους γραμματικούς και λόγιους της εποχής του. Εργάστηκε για την αποκατάσταση έργων διαφόρων συγγραφέων, κυρίως του Ομήρου, αλλά και άλλων αρχαίων Ελλήνων ποιητών, όπως ήταν ο Πίνδαρος, ο Αρχίλοχος, ο Αισχύλος, ο Αριστοφάνης κ.ά. Αποκατέστησε κριτικά τα κείμενα και έγραψε υπομνήματα κάθε είδους: φιλολογικά, λογοτεχνικά, φιλοσοφικά, γεωγραφικά και άλλα. Έγραψε επίσης πολλές πραγματείες.
Όταν ανέβηκε στο θρόνο ο Πτολεμαίος ο Φύσκων, ο Αρίσταρχος αναγκάστηκε να καταφύγει στην Κύπρο, όπου και πέθανε. Είχε δύο γιους, τον Αρίσταρχο και τον Αρισταγόρα, γραμματικούς επίσης, αλλά πολύ κατώτερους από τον ίδιο.
Αριστείδης ο Μιλήσιος (2ος αι. π.Χ.). Αρχαίος Έλληνας συγγραφέας, που θεωρείται ο δημιουργός του ερωτικού μυθιστορήματος. Το γνωστότερο έργο του, που περιλάμβανε τουλάχιστον έξι βιβλία, ονομάζεται «Μιλησιακά», γιατί η υπόθεσή του διαδραματίζεται στη Μίλητο. Μεταφράστηκαν στα λατινικά από τον Κορνήλιο Σιζένα και είχαν μεγάλη επιτυχία στη Ρώμη, τόσο που οι απομιμήσεις τους αποτέλεσαν το ξεχωριστό φιλολογικό είδος «milesia».
Ασκληπιάδης ο εκ Βιθυνίας (130-40 π.Χ.). Αρχαίος Έλληνας γιατρός από την Προύσα της Βιθυνίας. Επισκέφτηκε την Αθήνα, όπου παρακολούθησε την επικούρεια διδασκαλία για τη σύσταση του κόσμου από άτομα. Μαθήτευσε κοντά στο διάσημο φαρμακολόγο Κλεόφαντο. Από το 91 π.Χ. έζησε στη Ρώμη, όπου στην αρχή ήταν δάσκαλος της ρητορικής και κατόπιν διάσημος γιατρός. Υπήρξε φίλος του Κικέρωνα. Έχοντας ως βάση τη θεωρία των ατόμων έγινε ο εισηγητής της λεγόμενης μεθοδικής σχολής. Παραδεχόταν ότι κάθε ασθένεια είναι αποτέλεσμα της μη απόλυτης λειτουργίας των μορίων και ότι για την αποκατάσταση της υγείας είναι ανάγκη η λειτουργία αυτή να ξανάρθει στην ομαλή της κατάσταση. Πίστευε ότι αυτό ήταν κατορθωτό χωρίς φάρμακα αλλά με ειδική δίαιτα και με μέσα μηχανικά: μάλαξη, υδροθεραπεία και γενικά με γυμναστική. Υπήρξε αντίπαλος πολλών αντιλήψεων του Ιπποκράτη. Στον Ασκληπιάδη φαίνεται ότι ανήκει το απόφθεγμα «γρήγορα, ακίνδυνα, ευχάριστα», που δηλώνει τον τρόπο σύμφωνα με το οποίο ο γιατρός οφείλει να θεραπεύει τον ασθενή. Έγραψε πλήθος συγγραμμάτων, από τα οποία σώζονται μόνο αποσπάσματα. Τα πιο σημαντικά ήταν τα: «Περί σφυγμών», «Περί αναπνοής», «Περί ψυχής», «Περί περιοδικών πυρετών», «Περί λοιμού», «Περί καρδιακής νόσου», «Περί αλωπεκίας». Πρώτος διέκρινε τις ασθένειες σε χρόνιες και οξείες, τους σπασμούς σε τονικούς και κλονικούς. Πρώτος πρότεινε και υλοποίησε την τραχειοτομία σε περίπτωση επικίνδυνης ασφυξίας. Διέκρινε και θεράπευσε τη νεκροφάνεια και άσκησε με επιδεξιότητα τη χειρουργική.
Αριστοφάνης ο Βυζάντιος (262-185 π.Χ.). Αρχαίος Έλληνας γραμματικός και κριτικός που έζησε στην Αλεξάνδρεια την εποχή του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου, όταν η μεγάλη αιγυπτιακή πόλη ήταν το σημαντικότερο πνευματικό κέντρο του ελληνισμού. Σπούδασε κοντά στο Ζηνόδοτο, τον Καλλίμαχο και τον Ερατοσθένη. Ήταν βαθύς μελετητής της ελληνικής γλώσσας και ευρύτατα μορφωμένος γραμματικός και κριτικός των κειμένων. Σε μεγάλη ηλικία διαδέχτηκε τον Απολλώνιο το Ρόδιο ως προϊστάμενος της περίφημης Βιβλιοθήκης και του Μουσείου της Αλεξάνδρειας.
Οι φιλολογικές του εργασίες είχαν ως αντικείμενο τους αξιόλογους ποιητές και συγγραφείς, ιδιαίτερα όμως τον Όμηρο. Έτσι, θεμελίωσε την επιστημονική γραμματική μελέτη και την αυστηρή κριτική των κειμένων με τρόπο μεθοδικό. Οι εκδόσεις του χαρακτηρίζονται από σπάνια επιμέλεια. Εξέδωσε με σχόλια τον Ησίοδο, τον Αλκαίο, τον Ανακρέοντα, τον Πίνδαρο, το Σοφοκλή, τον Ευριπίδη, τον Αριστοφάνη και το Μένανδρο.
Ήταν επίσης άριστος λεξικογράφος, όπως φαίνεται από τα έργα του «Αττικαί λέξεις», «Λακωνικαί γλώσσαι», «Περί συγγενών ονομάτων». Στη γραμματική σχολή του φοίτησαν ανάμεσα σε άλλους ο Αρίσταρχος ο Σαμόθρακας και ο Αρτεμίδωρος.
Αντίοχος ο Ασκαλωνίτης (2ος-1ος αι. π.Χ.). Ακαδημαϊκός φιλόσοφος που δίδαξε στην Αθήνα τον 1ο αιώνα π.Χ. Γεννήθηκε στην περιοχή της Ασκαλώνας της Ιουδαίας και πέθανε γύρω στο 68 π.Χ. Θεωρείται ιδρυτής και αρχηγός της Νέας (πέμπτης) Ακαδημίας και δάσκαλος πολλών επιφανών Ρωμαίων, όπως ήταν ο Κικέρωνας, ο Λούκουλλος, ο Βρούτος κ.ά. Όπως μαρτυρεί ο Κικέρωνας, ο Αντίοχος πήγε πολύ νέος στην Αθήνα και ήταν μαθητής του Φίλωνα (του οποίου θεωρείται και διάδοχος), του Μνήσαρχου και του Αυγουστίνου. Το 88 π.Χ. πήγε στη Ρώμη με το Φίλωνα και εκεί γνώρισε το Λούκουλλο, με τον οποίο πήγε στην Αλεξάνδρεια. Αργότερα διαφώνησε με το Φίλωνα, υποστηρίζοντας ότι είναι δυνατή η αλήθεια και ότι οι κυριότεροι φιλόσοφοι συμφωνούν σε βασικά θέματα και διαφωνούν μόνο σε δευτερεύοντα. Μ' αυτή την αφετηρία προσπάθησε να συνδυάσει τις θεωρίες των ακαδημαϊκών, των περιπατητικών και των στωικών. Την ίδια μέθοδο ακολούθησε στον τομέα της Ηθικής, όπου προσπάθησε να βρει τη «χρυσή τομή» ανάμεσα στις διδασκαλίες του Ζήνωνα, του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα.
Άκκιος, Λεύκιος (170-86 π.Χ.). Ο μεγαλύτερος τραγικός ποιητής των Ρωμαίων. Καταγόταν από την Ομβρική και ήταν δούλος απελεύθερος στη Ρώμη, όπου έζησε και έδρασε. Έγραψε 45 τραγωδίες, από τις οποίες σώζονται 700 στίχοι. Οι περισσότερες έχουν υπόθεση που βασίζεται σε θέματα από την ελληνική μυθολογία και τον πόλεμο της Τροίας. Εμπνεύστηκε όμως και από τη ρωμαϊκή ιστορία και ζωή και τα έργα του αυτά έχουν πρωτοτυπία και δύναμη, χαρακτηριστικά που έκαναν τους κριτικούς να τον θεωρήσουν ως το μεγαλύτερο Λατίνο τραγικό ποιητή.
Ανδρόνικος ο Ρόδιος (1ος αι. π.Χ.). Περιπατητικός φιλόσοφος. Στο διάστημα 70-50 π.Χ. διεύθυνε την Περιπατητική σχολή της Αθήνας. Έπειτα πήγε στη Ρώμη, όπου έζησε τα υπόλοιπα χρόνια του ασχολούμενος με τη συγκέντρωση, την κατάταξη και το σχολιασμό των έργων του Αριστοτέλη, κυρίως, καθώς και του Θεόφραστου. Είναι ο πρώτος που κατέταξε, ανάλογα με το περιεχόμενό τους, τα έργα του Αριστοτέλη.
Απολλόδωρος ο Κηποτύραννος (2ος αι. π.Χ.). Αθηναίος επικούρειος φιλόσοφος που δίδαξε στη σχολή των Επικούρειων και αναφέρεται ότι συνέγραψε πάνω από 400 βιβλία. Το σπουδαιότερο έργο του είναι το μυθολογικό «Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη».
Αντίπατρος ο Θεσσαλονικεύς (1ος π.Χαι.). Μακεδόνας ποιητής, επιγραμματοποιός. Ο τότε Ρωμαίος διοικητής της Μακεδονίας Καλπούρνιος Πίσων τον εκτιμούσε ιδιαίτερα και, όταν έγινε ύπατος, πήρε στη Ρώμη (15 π.Χ.) και τον Αντίπατρο, ο οποίος εργάστηκε εκεί ως δάσκαλος. Ο Αντίπατρος έγραψε, κυρίως, επιγράμματα με ρεαλιστικό χαρακτήρα, τα οποία αυτοσχεδίαζε, φανερά αντίθετα των έργων των αλεξανδρινών επιγραμματοποιών, τα οποία διακρίνονταν για τη λεπτότητα του ύφους και την επιμέλεια των στίχων. Σώζονται περίπου ογδόντα επιγράμματά του.
Αρτεμίδωρος (1ος αι. π.Χ.). Αρχαίος Έλληνας γεωγράφος, γεννημένος στην Έφεσο. Περιέγραψε σε 11 βιβλία, τα οποία επιγράφονται «Γεωγραφούμενα», τις εντυπώσεις του από τα ταξίδια που έκανε στον Εύξεινο Πόντο, το Αιγαίο, την Ερυθρά θάλασσα και τις ακτές της Ιταλίας, της Ισπανίας και του Ατλαντικού. Αναφορές για τον Αρτεμίδωρο γίνονται από το Στράβωνα, τον Αθήναιο κ.ά. Αποσπάσματα του έργου του διασώζονται σε επιτομή ορισμένων βιβλίων του που έκανε ο Μαρκιανός ο Ηρακλεώτης (5ος αι. π.Χ.).
Άριστος o Ασκαλωνίτης (1ος αι. π.Χ.). Σχολάρχης της Πλατωνικής Ακαδημίας στην Αθήνα. Τη διδασκαλία του παρακολούθησε ο Κικέρωνας το 51-50 π.Χ.
Αθηνόδωρος (1ος αιώνας π.Χ.). Στωικός φιλόσοφος από την Κανά της Κιλικίας, γνωστός και με την προσωνυμία Κανανίτης. Υπήρξε μαθητής του μεγάλου, επίσης στωικού, φιλοσόφου Ποσειδωνίου και χρημάτισε δάσκαλος του Ρωμαίου αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου. Βεβαιωμένο δικό του έργο είναι το «Προς Οκταβίαν». Του αποδίδονται και άλλα ακόμη φιλοσοφικά έργα, χωρίς όμως βεβαιότητα.
• Αλέξανδρος ό Λύχνος, γεωγράφος. Ανατόλιος ό Αλεξανδρεύς, μαθηματικός.
• Αγαθοδαίμων ό Αλεξανδρεύς, χαρτογράφος.
• Απέλλας ό Κυρηναίος, γεωγράφος.
• Αχιλλεύς ό Τάτιος, αστρονόμος μέ έργα του «περί σφαίρας» σχόλια στα «φαινόμενα» του Αράτου. Σώζονται αποσμάσματα. Περιέχει υλικό για τις απόψεις των Στωικών σχετικά με την κοσμολογία και την φυσική, «Ιστορία σύμμικτος».
• Δαμιανός ό Ηλιοδώρου. Έργα του: «περί οπτικής, διαθλάσεως, ανακλάσεως...»κτλ.
• Ερμείας ό Αθηναίος, μαθηματικός.
• Ήρων ό Αλεξανδρεύς, μαθηματικός, φυσικός, μηχανικός, αστρονόμος. Έφτιαξε τήν πρώτη ατμομηχανή, τά πρώτα αυτόματα καί αεροθούμενα, έφτιαξε αστρολάβο, βλητικές μηχανές καί άλλα.
• Ορειβάσιος ό Περγαμεύς, ιατρός.
• Πολύαινος ό Μακεδών, συγγραφέας βιβλίων περί τακτικής πολέμου.
• Πόντιος ό Αλεξανδρεύς, αρχιτέκτων μέ έργο του ναό τού Ποσειδώνος.
• Φιλήμων ό περιηγητής (περίπλους Ιρλανδίας, Γερμανίας...κτλ).
• Ασπασία ή ιατρός, μέ ειδικότητα στήν γυναικολογία.
• Ερμιόνη ή Καισάρια, ιατρός.
• Γαληνός ό Περγαίος, ιατρός. Ησχολήθη μέ τήν φυσικολογία, παθολογία, ανατομική χειρουργική, μαιευτική, εμβρυολογία, θεραπευτική, φαρμακολογία, υγιεινή. Έγραψε επίσης : «περί φλεβών, αρτηριών, νεύρων, σφυγμών, δύσπνοιας, πυρετών» κ.α.
• Κάρπος ό Αντιοχεύς, αστρονόμος.
• Κρίτων ό φαρμακοποιός.
• Κτησιφών ό γεωγράφος.
• Διοσκορίδης ό ιατρός.
• Από τό 138-179μχ, είς τάς Αθήνας βρίσκεται ό Ηρώδης ό Αττικός. Γεννήθηκε έν Μαραθώνι καί είναι εκείνος πού έκτισε τό στάδιον καί ωδείον. Επίσης κατασκεύασε τό έν Δελφοίς στάδιον κ.α.
Οβίδιος Νάσων, Πόπλιος (43 π.Χ.-17 μ.Χ.). Λατίνος ποιητής. Καταγόταν από πλούσια οικογένεια της Σουλμόνας, που φρόντισε να του προσφέρει επιμελημένη μόρφωση στη Ρώμη και σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας. Αφού συμπλήρωσε τις σπουδές του, ο Οβίδιος εγκαταστάθηκε στη Ρώμη, όπου αρχικά ασχολήθηκε με τη δικηγορία και κατέλαβε διάφορες διοικητικές θέσεις. Αργότερα εγκατέλειψε τις θέσεις αυτές για να αφιερωθεί στην ποίηση. Σύχναζε σε κύκλους κοσμικών και διανοουμένων και ήταν φίλος της αυτοκρατορικής οικογένειας. Παράλληλα σύνθεσε τα πρώτα έργα του, που χαρακτηρίζονται από μιαν ελαφρότητα, είναι όμως ενδιαφέροντα και έγιναν δεκτά με μεγάλη εύνοια από τους κοσμικούς κύκλους. Τα έργα αυτά είναι: «Amores» (Έρωτες), μυθιστόρημα σε δίστιχα με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία, «Heroides» (Ηρωίδες), συλλογή φανταστικών επιστολών που έγραψαν διάφορες ηρωίδες στους εραστές τους, «Ars Amatoria» (Τέχνη του έρωτα), όπου περιγράφει διάφορα ερωτικά τεχνάσματα, «Medicamina Faciei Feminae» (Γιατροσόφια για γυναικεία πρόσωπα), συμβουλές για την ομορφιά του γυναικείου προσώπου, και «Μήδεια», τραγωδία που έχει χαθεί και που ανήκει στην προσπάθεια του Οβίδιου να στραφεί στην επική ποίηση.
Σε μια δεύτερη, πιο ώριμη, περίοδο της ζωής και του έργου του (γύρω στα 40 χρόνια του) ανήκουν τα έργα «Metamorphoses» (Μεταμορφώσεις) και «Fasti» (Ημερολόγιο). Στο πρώτο, που είναι το καλύτερο και γνωστότερο από τα έργα του, περιγράφει σε 15 βιβλία τους μύθους της ελληνικής και λατινικής μυθολογίας τους σχετικούς με τις μεταμορφώσεις των ανθρώπων σε διάφορα όντα. Στο δεύτερο περιγράφει σε 6 βιβλία τις θρησκευτικές γιορτές του ρωμαϊκού ημερολογίου για τους πρώτους 6 μήνες. Το έργο του αυτό έμεινε ατελείωτο· προβλέπονταν 6 βιβλία ακόμα για τους επόμενους μήνες.
Το 8 μ.Χ. ο Οβίδιος εξορίστηκε ξαφνικά στους Τόμους (σημερινή Κοστάντσα της Ρουμανίας) του Εύξεινου Πόντου, με την αιτιολογία ότι το έργο του «Ars Amatoria» ήταν πολύ ανήθικο, στην πραγματικότητα όμως για λόγους πιο σοβαρούς –πιθανόν ανάμειξη σε κάποια συνωμοσία–, που μένουν άγνωστοι. Η μεγάλη αυτή αλλαγή στη ζωή του επηρέασε βαθιά και το έργο του. Η πίκρα του και η στέρηση της πολυτέλειας που είχε συνηθίσει, εκφράζονται στα έργα που έγραψε στους Τόμους, στα τελευταία χρόνια της ζωής του: «Tristia» (Άσματα θλιβερά), σε 5 βιβλία με ελεγειακό ύφος, όπου περιγράφει την απελπιστική θέση του και παρακαλεί για τη βελτίωσή της, και «Epistulae ex Ponto» (Επιστολές από τον Πόντο), σε 4 βιβλία με το ίδιο ύφος, που απευθύνει σε ισχυρούς φίλους του στη Ρώμη για να μεσολαβήσουν γι' αυτόν. Ο ποιητής πέθανε στον τόπο της εξορίας του.
Το έργο του Οβίδιου, παρά την έλλειψη πραγματικού συναισθήματος και τη συχνή μίμηση ελληνικών προτύπων, είχε μεγάλη επίδραση στους συγχρόνους του αλλά και στους μεταγενέστερους και γενικά στην παγκόσμια λογοτεχνία.
Οράτιος Φλάκκος, Κόιντος (65-8 π.Χ.). Λατίνος ποιητής. Γεννήθηκε στη Βενουσία, ήταν γιος απελεύθερου και σπούδασε στη Ρώμη. Παρακολούθησε τους Επικούρειους στην Καμπανία και τα μαθήματα του Φιλόδημου. Συνέχισε τις σπουδές στην Αθήνα, όπου όμως στρατεύτηκε στο πλευρό του Βρούτου και πολέμησε στη μάχη των Φιλίππων (42 π.Χ.) με το βαθμό του χιλίαρχου. Επιστρέφοντας στη Ρώμη γνωρίστηκε με το Βιργίλιο και το Μαικήνα, με τους οποίους συνδέθηκε με θερμή και πιστή φιλία. Έγινε επίσης φίλος και προστατευόμενος του Αυγούστου, αλλά αρνήθηκε τα αξιώματα που του προσφέρθηκαν. Πέθανε την ίδια χρονιά με το Βιργίλιο, συγκλονισμένος από το θάνατο του επιστήθιου φίλου του.
Μικρόσωμος και με ευαίσθητη υγεία, ο Οράτιος ήταν προικισμένος με καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία, ευθυμία, λυρική διάθεση και επικούρεια γαλήνη. Ήταν συνετός, με σαρκαστική στάση απέναντι στις χαρές της ζωής, τους πολιτικούς και διανοούμενους της εποχής του. Η λεπτότητα και το πνεύμα του τον έκαναν ίνδαλμα της άρχουσας τάξης στη Ρώμη, αλλά μπόρεσε και διατήρησε την ελευθερία του. Απεχθανόταν κάθε παράλογη πράξη και ρύθμιζε τη ζωή του σύμφωνα με τη λογική και τις υποδείξεις των φιλοσόφων. Η φιλοσοφία του περιέχεται στο στίχο carpe diem, carpe horam (= απόλαυσε την ημέρα, απόλαυσε την ώρα). Δεν ήταν όμως οπαδός του ηδονισμού και πίστευε ότι η ευχαρίστηση πρέπει να ελέγχεται πάντα από τη λογική.
Έγραψε όλα τα είδη της ποίησης, σάτιρες, ωδές, επωδές και επιστολές. Στις «Σάτιρες» φαίνεται ο σατιρικός, ο δηκτικός Οράτιος, που στα γεράματά του φτάνει σε μια γλυκύτητα. Οι «Επωδές» του είναι ποιήματα με προσωπικές επιθέσεις, ύμνους προς την ομόνοια και τη φιλία και αναφορές σε νεανικές ερωτικές αποτυχίες. Στις «Ωδές» εγκωμιάζεται ο Αύγουστος, χωρίς να αποθεώνεται. Οι «Επιστολές» είναι έργο της ωριμότητάς του με ηθικολογική διάθεση.
Ο Οράτιος είναι ο μεγαλύτερος λυρικός ποιητής της ρωμαϊκής λογοτεχνίας. Με τη λιτότητα και την τελειότητα του στίχου του έγινε πρότυπο για τους ουμανιστές της Αναγέννησης.
Απολλώνιος ο Τυανέας (1ος αιώνας). Νεοπυθαγόρειος φιλόσοφος, γνωστός ως μάγος και θεουργός, εκπρόσωπος του θρησκευτικού και φιλοσοφικού συγκρητισμού των πρωτοχριστιανικών χρόνων. Εξαιτίας ονείρου της μητέρας του θεωρήθηκε γιος του μυθικού δαίμονα Πρωτέα. Κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας ζωής του πραγματοποίησε μεγάλα ταξίδια στον τότε γνωστό κόσμο. Αρχικά σπούδασε στην Ταρσό της Κιλικίας και εκπαιδεύτηκε στην πυθαγόρεια ρητορική και φιλοσοφία. Επισκέφτηκε τους μάγους της Βαβυλώνας, τους Ινδούς και Αιθίοπες γυμνοσοφιστές και κατέληξε στη Ρώμη, όπου δημιουργήθηκε ο μύθος της εξαφάνισής του κατά τη διάρκεια ανάκρισής του από τον αυτοκράτορα Δομιτιανό. Είχε φιλικές σχέσεις με τους αυτοκράτορες Τίτο, Βεσπασιανό και Νέρβα. Όπως μαρτυρεί ο Φιλόστρατος, η ζωή του ήταν πολύ λιτή και υπήρξε πολέμιος των άσεμνων εκδηλώσεων που παρατηρούνταν κατά τη διάρκεια θρησκευτικών γιορτών. Σε ώριμη ηλικία επισκέφτηκε την Ελλάδα, όπου δίδαξε τις θεοσοφικές του δοξασίες και απόκτησε μεγάλη φήμη. Συνέβαλε στην εξύψωση των ηθών στην ήδη παρακμασμένη Σπάρτη και μυήθηκε στα Ελευσίνια μυστήρια. Δίδασκε την πίστη στα παλιά είδωλα και η παράδοση του αποδίδει πολλά θαύματα (ανάσταση νεκρού κτλ.). Κατέτασσε τους θεούς σε κλίμακα, υποστηρίζοντας ότι υπάρχει ένας ανώτατος θεός, προς τον οποίο δεν επιτρέπεται η προσφορά θυσιών, και διάφοροι άλλοι κατώτεροι θεοί, προς τους οποίους επιτρέπεται η προσφορά θυσιών. Λατρεύτηκε ο ίδιος ως θεός σε διάφορες περιοχές της ρωμαϊκής επικράτειας.
Αρριανός Φλάβιος (95-;175). Ιστορικός και φιλόσοφος. Γεννήθηκε στη Νικομήδεια της μικρασιατικής Βιθυνίας και καταγόταν από πλούσια και αρχοντική οικογένεια. Υπήρξε ένας από τους πιο μορφωμένους ανθρώπους της εποχής του. Σε νεαρή ηλικία πήγε στη Νικόπολη της Ηπείρου, όπου διατηρούσε φιλοσοφική σχολή ο στωικός φιλόσοφος Επίκτητος. Ο Αρριανός ήταν ένας από τους καλύτερους μαθητές του φιλόσοφου και διακρίθηκε για τη φιλομάθειά του. Αργότερα πήγε στην Αθήνα και φοίτησε στις ρητορικές και φιλοσοφικές σχολές που άκμαζαν εκεί. Στην Αθήνα γνώρισε τον αυτοκράτορα Αδριανό ο οποίος τον τίμησε με την εκτίμηση και τη φιλία του. Ο Αδριανός τον προσκάλεσε στη Ρώμη και εκεί ο Αρριανός έγινε Ρωμαίος πολίτης και πήρε το όνομα της αυτοκρατορικής οικογένειας. Πήρε δηλαδή το επώνυμο Φλάβιος. Κατά το 130 διορίστηκε τοπάρχης της Καππαδοκίας και κράτησε το αξίωμα αυτό για εφτά χρόνια. Έδειξε αξιόλογη διοικητική ικανότητα και ανδρεία στη απόκρουση του σκυθικού λαού των Αλανών. Το 147 επέστρεψε στην Αθήνα, όπου διορίστηκε από τον Αδριανό επώνυμος άρχοντας. Το 171 έγινε πρύτανης της Πανδιονίδας φυλής. Σε βαθιά γεράματα γύρισε στην πατρίδα του Νικομήδεια όπου και πέθανε.
Ο Αρριανός έγραψε ένα μεγάλο πλήθος συγγραμμάτων. Στη συγγραφική του δράση είχε ως πρότυπο τον Ξενοφώντα. Πιο αναλυτικά τα έργα του είναι:
Ιστορικά: 1. «Ανάβαση Αλεξάνδρου». Το έργο διαιρείται σε 7 βιβλία, ακολουθώντας έτσι την «Κύρου Ανάβαση» του Ξενοφώντα. Στο έργο του αυτό εξιστορεί την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου εναντίον των Περσών, αλλά και τη ζωή του. Ως πηγές της ιστορίας του έχει όλα τα παλιότερα συγγράμματα για την ιστορία του Μ. Αλεξάνδρου. Όπως όμως λέει ο ίδιος βασίζεται κυρίως στα συγγράμματα του Πτολεμαίου και του Αριστόβουλου που είχαν παρακολουθήσει την εκστρατεία του Μακεδόνα στρατηλάτη ως στρατηγοί και επιτελείς του. 2. «Ινδική». Ιστορικό σύγγραμμα, όπου περιγράφεται η χώρα των Ινδών, τα ήθη, τα έθιμα, ο χαρακτήρας και τα πολιτεύματά τους. Το έργο αυτό είναι γραμμένο στην ιωνική διάλεκτο κατά μίμηση του Ηροδότου.
Γεωγραφικά: Από τα γεωγραφικά έργα του Αρριανού, τα οποία ήταν αρκετά, σώζεται μόνο ο «Περίπλους του Ευξείνου Πόντου». Σ’ αυτό το έργο ο συγγραφέας περιγράφει τα παράλια του Ευξείνου Πόντου, από την Τραπεζούντα ως το Βυζάντιο, που τα είχε επισκεφθεί ο ίδιος όταν ήταν τοπάρχης της Καππαδοκίας.
Στρατιωτικά: 1. «Τέχνη τακτική». Πραγματεύεται τη στρατιωτική τακτική των ελληνικών πόλεων και των Μακεδόνων. 2. «Ένταξις των Αλανών». Εκθέτει τη διάταξη του ρωμαϊκού στρατού στην εκστρατεία εναντίον των Αλανών.
Φιλοσοφικά: 1. «Επικτήτου διατριβή». Εκθέτει τη διδασκαλία του στωικού φιλοσόφου Επίκτητου. 2. «Επικτήτου εγχειρίδιον». Περίληψη της Διατριβής.
Έγραψε επίσης και τον «Κυνηγετικό», ως συμπλήρωμα του «Κυνηγετικού» του Ξενοφώντα.
Ο Αρριανός έγραψε στη αττική διάλεκτο, ήταν δηλαδή αττικιστής.
Πλούταρχος (περ. 46-120 μ.Χ.). Αρχαίος Έλληνας συγγραφέας. Γεννήθηκε στη Χαιρώνεια της Βοιωτίας από οικογένεια εύπορη και αριστοκρατική. Σπούδασε στην Αθήνα, στην πλατωνική ακαδημία. Για τον ιδρυτή της έτρεφε βαθύ σεβασμό και αυτό φαίνεται παντού στο έργο του, όταν μιλά για εκείνον ή τις ιδέες του. Ταξίδεψε στην Ασία, την Αίγυπτο, την Ιταλία και σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας. Τα λατινικά φαίνεται πως δεν τα έμαθε ποτέ καλά και σ’ αυτό ενδεχομένως οφείλονται και οι περιορισμένες γνώσεις του στη ρωμαϊκή λογοτεχνία. Στη Ρώμη ίσως να συμβουλεύτηκε έγγραφα και αρχεία σχετικά με πρόσωπα που θα βιογραφούσε στους «Βίους Παραλλήλους». Οι σχέσεις του με ισχυρούς Ρωμαίους τού έδιναν αυτή τη δυνατότητα. Χάρη στις σχέσεις του αυτές έγινε Ρωμαίος πολίτης και πιθανότατα σε προχωρημένη ηλικία να τιμήθηκε από τον αυτοκράτορα Τραϊανό με κάποιο πολιτικό αξίωμα.
Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Χαιρώνεια και σ' αυτήν έγραψε τα περισσότερα έργα του. Είχε αρκετούς φίλους που σύχναζαν, φαίνεται, στο σπίτι του και μαζί τους συζητούσε θέματα φιλοσοφικά, αλλά και γενικότερα, καθώς και εντελώς πρακτικά. Έγινε επώνυμος άρχοντας στη γενέτειρά του και ιερέας των Δελφών που δεν απείχαν και πολύ από τη Χαιρώνεια.
Τα έργα του Πλούταρχου διαιρούνται σε δύο ομάδες, στα «Ηθικά» και στους «Βίους Παραλλήλους». Τα «Ηθικά» απαρτίζονται από 83 μικρές και μεγάλες πραγματείες με ηθικό κυρίως περιεχόμενο, αλλά και αρκετές με περιεχόμενο ιστορικό, αρχαιολογικό, παιδαγωγικό, γραμματολογικό κτλ.
Οι «Βίοι Παράλληλοι» είναι μία συλλογή από 50 βιογραφίες σπουδαίων ανδρών, Ελλήνων και Ρωμαίων. Από τις βιογραφίες αυτές οι 23 είναι ζευγάρια, που στο καθένα βιογραφείται ένας Έλληνας και ένας Ρωμαίος, ενώ στο τέλος συγκρίνονται (παραλληλίζονται) –εξαιτίας αυτού του παραλληλισμού, εξάλλου, ονομάστηκαν «Βίοι Παράλληλοι». Οι υπόλοιπες 4 είναι καθεμία τους βιογραφία ενός μονάχα άντρα, του Αρταξέρξη του Μνήμονα, του Άρατου, του Γάλβα και του Όθωνα. Στις βιογραφίες αυτές, όπως έδειξε η έρευνα, ο Πλούταρχος δε χρησιμοποιεί μονάχα ανέκδοτα, αλλά και άλλες πηγές αξιόπιστες ή έργα συγγραφέων αξιόλογων, που εμείς σήμερα δεν τα έχουμε. Έτσι οι πληροφορίες του μας είναι πολύ χρήσιμες.
Ο Πλούταρχος ήταν θαυμαστής της πλατωνικής φιλοσοφίας, είχε όμως δεχτεί επιδράσεις και από τις διδασκαλίες όλων των άλλων φιλοσοφικών σχολών, εκτός της σχολής του Επίκουρου, τις απόψεις της οποίας πολεμούσε συστηματικά. Οπωσδήποτε τα θεωρητικά προβλήματα τα συζητούσε λίγο· εκείνα που τον απασχολούσαν περισσότερο, φαίνεται, ήταν τα πρακτικά προβλήματα της ζωής. Γι’ αυτό και η ηθική του έχει πρακτικό κυρίως χαρακτήρα· θεωρητικό της θεμέλιο είναι η πίστη στην αθανασία της ψυχής και στη θεϊκή πρόνοια για τον κόσμο και τον άνθρωπο.
Σε μία εποχή θρησκευτικής αδιαφορίας και πρακτικού υλισμού, ο Πλούταρχος έμεινε πιστός στη θρησκεία και στη σοφία των προγόνων. Την πίστη του αυτή ζητούσε να τη μεταδώσει και στους άλλους, για να γίνει φως και στήριγμα στις συνειδήσεις. Δεν έγραφε από ματαιοδοξία, ήθελε να φανεί χρήσιμος στους ομοεθνείς του, τους συντοπίτες του, τους φίλους του. Γι’ αυτό και έμεινε στη μικρή γενέτειρά του. Μερικές από τις ιδέες του για την οικογένεια, την ανατροφή και την εκπαίδευση των παιδιών διατηρούν ακόμη την αξία τους («ο νους δε μοιάζει μ' ένα πιθάρι που πρέπει να το γεμίσουμε, αλλά με μία εστία που πρέπει να την ανάψουμε»). Για ένα τέτοιο κέντρισμα του νου τα έργα του Πλούταρχου προσφέρουν λαμπρά παραδείγματα. Οι ήρωές τους δε μιλούν για το αγαθό, το αληθινό και το ωραίο, αλλά αγωνίζονται και πεθαίνουν γι’ αυτές τις αξίες της ζωής. Έτσι, εξηγείται, γιατί σ’ όλες τις εποχές τα έργα του αγαπήθηκαν και διαβάστηκαν πολύ. Δεν είναι βέβαια ο Πλούταρχος στοχαστής με πρωτοτυπία, όμως αναμφισβήτητα είναι μία επιβλητική προσωπικότητα στα γράμματα και το έργο του έχει μόνιμη αξία.
Ο Πλούταρχος γράφει κυρίως στην αττική του 4ου αι. π.Χ., όμως κάνει πολλές παραχωρήσεις στην κοινή, τη γλώσσα δηλαδή που μιλιόταν την εποχή του. Αποδεικνύεται, συνεπώς, και σ' αυτό άνθρωπος της συνετής μεσότητας. Στέκεται μακριά από την κίνηση των αττικιστών, που αυτή την εποχή είχε φουντώσει. Στο λόγο του υπάρχει κάποια δυσκαμψία και καμιά φορά δύσκολα τον παρακολουθούμε, εξαιτίας κυρίως των μακρών περιόδων, με τις οποίες συγκροτεί συχνά το λόγο του. Στους «Βίους Παραλλήλους» ο λόγος του είναι πιο στρωτός. Είναι τόσο προσεκτικός στην αποφυγή της χασμωδίας, ώστε μπορούν να θεωρηθούν νόθα τα έργα εκείνα που του αποδίδονται και στα οποία αυτή είναι αισθητή.
Στην αναγέννηση ο Πλούταρχος ήταν ο πρώτος από τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς που έγινε γνωστός στη Δύση. Η μετάφρασή του στη γαλλική από το Ζακ Αμιό ήταν το πιο πολυδιαβασμένο βιβλίο στην Ευρώπη το 16ο και 17ο αιώνα. Τις τραγωδίες «Ιούλιος Καίσαρας», «Αντώνιος και Κλεοπάτρα» και «Κοριολανό» τις εμπνεύστηκε ο Σαίκσπηρ από τους «Βίους Παραλλήλους» του Πλούταρχου. Το έργο του το αγάπησαν και το μελέτησαν στοχαστές όπως οι Φράνσις Μπέικον, Μοντέν, Μοντεσκιέ, Ρουσό κ.ά.
Αλβίνος, ο (2ος αι.). Πλατωνικός φιλόσοφος, μαθητής του Γαΐου και δάσκαλος του Γαληνού. Με το έργο του «Εισαγωγή εις τους Πλάτωνος διαλόγους» εξετάζει τη φύση του διαλόγου στην πλατωνική φιλοσοφία. Δίδαξε στη Σμύρνη και η φιλοσοφία του χαρακτηρίζεται από τάσεις εκλεκτικιστικές.
Αππιανός (τέλη 1ου-2ος αι.). Έλληνας ιστορικός από την Αλεξάνδρεια. Γεννήθηκε γύρω στο 96. Ήρθε στη Ρώμη την εποχή του Αδριανού και διακρίθηκε ως συνήγορος σε δίκες. Αργότερα έγινε επίτροπος των αυτοκρατόρων στην Αλεξάνδρεια. Έγραψε τα «Ρωμαϊκά», έργο που περιλαμβάνει την ιστορία της Ρώμης από την εποχή του Αινεία μέχρι το θάνατο του Τραϊανού σε 24 βιβλία, από τα οποία σώζονται μόνο τα 11 και η εισαγωγή. Χρησιμοποίησε ως πηγές του τον Πολύβιο, το Διονύσιο, τον Τίτο Λίβιο κ.ά. Από το έργο του λείπει η κριτική και η γλώσσα του δεν έχει λογοτεχνικές αξιώσεις· είναι όμως το μόνο από το οποίο αντλούμε πληροφορίες για τους εμφύλιους πολέμους των Ρωμαίων.
Αργεντάριος (1ος αι. μ.Χ.). Ρωμαίος ρήτορας και ποιητής, ελληνικής καταγωγής, που έδρασε κατά τους χρόνους του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αυγούστου. Στην Παλατινή Ανθολογία σώζονται 37 επιγράμματά του, τα οποία εντάσσονται σε διάφορα θέματα: επιτύμβια, ερωτικά, σατιρικά, συμποτικά κτλ.
Καλλιέργησε ένα προσωπικό ύφος, το οποίο σε συνδυασμό με μία λεπτή ειρωνεία χαρακτηρίζεται από γοητεία και χάρη.
Αριστοκλής (2ος αι.). Περιπατητικός φιλόσοφος. Γεννήθηκε στη Μεσσήνη της Σικελίας. Υπήρξε οπαδός της σχολής των περιπατητικών αλλά συγχρόνως θαύμαζε και τον Πλάτωνα. Προσπάθησε να συνδυάσει τις αριστοτελικές με τις πλατωνικές θεωρίες.
Έργα του: «Περί φιλοσοφίας» (10 βιβλία), «Πότερον σπουδαιότερος Όμηρος ή Πλάτων», «Τέχναι ρητορικαί», «Περί Σεράπιδος», «Ηθικά» (9 βιβλία).
Αμμώνιος ο Σακκάς (175-242). Φιλόσοφος από τη Αλεξάνδρεια. Πήρε το όνομα Σακκάς, γιατί όταν ήταν νέος και φτωχός ήταν αχθοφόρος και μετέφερε σακιά (σακοφόρος).
Αφού σπούδασε φιλοσοφία, προσάρμοσε την πλατωνική και την αριστοτελική φιλοσοφία και διαμόρφωσε δικό του σύστημα, που το δίδαξε με επιτυχία στην Αλεξάνδρεια. Δίκαια θεωρείται ως ο ιδρυτής της νέας πλατωνικής σχολής. Από αυτήν προήλθαν πολλοί και σημαντικοί νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι. Από τους μαθητές του αυτούς αναφέρονται ο Ωριγένης ο Νεοπλατωνικός, ο Λογγίνος, ο Ερένιος, ο Θεοδόσιος, ο Αντωνίνος, ο Πλωτίνος κ.ά. Τόσο πολύ αφιερώθηκε ο Πλωτίνος στη φιλοσοφική διδασκαλία του Αμμώνιου, ώστε για έντεκα ολόκληρα χρόνια, μέχρι το θάνατο του δασκάλου του, παρέμεινε στην Αλεξάνδρεια παρακολουθώντας τα μαθήματά του.
Ο Αμμώνιος δεν άφησε κανένα σύγγραμμα. Έτσι δεν έχουμε ακριβή γνώση της διδασκαλίας του. Μπορούμε όμως να θεωρήσουμε πως μεταγενέστεροι νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι του 5ου αιώνα δίνουν κάποιες βάσιμες πληροφορίες για όσα πρέσβευε.
Αιλιανός Κλαύδιος (170-235). Ρωμαίος σοφιστής και ρήτορας. Γνώριζε τόσο καλά την ελληνική γλώσσα, ώστε ονομάστηκε «μελίγλωττος». Έγραψε: α) «Περί ζώων ιδιότητος» (δεκαεπτά βιβλία), όπου αναφέρει πληροφορίες για τη φυσική ιστορία των ζώων, β) «Ποικίλη ιστορία» (δεκατέσσερα βιβλία), όπου βρίσκει κανείς ιστορικά, βιογραφικά, μυθολογικά και αρχαιολογικά στοιχεία, γ) «Επιστολαί αγροικικαί».
Αινησίδημος, ο. Σκεπτικός φιλόσοφος. Γεννήθηκε στην Κνωσό της Κρήτης και έζησε στην Αλεξάνδρεια, την εποχή του Κικέρωνα (1ος αι. π.Χ.). Έγραψε «Πυρρωνείους λόγους» σε 8 βιβλία, από τα οποία σώζονται μικρά αποσπάσματα. Με τα έργα του προσπάθησε να ανανεώσει τις θεωρίες του Πύρρωνα γύρω από τη σκεπτικιστική θεώρηση του κόσμου. Θεωρείται πρόδρομος της φιλοσοφικής σχολής του Άγγλου Ντέιβιντ Χιουμ και του νεότερου θετικισμού.
Πτολεμαίος ό Κλαύδιος (108-168μχ) Γεννήθηκε στην Πτολεμαϊδα του Ερμείου, στις όχθες του ποταμού Νείλου.
Έζησε και εργάστηκε στην Αλεξάνδρεια. Είχε εγκαταστήσει το αστεροσκοπείο του στον άνω όροφο ενός ναού. Θεωρείται ο μεγαλύτερος γεωγράφος της αρχαιότητος και ένας σημαντικός αστρονόμος. Συνέχισε το έργο του Ιππάρχου και πρώτος αυτός συστηματοποίησε την Eλληνική αστρονομία. Τον αναφέρουν η Σούδα και ο Στοβαίος. Κρατήρας της σελήνης ονομάστηκε πρός τιμήν του Πτολεμαίος. Θεωρείται ο κύριος εκπρόσωπος του γεωκεντρικού συστήματος, που ονομάσθηκε «Πτολεμαϊκό σύστημα». Κάθε πλανήτης κινούμενος ισοταχώς διαγράφει έναν κύκλο, που λέγεται «επίκυκλος». Το κέντρο κάθε επικύκλου διαγράφει γύρω απο την γή έναν άλλο κύκλο, που λέγεται «έκκεντρος». Έργα του: «Μαθηματικής Σύνταξις» ή μεγάλη σύνταξις της Αστρονομίας. Γράφτηκε το 142μχ αποτελείται απο 13 βιβλία και την έχει αφιερώσει στον αδελφό του στην Σύρο. Βιβλίον 1ον περί των μεταξύ του ισημερίνου και του λοξού κύκλου περιφερειών. Για πρώτη φορά παρουσιάζονται η επίπεδη και η σφαιρική τριγωνομετρία(κεφάλαια ΙΑ και ΙΓ).Βιβλίον 5ον «Περί κατασκευής αστρολάβου», «Περί του λόγου της εκκεντρότητος του σεληνιακού κύκλου» (κεφ. Α και Δ). Βιβλίον 8ον «Περί της θέσεως του γαλακτίου κύκλου» (κεφ. Β). Βιβλίον 9ον «Περί της εποχής των περιοδικών του Ερμού κινήσεων» (κεφ.ΙΑ). βιβλίον 10ον «Περί των λόγων της εκκεντρότητος του αστέρος» (κεφ. Γ) και «Περί της διορθώσεως των περιοδικών του Άρεως κινήσεων» (κεφ. Θ). Βιβλίον 11ον «Απόδειξις της του Κρόνου εκκεντρότητος και του απογείου» (κεφ. Ε). Βιβλίον 12ον «Απόδειξις των μεγίστων πρός τον ήλιον διαστάσεων Αφροδίτης και Ερμού» (κεφ. Η). Βιβλίον 13ον «Περί φάσεων και κρύψεων των 5 πλανωμένων» (κεφ. Ζ). Η «Μαθηματική Σύνταξις» μεταφράστηκε τον 9ον αιώνα στα Αραβικά κατ’εντολή του Χαλίφη Άλ Μαμούν με τίτλο «Ταμπίρ Αλ Μαγκεστ». Το σύγγραμμα αυτό είναι απο τα σπουδαιότερα αστρονομικά και μαθηματικά έργα της αρχαιότητος. Αναφέρει τις κυριότερες θεωρίες των Ελλήνων και ειδικότερα ένα μεγάλο μέρος των εργασιών του Ιππάρχου (προσδιορισμός γεωγραφικού μήκους και πλάτους, παράλλαξη σελήνης, μέγεθος και απόσταση ηλίου, εκλείψεις). Περιλαμβάνει κατάλογο αστέρων και αστερισμών (48 αστερισμούς, 21 βόρειους και 15 νότιους και 12 ζωδιακούς, με 944 αστέρες συνολικά, 95 αστέρες που δεν ανήκουν σε αστερισμό και 18 νεφαλοειδείς και συστροφές αστέρων). Το «Πτολεμαϊκό σύστημα» υποστηριζόταν ως τον 16ον αιώνα, ώσπου ευρέθη του Αριστάρχου. Το σύγγραμμα χρησίμευσε ως διδακτικό εγχειρίδιον στο «Μουσείον» της Αλεξανδρείας. Σώζεται. Άλλα έργα του : «Προχείρων τινών κανόνων διάταξις και ψηφοφορία», περίληψη της «Μαθηματικής συντάξεως». «Φάσεις απλανών αστέρων και συναγωγή επισημασιών» ημερολόγιο ανατολών και δύσεων των απλανών αστέρων. Σώζεται. «Πλανησφαίριον» σώζεται σε Λατινική μετάφραση. «Περί αναλήμματος» αναπαράσταση της ουρανίου σφαίρας σε επίπεδο. Σώζεται σε Λατινική μετάφραση. «Περί στοιχείων» το αναφέρει ο Σιμπλίκιος. Δεν σώζεται. «Τετράβιβλος Σύνταξις» ασχολείται με προβλέψεις καιρικών μεταβολών. «Υποθέσεις των πλανωμένων» βιβλία 2. Περιγραφή του Πτολεμαϊκού συστήματος. Σώζεται το πρώτο βιβλίο, ενώ το δεύτερο σώζεται σε μετάφραση στα Αραβικά. «Άπλωσις επιφανείας» αναφέρεται στην στερεογραφική προβολή. «Αρμονικά» σε αυτό το έργο περιλαμβάνεται η επινόηση του μηδενός (0) απο το πρώτο γράμμα της λέξεως «ουδέν». Εκπόνησε επίσης τον πρώτο χάρτη της Αραβικής χερσονήσου με μεγάλη ακρίβεια. Στον Πτολεμαίο αποδίδεται ο χάρτης που εκτίθεται στο μουσείο της Κων/πόλεως, στον οποίον έχουν σχεδιαστεί ακτές της Αμερικής. Τα γεωγραφικά του έργα περιλαμβάνονται στο «Γεωγραφικής Υφήγησις» βιβλία 8. Το έργο αυτό χρησιμοποιήθηκε ως διδακτικό σύγγραμμα επί 14 αιώνες. Αποτελεί την χρησιμότερη πηγή της Ιστορίας της γεωγραφίας, με 8000 τοπωνύμια, αποστάσεις και γεωγραφικά πλάτη και μήκη των τόπων αυτών. Σώζεται.
Κορυφαίος όμως φιλόσοφος τής περιόδου αυτής ήτο ό Πλωτίνος (205-270). Νεοπλατωνικός, γεννήθηκε στήν Αίγυπτο καί πέθανε στήν Ρώμη. Ο Πλωτίνος ανέμιξε στήν Πλατωνική φιλοσοφία πολλά μυστικοπαθή στοιχεία. Κατά τήν διδασκαλία του στόχος τού ανθρώπου είναι ή φυγή από τόν κόσμο αυτόν καί ή συμμετοχή του στήν ζωή τού Θεού. Κατά τόν Πλωτίνο ή ψυχή είναι αθάνατη καί προυπήρχε τής επίγειας ζωής. Τά έργα του εξέδωσε ό σπουδαιότερος από τούς μαθητές του Πορφύρι.
Σέ όλη τήν διάρκεια τής Βυζαντινής αυτοκρατορίας, στά γράμματα καί τίς τέχνες οί Έλληνες συνέχισαν νά αποτελούν τήν κορυφή τής παγκοσμίου διανοήσεως. Οί Ιστορικοί οίτινες παρουσιάζουσι τό μεγαλύτερον ενδιαφέρον είναι αναμφιβόλως οί τέσσαρες μεγάλοι Βυζαντινοί ιστορικοί τών χρόνων τής Αλώσεως, ήτοι Γεώργιος Φραντζής ό μόνος έκ τών τεσσάρων ό οποίος υπήρξε αυτόπτης μάρτυς τών διαδραματισθέντων γεγονότων καί έλαβε ενεργό μέρος σ’αυτά. Είχε γεννηθή τό 1401μχ καί από ηλικίας 16ετών έμενεν είς τήν Κων/πλιν καί είς τήν υπηρεσίαν τού Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου, κατ’εντολήν τού οποίου κατέγραψε τούς δυναμένους νά φέρουν όπλα. Δεύτερος είναι ό Μιχαήλ Δούκας πού εγεννήθη πρός τό τέλος τού 14ου αιώνος. Άν καί είχε ζήσει μακράν τών κέντρων τής Ελληνικής ζωής, κρίνεται ειλικρινής Έλλην πατριώτης. Παρακολουθεί μέ αγωνία τής προπαρασκευές τής πολιορκίας καί μέ άλγος ψυχής αφηγείται τά σπαρακτικά συμβάντα μετά τήν Άλωσιν. Τρίτος είναι ό Μιχαήλ Κριτόβουλος ή Ίμβριος κατά τήν καταγωγή του. Ήταν από αρχοντική οικογένεια. Ό Κριτόβουλος μάλιστα απέστειλε τό σύγγραμμά του στόν Μωάμεθ. Τέταρτος ήταν ό Λαόνικος ό Χαλκοκονδύλης, Αθηναίος ιστορικός από τό κλεινόν άστυ τό οποίο ήδη από μακρού ήτο υπόδουλον είς τούς Φράγκους. Τό έργο του λεγόταν Αποδείξεις ιστοριών.
Ισίδωρος ό Αβυδήνος, μέ έργο τό πολεοδομικό σχέδιον τής πόλεως τής Ζηνοβίας, τούς τρούλους τής αγίας Σοφίας, τόν ναό τής Συρίας κ.α.
• Ισίδωρος ό Πρεσβύτερος πού ήτο αρχιτέκτων τής αγίας Σοφίας. Ιωάννης
• Βυζάντιος, ησχολήθη επίσης μέ τήν αγία Σοφία.
• Ιωάννης Μαλάλας ό ιστορικός.
• Ιωάννης ό φιλόπονος, μαθηματικός, φυσικός.
• Ιουλιανός ό Λαοδικεύς, αστρονόμος.
• Χαλκιδόνιος ό αστρονόμος.
• Αλέξανδρος ό Τραλλιανός, ιατρός ό οποίος ησχολήθη μέ φάρμακα, βότανα κτλ.
• Αμμώνιος ό Αλεξανδρεύς, μαθηματικός.
• Ανθέμιος ό Τραλλιανός, μηχανικός μέ έργα τού: κάτοπτρα, μηχανές μέ ατμό, δεξαμενές, ή αγια Σοφία κ.α.
Ψελλός, Μιχαήλ (1018-1078/1095). Ο σημαντικότερος Βυζαντινός λόγιος, φιλόσοφος, ιστορικός και πολιτικός με επιβλητικό διδακτικό και συγγραφικό έργο σε όλους τους κλάδους των γραμμάτων και των επιστημών.
Γεννήθηκε σε προάστιο της Κωνσταντινούπολης από οικογένεια ευγενών και απέκτησε από νωρίς καλή ανατροφή και μεγάλη μόρφωση. Καταγόταν από τη Νικομήδεια. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Κωνσταντίνος, ονομάστηκε όμως Μιχαήλ, όταν εκάρη μοναχός, το 1054. Σύμφωνα με το βυζαντινολόγο Φαίδωνα Κουκουλέ το επίθετο Ψελλός προέρχεται από το «ψελλίζειν».
Ήδη από νωρίς ο δάσκαλός του Ι. Μαυρόπουλος εγκωμιάζει τον Ψελλό ως τέλειο εγκυκλοπαιδιστή. Σε πολύ νεαρή ηλικία εισήλθε στη δημόσια διοίκηση και υπηρέτησε σε επαρχιακή θέση, αργότερα δικηγόρησε και έγινε δικαστής, αυτοκρατορικός γραμματέας και, τέλος έμπιστος υπουργός, πρωθυπουργός, από την εποχή του Κωνσταντίνου Θ’ του Μονομάχου και των διαδόχων του.
Από τους σημαντικούς σταθμούς της ζωής του ξεχωρίζει η σύγκρουση με τους παράγοντες της εκκλησιαστικής και κρατικής ηγεσίας που τον υποχρέωσε σε δήλωση πίστης στην ορθόδοξη δογματική παράδοση και παραίτηση από τα αξιώματά του (1051), τα οποία ανέκτησε το επόμενο έτος (το έτος αυτό συντάσσει μια «ανθρωπιστική» επιστολή όπου αναπτύσσει τις θέσεις του περί χριστιανικού ουμανισμού). Έπεσε πάλι σε δυσμένεια την περίοδο που αυτοκράτορας ήταν ο Κωνσταντίνος Ι’ Δούκας (1059-1067).
Η σπουδαιότερη προσφορά του Μιχαήλ Ψελλού ανήκει στο χώρο της γενικής και ανώτερης παιδείας. Με τον τίτλο «ύπατος των φιλοσόφων» διεύθυνε το «Γυμνάσιον», δηλαδή τη σχολή των φιλοσοφικών σπουδών, και αναδείχθηκε σπουδαίος δάσκαλος με πλήθος μαθητών από το εσωτερικό και εξωτερικό.
Οι νεότερες εκτιμήσεις του έργου του διορθώνουν παλιότερες εντυπώσεις που ήθελαν τον Ψελλό πλατωνικό ή νεοπλατωνικό φιλόσοφο και αποκαθιστούν την πολύπλευρη προσωπικότητά του ως αντιπροσωπευτικού τύπου Βυζαντινού ανθρωπιστή με στέρεη γνώση και εκτίμηση της ελληνικής γενικής παιδείας και σταθερή προσήλωση στις βασικές θέσεις του χριστιανικού δόγματος.
Το συγγραφικό του έργο είναι πολύπλευρο. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα φιλοσοφικά «Περί φιλοσοφίας», «Εις την ψυχολογίαν του Πλάτωνος» κ.ά., το ιστορικό «Χρονογραφία», όπου συνεχίζει τα ιστορικά γεγονότα της περιόδου 976-1078, δηλαδή από εκεί που τελειώνει η «Ιστορία» του Λέοντα Διακόνου. Θεωρητικά η συγγραφή της ιστορίας, κατά τον Ψελλό, πρέπει να αναφέρεται στα σημαντικά γεγονότα και όχι όπως ο Θουκυδίδης με κατά εποχές ιστορική αφήγηση. Επίσης έγραψε τα ποιητικά έργα «Παράφρασις της Ομήρου Ιλιάδος», «Στίχοι πολιτικοί περί της γραμματικής». Έγραψε αρκετά διδακτικά ποιήματα, μια σύνοψη ρητορικής και ένα θέμα γεωμετρίας σε στίχους κατά τη συνήθεια της εποχής κ.ά. Όσον αφορά τη ρητορική, τόσο στη θεωρητική όσο και στην πρακτική πλευρά της, ο Ψελλός αποδείχθηκε ο άριστος των ρητόρων της εποχής του. Συνέγραψε όλα τα είδη (ηθοποιία, εγκώμιο, επιτάφιος, μονωδία, επιστολή) που μας είναι γνωστά στη βυζαντινή γραμματεία.
Αβελάρδος (ή Αβαιλάρδος), Πέτρος (1079-1142). Γάλλος σχολαστικός φιλόσοφος και θεολόγος. Γεννήθηκε κοντά στη Νάντη από πατέρα γαιοκτήμονα, που τον προόριζε για στρατιωτικό. Εκείνος όμως, κυριευμένος από το πάθος της μελέτης, εγκατέλειψε την περιουσία του και τα δικαιώματα του πρωτότοκου γιου και πήγε στο Παρίσι, για να αφοσιωθεί στις θεολογικές σπουδές. Εκεί έγινε μαθητής και στη συνέχεια αντίπαλος του Γκιγιόμ ντε Σαμπό. Σε ηλικία 22 ετών ήταν φτασμένος φιλόσοφος. Ίδρυσε δική του σχολή στο Παρίσι και σύντομα απέκτησε μεγάλη φήμη.Τη φήμη του την οφείλει όχι μόνο στην πρωτοτυπία των φιλοσοφικών θεωριών του, αλλά και στον πολυθρύλητο και μυθιστορηματικό του έρωτα προς τη μαθήτριά του Ελοΐζα, την ανεψιά του ιερωμένου Φιλμπέρ, με την οποία απέκτησε και ένα παιδί. Εξαιτίας αυτού του έρωτα απόκτησε την προσωνυμία «ο ερωτοπαθής θεολόγος». Η ζωή του γενικά ήταν γεμάτη μεταπτώσεις. Γνώρισε τη δόξα, αλλά και τον εξευτελισμό, τις ηδονικές απολαύσεις, αλλά και τα μαρτυρικά βασανιστήρια. Όταν ο Φιλμπέρ έμαθε το μυστικό γάμο του Αβελάρδου με την ανεψιά του, πλήρωσε κακοποιούς και αυτοί τον ευνούχισαν. Ύστερα από το δραματικό αυτόν επίλογο της ερωτικής του ζωής αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στη θρησκεία, ενώ η Ελοΐζα έγινε μοναχή.Η καινοτομία του φιλοσοφικού του συστήματος συνίσταται στην αρχή ότι η αληθινή πίστη πρέπει να στηρίζεται στη νόηση. Υποστήριξε ότι η αμφιβολία αποτελεί την αφετηρία της έρευνας και ότι η έρευνα οδηγεί στην αλήθεια. Δεχόταν ότι μόνο η Αγία Γραφή δεν υπόκειται σε έρευνα, ενώ η πατερική θεολογία είναι ανθρώπινη γνώση, που πρέπει να διερευνάται.Η Καθολική Εκκλησία άρχισε να ανησυχεί με τις τολμηρές ιδέες του Αβελάρδου, αλλά εκείνος προχώρησε ακόμη μακρύτερα. Αμφισβήτησε το προπατορικό αμάρτημα, έδωσε ψυχολογικές εξηγήσεις στο φαινόμενο του δαιμονισμού και δικούς του συμβολισμούς στα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας. Για τις αιρετικές του ιδέες διώχτηκε και βασανίστηκε. Στον κατατρεγμό του πρωτοστάτησε ο Βερνάρδος του Κλερβό, ο «άγιος» του καθολικισμού. Η ειδική Σύνοδος που συγκλήθηκε στη γαλλική πόλη Σουασόν τον καταδίκασε στην εξευτελιστική ποινή να ρίξει ο ίδιος το βιβλίο του περί Αγίας Τριάδας στη φωτιά (1121). Κυριότερο έργο του ήταν το «Ναι και όχι», όπου παρέθετε τις αντιφατικές, για το ίδιο ζήτημα, γνώμες των Πατέρων. Ο Αβελάρδος ήταν πνεύμα ακάματο, ορθολογιστικό και ερευνητικό, και επηρέασε με τις ιδέες του πολλούς φιλοσόφους της Δύσης, ιδίως το Θωμά Ακινάτη.
Αβερρόης (1126-1198). Άραβας φιλόσοφος, γιατρός και ερμηνευτής του Αριστοτέλη, ένας από τους διασημότερους φιλοσόφους του Μεσαίωνα. Γεννήθηκε στην Κόρδοβα της Ισπανίας, όπου χρημάτισε μεγάλος καδής (δικαστής), και πέθανε στο Μαρόκο σε ηλικία 72 ετών. Το πραγματικό του όνομα ήταν Αμπντ ουλ Βάλιντ Mοχάμετ ιμπν Αχμέτ ιμπν Mοχάμετ ιμπν Ροσντ. Το «Αβερρόης» είναι ο εξελληνισμός των δύο τελευταίων λέξεων του μακρότατου ονόματός του, το οποίο σκέφτηκε ο ίδιος. Το πλήθος των αραβικών ονομάτων του αποκαλύπτει αριστοκρατική καταγωγή.Ο Αβερρόης διδάχτηκε ιατρική, φιλοσοφία, νομική και θεολογία. Τελικά όμως διακρίθηκε ως φιλόσοφος. Το φιλοσοφικό του σύστημα είναι γνωστό ως «αβερροϊσμός». Βάση της φιλοσοφίας του αποτελούν τα περίφημα «Σχόλια στον Αριστοτέλη», με τα οποία διαδόθηκε η αριστοτελική φιλοσοφία στη μεσαιωνική Ευρώπη. Ο «αβερροϊσμός», που περιλαμβάνεται στα τρία βιβλία των Σχολίων του, μπορεί να συνοψιστεί στα εξής τρία ουσιώδη σημεία:
α) Αιωνιότητα της ύλης. Σύμφωνα μ’ αυτήν «τίποτε δε χάνεται, τίποτε δε δημιουργείται, τίποτε δεν υπάρχει, που να προέρχεται από την ανυπαρξία». Ακόμη «ο κόσμος ποτέ δεν υπήρξε και ποτέ δε θα υπάρξει μικρότερος ή μεγαλύτερος απ’ ό,τι είναι». Μέσα σ’ αυτόν τον υλικό κόσμο «ο Θεός είναι η ουσία, είναι ο έμψυχος και πνευματικός κόσμος, ο αιώνιος κόσμος».
β) Αιωνιότητα της κίνησης (δηλαδή της εξέλιξης). «Συνεχής, αδιάκοπη και αιώνια είναι η εξέλιξη του κόσμου, χωρίς την οποία στη θέση του κόσμου θα υπήρχε ο θάνατος, η νέκρωση και η ανυπαρξία.»
γ) Νόμοι της νόησης και της γνώσης. Είναι μια αντιγραφή της αριστοτελικής άποψης, κατά την οποία στην ψυχή μας υπάρχουν δύο ειδών νοητικές δυνάμεις: ο «παθητικός νους» –ο «εν δυνάμει νους» του Αριστοτέλη, στον οποίο χρωστούμε τη δύναμη να σκεφτόμαστε– και ο «ποιητικός νους», στον οποίο χρωστούμε τη γνώση των πραγμάτων και του κόσμου.
Οι φιλοσοφικές θεωρίες του Αβερρόη προσέκρουσαν στις θρησκευτικές πεποιθήσεις της εποχής του και καταδικάστηκαν και από το μουσουλμανισμό και ιδιαίτερα από τους χριστιανούς θεολόγους.
Αδελάρδος, ο (12ος αι.). Άγγλος φιλόσοφος και μαθηματικός. Ήταν μοναχός του τάγματος του Αγίου Βενεδίκτου και υπήρξε από τους πρωταγωνιστές της αναβίωσης της κλασικής παιδείας στη Δύση. Μετέφρασε στα λατινικά την «Αλμαγέστη» του Πτολεμαίου και πιθανόν τα «Στοιχεία» του Ευκλείδη. Ασχολήθηκε με την αστρονομία και ταξίδεψε στη Μεσόγειο και στη Μ. Ανατολή.
Αβικέννας ή Αμπού Ιμπν Σινά, ο (980-1037). Μεγάλος Πέρσης φιλόσοφος και γιατρός. Έγραψε περίπου 100 έργα φιλοσοφικά, ιατρικά, αστρονομικά. Ο «Κανόνας της Ιατρικής», το σπουδαιότερο έργο του, ήταν η βασική πηγή το Μεσαίωνα για τις δυτικές ιατρικές σχολές και μεταφράστηκε πολλές φορές στη λατινική γλώσσα.Ασχολήθηκε επίσης με την αριστοτελική φιλοσοφία και προσπάθησε να προσδιορίσει τη σχέση ανάμεσα στο ον και την ουσία, καθώς και ανάμεσα στο δυνατό και το αναγκαίο. Οι αντιλήψεις του για το μοναδικό θείο «Δρώντα Νουν» συζητήθηκαν πολύ κατά το Μεσαίωνα.
Αποστόλης, Μιχαήλ (περ. 1422-1480). Λόγιος των τελευταίων βυζαντινών χρόνων. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Μαθήτευσε κοντά στο Γεώργιο Γεμιστό ή Πλήθωνα, ο οποίος του μετέδωσε το πάθος του για τον Πλάτωνα, που συχνά τον έφερε σε οξύτατες διαμάχες με τους αριστοτελικούς. Μαθήτευσε επίσης κοντά στον Ιωάννη Αργυρόπουλο, τον οποίο και διαδέχτηκε στην καθηγητική έδρα της ελληνικής φιλοσοφίας. Μετά την Άλωση αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους και μεταφέρθηκε σε μικρασιατική περιοχή. Κατόρθωσε όμως να διαφύγει και κατέφυγε στην Ιταλία, κοντά στον Έλληνα καρδινάλιο Βησσαρίωνα, ο οποίος έγινε από τότε προστάτης του. Κατά το 1455 ήρθε στην Κρήτη, όπου και έζησε τα υπόλοιπα χρόνια του ως δάσκαλος και αντιγραφέας χειρογράφων κλασικών συγγραφέων, όπου πρόσθετε συνήθως μετά την υπογραφή του τις λέξεις «βασιλεύς των πενήτων» ή «εν πενία συζών». Έγραψε διάφορα έργα, σπουδαιότερα από τα οποία είναι η «Συναγωγή αρχαίων παροιμιών», «Λόγος παραινετικός εκ Γόρτυνος εις Ιταλίας Ρώμην», διάφορα επιγράμματα και επιστολές, με σπουδαιότερη εκείνη που απευθύνει στον αυτοκράτορα της Γερμανίας Φρειδερίκο Γ’ και του οποίου ζητά τη μεσολάβηση για να σωθεί το Βυζάντιο από τους Τούρκους. Ο Μ. Αποστόλης πέθανε στην Κρήτη.
Αρμενόπουλος, Κωνσταντίνος (1320-1380). Ένας από τους πιο διακεκριμένους Έλληνες νομομαθείς. Καταγόταν από οικογένεια πλούσιων ευγενών. Ο πατέρας του είχε το αξίωμα του κουροπαλάτη και η μητέρα του ήταν συγγενής του αυτοκράτορα Ιωάννη Καντακουζηνού. Σπούδασε τη νομική κοντά σε διαπρεπείς νομοδιδασκάλους. Για να μάθει τέλεια τη λατινική γλώσσα, που ήταν η βάση των νομικών επιστημών, κάλεσε από την Καλαβρία, ειδικά για το σκοπό αυτό, το μοναχό Ασπάσιο. Διατέλεσε διαδοχικά καθηγητής, μέλος του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου του αυτοκράτορα, κουροπαλάτης και τέλος Μέγας Νομοφύλακας. Έζησε στην Κωνσταντινούπολη και στη Θεσσαλονίκη. Έγραψε πολλά και σημαντικά έργα, με νομικό κυρίως περιεχόμενο, το σημαντικότερο από τα οποία είναι το περίφημο «Πρόχειρον Νόμων» ή «Εξάβιβλος» που ονομάστηκε έτσι γιατί περιλάμβανε τα παρακάτω έξι βιβλία: α) Περί νόμων και δικαστικής καταστάσεως· β) Περί δικών, διαφορών και καινοτομιών· γ) Περί εκποιήσεως δανείων και κοινωνίας· δ) Περί μνηστείας και γάμου· ε) Περί διαθηκών και επιτρόπων και στ) Περί ζημίας και ποινής. Η «Εξάβιβλος» του Αρμενόπουλου ήταν ο πρώτος Αστικός Κώδικας της νεότερης Ελλάδας, γιατί όλη η νομοθεσία ήταν σκορπισμένη στις διάφορες πράξεις των αυτοκρατόρων («Νεαραί», «Πανδέκται», «Βασιλικά»). Έτσι, τόσο ο πρώτος Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας όσο και η Αντιβασιλεία, με το Βασιλικό Διάταγμα της 23ης Φεβρουαρίου 1835 όρισαν ότι τα δικαστήρια στα αστικά θέματα θα ακολουθούν τους νόμους των Βυζαντινών αυτοκρατόρων που περιέχονται στην «Εξάβιβλο» του Αρμενόπουλου και θα ισχύουν μέχρις ότου δημοσιευτεί ο πολιτικός (αστικός) κώδικας. Και η επαγγελία αυτή ίσχυσε επί ένα σχεδόν αιώνα, γιατί μόλις το έτος 1946 (με το Ν.Δ. της 7/10 Μαΐου 1946) δημοσιεύτηκε ο νέος Αστικός Κώδικας της Ελλάδας, αφού επί 500 χρόνια την αστική νομοθεσία της εξυπηρέτησε η «Εξάβιβλος» του Αρμενόπουλου.
Γεώργιος Πλήθων ό Γεμιστός, φιλόσοφος καί φιλόλογος τού 15ου αί.μχ. Έζησε στόν Μυστρά όπου τιμήθηκε μέ πολλά αξιώματα από τούς Παλαιολόγους καί δίδαξε στήν Φλωρεντία υπό τήν προστασία τών Μεδίκων(ιστορική οικογένεια τής Ιταλίας πού ηγεμόνευσε στήν Φλωρεντία, από τό 1434μχ. Μερικά μέλη της ήσαν : Κοσμάς ό Πρεσβύτερος, Λαυρέντιος ό μεγαλοπρεπής, Κοσμάς ό Μέγας δούκας τής Φλωρεντίας κ.α.). Ό Πλήθων Πέθανε στήν Σπάρτη τό 1452 μχ .Στά συγγράμματά του εκδηλώνεται ώς λάτρης τού Ελληνικού πνεύματος, νεοπλατωνικός καί αντίπαλος τού Χριστιανισμού. Ό Γεννάδιος Σχολάριος τόν καταπολέμησε μόλις έγινε Πατριάρχης. Διέταξε μάλιστα νά καούν τά έργα του, κατά τήν γνωστή Χριστιανική πρακτική. Άλλωστε πού θά βρούν οί Χριστιανοί επιχειρήματα καί πώς θά γράψουν έργα; Μέ τό κάψιμο όμως, τά επιχειρήματα θά είναι ανύπαρκτα καί από τίς δύο πλευρές.
Νεοπλατωνικός φιλόσοφος. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, σε καιρούς που η Βυζαντινή αυτοκρατορία έδινε αγώνα για την επιβίωσή της. Δεν είναι γνωστά πολλά πράγματα για τα νεανικά του χρόνια και τις σπουδές του. Σύμφωνα με μια πληροφορία ήταν για ένα διάστημα μαθητής του Εβραίου φιλόσοφου Ελισαίου σε τουρκοκρατούμενη περιοχή (Αδριανούπολη ή Προύσα). Γενικά φαίνεται πως πήρε πολύ πλατιά μόρφωση και γνώρισε ακόμη το ζωροαστρισμό, καθώς και άλλες μυστικιστικές ανατολικές δοξασίες, που επηρέασαν, ως ένα σημείο, το κατοπινό του έργο, στο οποίο όμως κυριαρχεί η πλατωνική φιλοσοφία.
Λίγο μετά το 1407, χρονιά που έγινε δεσπότης της Πελοποννήσου ο Θεόδωρος Β' Παλαιολόγος, τον βρίσκουμε εγκατεστημένο στο Μυστρά με το δικαστικό αξίωμα του «καθολικού κριτή», ανώτατο δικαστή δηλαδή του δεσποτάτου. Από τη θέση του αυτή ο Πλήθων μελέτησε την κοινωνική, πολιτική και στρατιωτική κατάσταση της Πελοποννήσου και πρότεινε τρόπους για τη βελτίωσή της. Οι ιδέες του είναι διατυπωμένες στα σχετικά υπομνήματα που υπέβαλε στο δεσπότη Θεόδωρο και στον αυτοκράτορα Μανουήλ Β'. Από το περιεχόμενο των σημαντικών αυτών εγγράφων φαίνεται πως ο Πλήθων είχε συλλάβει την ιδέα του νέου ελληνισμού, ως συνέχεια και εξέλιξη του αρχαίου, και είναι ο πρώτος θεωρητικός θεμελιωτής του. Προχωρώντας σε συγκεκριμένες υποδείξεις πρότεινε τη λήψη μέτρων για τη βελτίωση της ζωής του λαού και τον περιορισμό των αυθαιρεσιών των αρχόντων, ενώ έπαιρνε πολύ αυστηρές θέσεις απέναντι στους μοναχούς. Η επίδραση της «Πολιτείας» του Πλάτωνα φαίνεται στην ουτοπιστική ιδέα του να χωριστούν οι κάτοικοι της Πελοποννήσου σε φορολογούμενους και στρατεύσιμους. Τέλος, πρότεινε να τειχιστεί ο ισθμός για να εξασφαλιστεί η Πελοπόννησος από τον κίνδυνο των Τούρκων, που τους παραλλήλιζε με τους Πέρσες.
Παράλληλα, ο Πλήθων ασχολήθηκε με φιλοσοφικές μελέτες και με τη διδασκαλία της φιλοσοφίας και δημιούργησε έναν κύκλο μαθητών, ανάμεσα στους οποίους ξεχώρισαν ο Βησσαρίων, ο Μιχ. Αποστόλης, ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης κ.ά. Οι Παλαιολόγοι τον τίμησαν για τις πολλαπλές δραστηριότητές του και συγκεκριμένα ο Θεόδωρος του παραχώρησε το 1427 το Φανάρι και πολλά κτήματα.
Το 1438 πήγε στην Ιταλία ως μέλος της αποστολής που με επικεφαλής τον Ιωάννη Η' Παλαιολόγο συζήτησε την ένωση των εκκλησιών στις συνόδους της Φεράρας και της Φλωρεντίας. Εκεί ο Πλήθων είχε την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με τους Ιταλούς λόγιους της αυλής των Μεδίκων και να τους αναπτύξει τις θέσεις του πάνω στην πλατωνική φιλοσοφία και την υπεροχή της απέναντι στην αριστοτελική. Τότε έγραψε και μία μελέτη με τον τίτλο «Περί ων Αριστοτέλης προς Πλάτωνα διαφέρεται». Η συμβολή του στη διάδοση των πλατωνικών ιδεών στη Δύση και στη στροφή προς τις πλατωνικές σπουδές είναι πολύ μεγάλη. Η επιμονή του, όμως, να προβάλλει τον Πλάτωνα σε βάρος του Αριστοτέλη τον έφερε σε σύγκρουση με τους υποστηρικτές του τελευταίου, και ειδικότερα με το Γεώργιο Σχολάριο, το μετέπειτα πατριάρχη. Ανάμεσα στους δύο άντρες άρχισε ένας ιδεολογικός πόλεμος πολύ βίαιος.
Μετά την επιστροφή του από την Ιταλία, ο Πλήθων απογοητευμένος από τη γενική κατάσταση και βλέποντας να μην καρποφορούν οι ελπίδες του για μία νεοελληνική αναγέννηση, αναδιπλώθηκε στον εαυτό του. Ιδιαίτερα μετά την ήττα του Κωνσταντίνου, νέου δεσπότη του Μυστρά και μετέπειτα αυτοκράτορα, από τους Τούρκους στα Εξαμίλια (1446), στράφηκε περισσότερο προς το μυστικισμό. Στα έργα του γενικά και στην πολεμική του κατά των αριστοτελικών άρχισαν να διαφαίνονται καθαρά ιδεολογικές συμπάθειες προς την αρχαία ελληνική θρησκεία, γεγονός που χρησιμοποίησε εναντίον του ο Σχολάριος αποκαλώντας τον μάλιστα «νέο Ιουλιανό». Αυτοί οι ιδεολογικοί προσανατολισμοί του Πλήθωνα, και πολλές άλλες ακόμη κοινωνικοπολιτικές θέσεις με μεταφυσικό χαρακτήρα, φαίνεται ότι ήταν ιδιαίτερα φανεροί στο έργο του «Νόμων συγγραφή». Το έργο αυτό, όπου ο συγγραφέας πραγματεύτηκε μία ιδανική, κατά τη γνώμη του, μορφή πολιτείας, καταστράφηκε από το Σχολάριο ως ειδωλολατρικό και επικίνδυνο και μόνο αποσπάσματά του, που τα διέσωσε στην πολεμική του ο ίδιος ο Σχολάριος, μας είναι γνωστά.
Ο Πλήθων πέθανε στη Σπάρτη, αιωνόβιος σχεδόν, χωρίς να δει το οριστικό τέλος του Βυζαντίου. Τα οστά του μεταφέρθηκαν το 1475 από το Σιγισμούνδο Μαλατέστα και θάφτηκαν στη μητρόπολη του Ρίμινι.
Ο Πλήθων μπορεί να θεωρηθεί ως ο τελευταίος από τους μεγάλους συνεχιστές της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφικής παράδοσης, ο εξοχότερος από τους νεοπλατωνιστές, αλλά και ο πρώτος οραματιστής του νέου ελληνισμού. Τα σπουδαιότερα από τα έργα του είναι: «Προς τον βασιλέα Εμμανουήλ περί των εν Πελοποννήσω πραγμάτων», «Προς τον δεσπότην Θεόδωρον περί της Πελοποννήσου», «Περί αρετών», «Περί ων Αριστοτέλης προς Πλάτωνα διαφέρεται», «Ζωροαστρείων και πλατωνικών δογμάτων συγκεφαλαίωσις», «Προς τας Σχολαρίου υπέρ Αριστοτέλους αντιλήψεις», «Νόμων συγγραφή» κ.ά.
Ό Πλήθων καί όλοι οί λόγιοι χρησιμοποιούσαν τόν όρο Έλλην έχοντας επίγνωση τής Εθνικής συνειδήσεως. Ό πρώτος όμως πού εισήγαγε-επανέφερε τήν Πανάρχαια λέξη, ήταν ό Νικηφόρος Βλεμμύδης 1197-1272μχ. Τόν όρο αυτόν τόν υιοθέτησε ό μαθητής καί κατόπιν Αυτοκράτοράς του, Θεόδωρος Λάσκαρης (1254-1258) καί έπαυσαν πλέον νά χρησιμοποιούν τόν όρο Ρωμιοί. Έως τότε Έλληνες έλεγαν τούς κατοίκους τής Πελοποννήσου πού διατηρούσαν καί τήν Εθνική «λατρεία». Από τό 1300μχ οί Έλληνες συγγραφείς, φιλόσοφοι, επιστήμονες, έφυγαν πρός τήν δύση. Από αυτούς πολλοί διετέλεσαν Πάπε είς τήν Καθολική εκκλησία. Ίδρυσαν πανεπιστήμια στήν Πάτοβα(Κρητικόν καί Κυπριακόν), στήν Βενετία 15 σχολές, επίσης στήν Γένοβα, στήν Φλωρεντία κτλ. Έφτιαξαν βιβλιοθήκες καί ήταν εκείνοι πού προώθησαν τήν Ευρωπαϊκή Αναγέννησιν. Ό Γαλιλαίος, ό Όλιβερ Κρόβερ, ό Κοπέρνικος φοίτησαν σέ Ελληνικά πανεπιστήμια. Κλασσικοί καί Θετικοί Έλληνες επιστήμονες μορφώνουν όλην τήν Ευρώπη.
Βλεμμύδης(1197-1272μχ)
Χρυσολοράς
Πλείθων
Γρηγοράς
Ακροπολίτης
Γεώργιος Παχυμέρης(1242-1310μχ)
Καλλέργοι κ.α.
Πολλοί από αυτούς πού έφυγαν, γιά λόγους ασφαλείας, εξ’ιτάλιζαν τά ονόματά των όπως οί Νικηφόροι-Vitore, Καλόμηροι-Bonaparte, Ιατρίδαι-Medice..κτλ.Ό Βοκκάκιος(1313-1375μχ έζησε στήν Φλωρεντία), ό Δάντης(1265-1321 Φλωρεντία-Ραβέννα) καί άλλοι είχαν Ελληνική Παιδεία, αφού σπούδασαν σέ Ελληνικό περιβάλλον. Ό Δάντης μελετούσε Λουκιανό καί τά περί αληθούς ιστορίας. Από τίς Πριγκίπισσες, 72 παντρεύτηκαν ηγεμόνες Ευρωπαϊκών χωρών, όπως ή Ελένη πού έγινε Βασίλισσα Σουηδίας. Όλες αυτές μετέφεραν μαζί των καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες, επιστήμονες καί γενικά μετέφεραν τόν πολιτισμό. Τήν εποχή αυτή ανθίζει ή προκλασσική μουσική καί μετά τήν Άλωση έρχεται αμέσως ή κλασσική. Μετά τήν Άλωση δημιουργείται τεράστιο ρεύμα. Εκατοντάδες φιλόσοφοι καί επιστήμονες φεύγουν από τήν Πέργαμο, τήν Έφεσο, τήν Αλικαρνασσό, τό Κοτιαίον καί πηγαίνουν στήν δύση, όπου εκπολιτίζουν τήν βάρβαρη Ευρώπη. Τό 1498μχ στήν Βενετία σχηματίζεται Ελληνική κοινότητα, όπου ιδρύει νοσοκομείο καί πτωχοκομείο. Ή Βενετία έγινε τό κέντρο τού Ελληνικού εμπορίου.
Κατά το μεσαίωνα αναπτύσσεται κατά κύριο λόγο η θρησκευτική φιλοσοφία και μεγάλη επίδραση επίσης ασκεί στη Δύση η φιλοσοφία του Αριστοτέλη. Κυριότερη μορφή είναι ο Θωμάς Ακινάτης, φιλόσοφος και θεολόγος του 13ου αι. μ.Χ., ο οποίος άσκησε, μαζί με τον Αυγουστίνο (354-430), τη μεγαλύτερη επίδραση στην ανάπτυξη της φιλοσοφικής-θεολογικής σκέψης των επόμενων αιώνων.
Οι λόγιοι πρόσφυγες που καταφεύγουν από την Κωνσταντινούπολη στη Δύση συμβάλλουν στην αναγέννηση των ελληνικών γραμμάτων στην Ευρώπη. Αυτή την περίοδο η σπουδή των έργων του Αριστοτέλη υποχωρεί και τη θέση τους καταλαμβάνει ο πλατωνισμός, ιδιαίτερα στην Ιταλία με τους Τζ. Μπρούνο, Τ. Καμπανέλα κ.ά.
Στο 17ο αιώνα κυριαρχεί το ενδιαφέρον για την ανθρώπινη φύση και για τον εξωτερικό κόσμο, με χαρακτηριστικό εκπρόσωπο το Γαλιλαίο. Την ίδια εποχή αρχίζει να οργανώνεται η πνευματική ζωή με την ίδρυση Ακαδημιών και την καθιέρωση επιστημονικών συγκεντρώσεων.Αυτό τον αιώνα ο Άγγλος πολιτικός και φιλόσοφος Φ. Μπέικον (1501-1626) γίνεται ο εισηγητής της πειραματικής φιλοσοφίας. Με το έργο του «Novum organum» επιχειρεί, απέναντι στην αριστοτελική-σχολαστική επιστήμη, να συντάξει μια νέα ιδέα της γνώσης και την ταξινόμηση των επιστημών. Υποστηρίζει ότι η εμπειρία είναι η βάση της επιστήμης. Η γνώση γι’ αυτόν είναι η δύναμη που ασκείται επάνω στη φύση προς όφελος του ανθρώπου. Η θεμελιώδης σύλληψη της φύσης από τον Μπέικον είναι άμεσα εξαρτημένη από τις αρχαίες ελληνικές έννοιες για τη φύση.
Αντονέλο Ντα Μεσίνα (1430-1479). Ιταλός ζωγράφος της Αναγέννησης από τη Μεσσήνη της Σικελίας. Σπούδασε στη Νάπολη, κοντά στο ζωγράφο Κολαντόνιο. Το 1465 δημιούργησε το πρώτο του γνωστό έργο «Ο Χριστός που ευλογεί». Πολύ γρήγορα έγινε γνωστός στη Νάπολη, στο Μιλάνο και ιδιαίτερα στη Βενετία, όπου το 1475 εργάστηκε στο βωμό του Σαν Κασιάνο. Πολλοί Βενετοί ζωγράφοι επηρεάστηκαν αργότερα από το έργο του, όταν η σχολή της Βενετίας έφτασε στη μεγαλύτερή της άνθιση. Το 1476 ζωγράφισε πορτρέτα στο Μιλάνο για τον άρχοντα Γκαλεότσο Μαρία Σφόρτσα. Τον ίδιο χρόνο γύρισε στη Μεσσήνη, όπου και πέθανε. Ο Αντονέλο θεωρείται εισηγητής της ελαιογραφίας στην Ιταλία. Το προσωπικό του στιλ, που τον έκανε διάσημο, είναι ένας συνδυασμός φλωρεντινής σχηματοποίησης και φλαμανδικής χρωματικής τελειότητας. Αυτό όμως που του εξασφαλίζει μια από τις πρώτες θέσεις στην ιστορία της ζωγραφικής είναι η δύναμη και ο ρεαλισμός των προσωπογραφιών του. Κύρια χαρακτηριστικά των έργων του είναι ο μαθηματικός συνδυασμός αναλογιών και όγκων και η πυκνότητα του σκοτεινού φόντου, που αναδεικνύει το φως και τη γοητευτική απλότητα των μοντέλων του. Μερικά από τα πιο γνωστά του έργα είναι: «Αντρικό πορτρέτο», η αυτοπροσωπογραφία του, το «Πορτρέτο ενός αγνώστου», «Σταύρωση», «Η Παρθένος με το Θείο Βρέφος», «Άγιος Σεβαστιανός» κ.ά.
Ντάντε (Δάντης) Αλιγκιέρι (1265-1321). Ο μεγαλύτερος Ιταλός ποιητής όλων των εποχών, ο θεμελιωτής της νέας ιταλικής λογοτεχνίας. Γεννήθηκε στη Φλωρεντία και πέθανε στη Ραβέννα. Το επίθετο του, Αλιγκιέρι, είναι το εξιταλισμένο οικογενειακό όνομα της μητέρας του Αλντιγκέρ, που θεωρείται από μερικούς λομβαρδικής καταγωγής. Το Ντάντε είναι σύντομος τύπος του ονόματος Ντουράντε.
Μανιώδης μελετητής των κλασικών συγγραφέων και της θεολογίας, είχε ενεργό ανάμειξη στην πολιτική ζωή της πόλης του, όταν ο διχασμός ανάμεσα στους Γιβελίνους και τους Γουέλφους καθόριζε τις τύχες της ιταλικής χερσονήσου. Το 1289 πήρε μέρος στη νικηφόρα μάχη κατά των Γιβελίνων στο Καμπαλντίνο, το 1296 έγινε δημοτικός σύμβουλος και το 1300 ηγούμενος. Ανήκε στη μετριοπαθή μερίδα των Γουέλφων, τους Μπιάνκι (Λευκούς) που το Νοέμβριο του 1301 τους ανέτρεψαν οι Νέρι (Μαύροι), η ριζοσπαστική μερίδα των Γουέλφων. Ύστερα από την ανατροπή των Μπιάνκι από τους Νέρι, στις αρχές του 1302 ο Ντάντε και οι σύντροφοί του εξορίστηκαν. Έτσι άρχισε μια περίοδος μακράς και συνεχούς περιπλάνησης του Ντάντε στη βόρεια και κεντρική Ιταλία, κατά τη διάρκεια της οποίας συμπλήρωσε τις σπουδές του σε όλους τους τομείς της επιστήμης της εποχής του. Το 1316 απέρριψε με περιφρόνηση την παροχή αμνηστίας από τη Φλωρεντία με ταπεινωτική επάνοδο σ' αυτήν. Κατά τη διάρκεια της εξορίας του οι πολιτικές του πεποιθήσεις άλλαξαν πολύ. Πέθανε και τάφηκε στη Ραβέννα, στην αυλή του Γκουίντο Νοβέλο ντα Πολέντα. Η Ραβέννα αρνήθηκε να επιτρέψει την ανακομιδή των οστών του στη γενέτειρά του, που τόσο σκληρά τον είχε αδικήσει.
Τα πιο αξιόλογα έργα του Ντάντε είναι: α) «Θεία Κωμωδία». Γράφτηκε την περίοδο 1308-1321. Είναι η δύσκολη η κατάταξη του έργου στις συνηθισμένες λογοτεχνικές κατηγορίες. Ο αρχικός τίτλος του έργου ήταν «Αρχίζει η Κωμωδία του Ντάντε Αλιγκιέρι, Φλωρεντινού το γένος, όχι όμως και τα ήθη». Ο θαυμασμός των μεταγενέστερων ήταν εκείνος που πρόσθεσε στην «Κωμωδία» το επίθετο «Θεία», όπως για πρώτη φορά εμφανίζεται σε μια βενετσιάνικη έκδοση του 1555. Γραμμένο στη λαϊκή ιταλική γλώσσα, αποτελείται από ένα εισαγωγικό άσμα και ύστερα ακολουθούν η Κόλαση, το Καθαρτήριο και ο Παράδεισος, που αποτελούνται από 33 άσματα το καθένα. Και τα 100 αυτά άσματα αποτελούνται από όμοιες στροφές που η καθεμιά τους περιέχει εντεκασύλλαβους στίχους της τερτσίνας. β) «Νέα Ζωή». Γράφτηκε γύρω στα 1323. Αποκαλείται συχνά πρώτη ερωτική μυθιστορία και πρώτη ψυχαναλυτική διερεύνηση των βαθύτερων συγκινήσεων ενός ποιητή. Με ένα τριπλό μείγμα αφηγηματικής πεζογραφίας, λυρικών ποιημάτων και σχολίων πάνω σ' αυτά αναφέρεται στην πρώτη συνάντηση του ποιητή με τη Βεατρίκη, με την οποία ήταν ερωτευμένος για πολλά χρόνια, το 1274, στην απαρχή μιας νέας ζωής και εσώτερης αναγέννησης, στην ομορφιά και τη γλυκύτητα της Βεατρίκης, στις ελπίδες και τη λατρεία του Ντάντε προς αυτήν, στον πόνο και την άφατη θλίψη του για το θάνατό της και στη βαθμιαία εξιδανίκευση του γήινου έρωτα σε θεϊκό. γ) «Συμπόσιο». Ο Ντάντε ξεκίνησε τη συγγραφή του «Συμποσίου» την περίοδο 1304-1306, αλλά δεν το ολοκλήρωσε. Θα μπορούσε να είχε γίνει εγκυκλοπαιδικό αριστούργημα μεσαιωνικής φιλοσοφίας και ηθικής. Αποτελεί το πρώτο παράδειγμα ιταλικού επιστημονικού και φιλοσοφικού πεζογραφήματος. δ) «Για τη μοναρχία». Ένα από τα έργα του στα λατινικά που έχει ξεχαστεί. Αποδείχνει τη θεία αναγκαιότητα της ενιαίας ιταλικής αυτοκρατορίας και τάσσεται υπέρ του διαχωρισμού Εκκλησίας και Κράτους και περιορισμού της κυριαρχίας του πάπα μόνο στα πνευματικά ζητήματα. ε) «Η γλαφυρότητα της δημοτικής γλώσσας» (De vulgari eloquentia). Γράφτηκε την περίοδο 1304-1306. Αντίθετα με τις προτιμήσεις και αντιλήψεις των μεταγενέστερων ουμανιστών για τη λατινική, ο Ντάντε υπερασπιζόταν τη χρήση της καθομιλούμενης ιταλικής στη λογοτεχνία.
Ο Ντάντε εμφανίζεται ως εκφραστής και του πνεύματος του μεσαίωνα αλλά και της αναγέννησης. Θεωρείται πως περισσότερο ανακεφαλαίωσε το μεσαιωνικό πνεύμα παρά ότι ήταν προάγγελος μιας νέας εποχής. Σύμφωνα με τη γνώμη πολλών μελετητών, ο Ντάντε ενσαρκώνει τον κατεξοχήν δυτικό άνθρωπο.
Σαίκσπηρ, Ουίλιαμ (1564-1616). Άγγλος δραματικός ποιητής. Τεκμηριωμένες πληροφορίες για την παιδική και νεανική ζωή του δεν υπάρχουν. Πιθανότατα καταγόταν από οικογένεια μικροευγενών ή πλούσιων εμπόρων και σπούδασε στο σχολείο της γενέτειράς του, στο Στράτφορντ απόν Έιβον. Διέκοψε τις σπουδές του εξαιτίας της οικονομικής κατάστασης του πατέρα του. Το 1582 παντρεύτηκε την Άννα Χαθαγουέι και απέκτησε τρεις κόρες. Ύστερα από αναγκαστικό εκπατρισμό για κάποιο επεισόδιο (ίσως λαθροθηρία στα κτήματα ενός άρχοντα), το 1588 εργάστηκε ως ηθοποιός και συγγραφέας στο Λονδίνο, όπου έζησε ως το 1613 (με μικρές διακοπές).
Ως ηθοποιός και συγγραφέας έγινε μέλος της εταιρείας «Lord Chamberlain’s men», που αργότερα μετονομάστηκε σε «King’s men». Πρόκειται για μια θεατρική εταιρεία που προστατευόταν στην αρχή από τη βασίλισσα Ελισάβετ Α’ και μετά το θάνατό της από το βασιλιά Ιάκωβο Α'. Η εταιρεία αυτή έδινε παραστάσεις στην Αυλή, στο υπαίθριο θέατρο της «Globe», που καταστράφηκε το 1613 από πυρκαγιά, και στο κλειστό θέατρο «Blackfriars», ενώ έκανε περιοδείες και στην επαρχία. Από το 1613 ως το θάνατό του (που λέγεται ότι ήταν αποτέλεσμα μιας φοβερής οινοποσίας σε γιορτή των γενεθλίων του) διέμεινε περισσότερο στη γενέτειρά του διάγοντας ήρεμη ζωή.
Η παράδοση λέει πως και μετά την αποχώρησή του από το θέατρο έγραψε και άλλα έργα, κάτι που δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί. Αντίθετα, αποδείχτηκε ότι ασχολήθηκε με το εμπόριο, πως ήταν μέτοχος σε έναν εμπορικό οίκο τσόχας και πως έδινε δάνεια με τόκο. Από όλα αυτά βγαίνει το συμπέρασμα πως πέρασε την υπόλοιπη ζωή του ως ευκατάστατος αστός.
Το ποιητικό του έργο αποτελείται κυρίως από θεατρικά έργα. Εκτός όμως από αυτά έγραψε και το ποιητικό έπος «Αφροδίτη και Άδωνις» (1593), το «Βιασμός της Λουκρητίας» (1594), και τη συλλογή από σονέτα με τον τίτλο «Σονέτα» (1609). Τα έργα αυτά, και ιδιαίτερα τα σονέτα του, του εξασφάλισαν μια θέση ποιητή, σύμφωνα με τα αισθητικά κριτήρια της εποχής του.
Τα θεατρικά του έργα περιλαμβάνουν τραγωδίες, κωμωδίες, ιστορικά θεατρικά έργα και ιλαροτραγωδίες. Αυτά γράφτηκαν σε τρεις περιόδους της ζωής του.
Η α' περίοδος καλύπτει το χρονικό διάστημα από το 1590 ως το 1601. Σε αυτή γράφτηκαν τα έργα: «Ερρίκος ΣΤ'» (1590-1592), «Κωμωδία των παρεξηγήσεων» (1592), «Ριχάρδος ο Γ'» (1592-1593), «Τίτος Ανδρόνικος» (1593), «Η στρίγγλα που έγινε αρνάκι» (1593-1594), «Οι δύο ευπατρίδες της Βερόνας» (1594), «Θλίψεις χαμένου έρωτα» (1594), «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» (1594-1595), η ιστορία του τραγικού ζευγαριού της Βερόνας, που έχει γίνει παγκόσμιο σύμβολο, «Ριχάρδος ο Β'» (1595), «Όνειρο καλοκαιριάτικης νύχτας» (1595), μια αυλική μασκαράτα που ανυψώνεται στη σφαίρα του μαγικού, «Ο βασιλιάς Ιωάννης» (1596), «Ο έμπορος της Βενετίας» (1596), «Ερρίκος Δ'» (1597), «Πολύς θόρυβος για το τίποτε» (1598), «Ερρίκος ο Β'» (1598), «Ιούλιος Καίσαρας» (1599), «Οι εύθυμες κυράτσες του Ουίνδσορ» (1599), «Όπως σας αρέσει» (1599), «Δωδέκατη νύχτα» (1600-1601).
Η β' περίοδος καλύπτει το χρονικό διάστημα από το 1600 ως το 1608. Σε αυτή γράφτηκαν τα έργα: «Άμλετ» (1600), «Τρωίλος και Χρυσηίδα» (1601), «Τέλος καλό, όλα καλά» (1602), «Οθέλλος» (1604), «Μέτρο για μέτρο» (1604), «Μάκβεθ» (1605), «Βασιλιάς Λιρ» (1606), «Αντώνιος και Κλεοπάτρα» (1606), «Κοριολανός» (1607), «Τίμωνας ο Αθηναίος» (1607).
Η γ' περίοδος καλύπτει το χρονικό διάστημα από το 1608 ως το 1612. Σε αυτή γράφτηκαν τα έργα: «Περικλής» (1608), «Κυμβελίνος» (1609), «Χειμωνιάτικο παραμύθι», «Τρικυμία» (1611), «Ερρίκος ο Η'» (1612).
Ο Σαίκσπηρ θεωρείται από πολλούς ως ο μεγαλύτερος ποιητής όλων των εποχών. Αυτό το οφείλει κυρίως στη γλωσσική του δεξιοτεχνία και την ικανότητα να ηθογραφεί αλησμόνητες μορφές, όπως ο Άμλετ, ο Μάκμπεθ, ο Οθέλλος, ο βασιλιάς Λιρ κ.ά. Παράλληλα, και άλλες μορφές των έργων του, όπως η Δυσδαιμόνα, η Οφηλία, η Ροζαλίντα και η Βιόλα και κωμικοί τύποι όπως ο Μαλβόλιο, ο Φάλσταφ και ο σερ Τόμπι Μπελτς, έχουν καταξιωθεί σε παγκόσμια κλίμακα.
Το έργο του αποτελεί σταθμό στην παγκόσμια θεατρική δημιουργία. Ο Μίλτον στο έργο του «Allegro» ονομάζει το Σαίκσπηρ «τέκνο της φαντασίας». Ο Γκαίτε τον χαρακτηρίζει «φυσιοσεβή, που διατηρεί την ελευθερία να αναπτύσσει την εσωτερική του θρησκευτικότητα άσχετα προς οποιαδήποτε γνωστή θρησκεία».
Από τα 37 θεατρικά έργα που αποδίδονται στο Σαίκσπηρ μόνο τα 16 εκδόθηκαν όσο ζούσε, από το φίλο και ανταγωνιστή του Μπεν Τζόνσον. Το 1623 δύο φίλοι του, ο Χέμιγκ και ο Κόντελ, μέτοχοι της εταιρείας «King’s men», προχωρούν στην in folio έκδοση συλλογής θεατρικών έργων του. Η έκδοση αυτή ήταν λειψή και διαφορετική από τις προηγούμενες εκδόσεις in quatro, αλλά πολύτιμη και σύμφωνη με τα πραγματικά αρχικά χειρόγραφα. Το 1663 έγινε καινούρια έκδοση με διορθώσεις του πρώτου in folio και από τότε ακολούθησαν άπειρες.
Στη γενέτειρά του ιδρύθηκε το θέατρο «Shakespeare’s memorial theater». Τα έργα του έχουν μεταφερθεί και στον κινηματογράφο. Στην Ελλάδα τα έργα του Σαίκσπηρ άρχισαν να μεταφράζονται το 1852. Η πρώτη σαικσπηρική παράσταση στην Ελλάδα έγινε το 1868 στο θέατρο της Ερμούπολης (Σύρου).
Φιλελληνισμός. Κίνηση στο εξωτερικό και κυρίως στη δυτική Ευρώπη από άτομα ή και ομάδες που με κάθε τρόπο εκδήλωναν την υποστήριξή τους προς την Ελλάδα. Η αρχή του νεότερου φιλελληνισμού τοποθετείται στους μετά την Άλωση (1453) χρόνους, με τη φυγή των Ελλήνων λογίων στη Δύση και την αναγέννηση εκεί των αρχαίων ελληνικών γραμμάτων. Πρόδρομοι, κατά κύριο λόγο, της φιλελληνικής κίνησης στην Ευρώπη στάθηκαν οι λόγιοι αυτοί που ενδυνάμωσαν τη μελέτη της αρχαιοελληνικής γραμματείας, η οποία από κοινού με τη λατινική αποτέλεσε θεμέλιο της ανθρωπιστικής παιδείας, η οποία τόσο επηρέασε και αποτελεσματικά διαμόρφωσε το δυτικό πολιτισμό. Μεταξύ αυτών αναφέρουμε ενδεικτικά τους Εμμανουήλ Χρυσολωρά, Ιωάννη Αργυρόπουλο, Γεώργιο Τραπεζούντιο, Θεόδωρο Γαζή, Ιανό (Ιωάννη) Λάσκαρη. Ο Βησσαρίων ο Έλληνας, εξάλλου, πρωτοστάτησε στην κίνηση αυτή με τις γνωστές προσπάθειές του για την απελευθέρωση από τους Οθωμανούς των ελληνικών χωρών και τη μεγάλη και σπουδαία βιβλιοθήκη που συγκρότησε, η οποία αποτέλεσε τον πυρήνα της περίφημης Μαρκιανής (του Αγίου Μάρκου) βιβλιοθήκης της Βενετίας.
Τα κίνητρα, ωστόσο, του φιλελληνισμού είναι πολλά. Εκτός από την αγάπη προς την αρχαία Ελλάδα και τον πολιτισμό της σπουδαίο ρόλο έπαιξαν ο φιλελευθερισμός, ο επαναστατικός ρομαντισμός, η ομοδοξία των δούλων λαών της ανατολικής Ευρώπης και της αυτοκρατορικής Ρωσίας κτλ. Οι μεγάλες κοινότητες του Ελληνισμού της Διασποράς (Βενετίας, Βιέννης κ.ά.) και επιφανείς προσωπικότητες, όπως Έλληνες κληρικοί, λόγιοι, τυπογράφοι, έμποροι, πλούσιοι, συγγραφείς, δημοσιογράφοι και ανώνυμοι, θα γίνουν σοβαροί παράγοντες του κινήματος του φιλελληνισμού στους μεταγενέστερους αιώνες, ως τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας (1821). Ο φιλελληνισμός στην Ευρώπη, αλλά και στην Αμερική και σε άλλες χώρες, παίρνει τις διαστάσεις μιας άλλης επανάστασης, που βοηθάει όχι μόνο ηθικά και υλικά τον ιερό αγώνα, αλλά και πρακτικά. Πολλοί έρχονται στην αγωνιζόμενη Ελλάδα και θυσιάζονται για την ελευθερία της. Συγκροτούν ακόμα και δικά τους στρατιωτικά σώματα, που τα εξοπλίζουν και τα συντηρούν οι ίδιοι. Οι υπηρεσίες τους στάθηκαν πολύτιμες και συχνά αποφασιστικές για την εξέλιξη της επανάστασης. Ιδιαίτερα επέδρασαν σε ένα βαθμό στη μεταστροφή της στάσης των ευρωπαϊκών κρατών έναντι του επαναστατημένου έθνους και συνέβαλαν στην κατανόηση των δικαίων του. Με διάταγμα της Προσωρινής Κυβέρνησης συγκροτήθηκε το Μάιο του 1821 το πρώτο τάγμα φιλελλήνων, που ορκίστηκε στον Ακροκόρινθο τον ίδιο μήνα. Το αποτελούσαν 180 φιλέλληνες με αρχηγό τον Ιταλό αντισυνταγματάρχη Πέτρο Ταρέλα. Το τάγμα αυτό πολέμησε με ηρωισμό και αυτοθυσία στη μάχη του Πέτα (1822), όπου όμως αποδεκατίστηκε. Τον Ιούνιο του 1825 ένας άλλος φιλέλληνας, ο Κάρολος Φαβιέρος, οργάνωσε τον πρώτο τακτικό στρατό.
Με την έναρξη του ιερού αγώνα, σε πρωτεύουσες ευρωπαϊκών κρατών δημιουργήθηκαν φιλελληνικά κομιτάτα, που συγκέντρωναν χρήματα και είδη, τα οποία έστελναν στην Ελλάδα. Στη Γαλλία πρωτοστατούσαν φυσιογνωμίες διεθνούς κύρους, όπως ο Βίκτορ Ουγκό, ο Αμβρ. Διδότος, ο Σατομπριάν και ο Βερανζέρος, ο διάσημος ζωγράφος Ντελακρουά κ.ά.· στη Γερμανία οι διάσημοι ποιητές Γκαίτε και Φρ. Μίλερ, ο βασιλιάς της Πρωσίας Λουδοβίκος ο Α’ κ.ά.· στη Ρωσία ο ποιητής Πούσκιν και οι διανοούμενοι Δεκεμβριστές· στην Αγγλία ο Λόρδος Βύρων, που πέθανε στο Μεσολόγγι, ο επίσης διάσημος Άγγλος ποιητής Πέρσι Σέλεϊ, ο Φρ. Άστιγκς κ.ά.· στην Ελβετία ο γιατρός και δημοσιογράφος Ιωάννης Ιάκωβος Μάγερ, εκδότης των «Ελληνικών Χρονικών» στο Μεσολόγγι, που έπεσε στην ηρωική έξοδο των πολιορκημένων, ο γνωστός Ελβετός τραπεζίτης Εϊνάρδος κ.ά., ενώ από την Ιταλία έρχονται ο Σαντόρε Σανταρόζα, που έπεσε μαχόμενος στη Σφακτηρία, ο Πέτρο Ταρέλα, ο Ανδρέας Δανία κ.ά. Απ’ όλα σχεδόν τα κράτη της Ευρώπης έσπευσαν στην Ελλάδα και πρόσφεραν τις πολύτιμες υπηρεσίες τους στην ελληνική επανάσταση, ενώ φιλέλληνες συμμετείχαν εθελοντικά στους ελληνικούς εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες μέχρι τους βαλκανικούς πολέμους.
ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ. Με τον όρο αυτό περιγράφεται η πνευματική κίνηση που κυριαρχεί σταδιακά στον ευρωπαϊκό χώρο από το 14ο μέχρι το 17ο αιώνα, κίνηση που κυοφορήθηκε για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Συνισταμένη των τάσεων που χαρακτήρισαν τον πολιτισμό της εποχής θεωρείται ότι είναι η εμφάνιση της ανθρώπινης ατομικότητας στο προσκήνιο της ιστορίας. Ο όρος «Αναγέννηση» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά με τη σημασία αυτή στα μέσα του 19ου αιώνα για να τονιστεί η τομή σε σχέση με την προηγούμενη κατάσταση, το Μεσαίωνα. Βασικό χαρακτηριστικό της περιόδου είναι η σταδιακή αστικοποίηση των κοινωνιών, που ξεκινά από την Ιταλία, όπου αναπτύσσονται αυτόνομες πόλεις-κράτη όπως η Φλωρεντία, η Γένοβα, η Βενετία κ.ά. Στις τέχνες και τα γράμματα έχουμε αντίδραση στο μυστικισμό και στο σχολαστικισμό του Μεσαίωνα, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι απόψεις βαθιά ριζωμένες, όπως η πίστη στη μαγεία, εγκαταλείπονται. Πάντως το φιλέρευνο και ανακαινιστικό πνεύμα της περιόδου οδήγησε στην επιστημονική επανάσταση του 17ου αιώνα.
Η προετοιμασία για την κυρίως αναγεννησιακή περίοδο συντελέστηκε πρώτα στην Ιταλία λόγω των ιδιαίτερων κοινωνικών-πολιτικών συνθηκών που επικράτησαν εκεί ήδη από το 12ο αιώνα. Σημαντική κρίνεται η συμβολή Βυζαντινών λογίων μοναχών, που από τον 11ο ακόμη αιώνα ίδρυσαν μοναστήρια στη Ν. Ιταλία και τη Σικελία, τα οποία εξελίχτηκαν σε πυρήνες διάδοσης της αρχαίας κλασικής γραμματείας. Σε τούτο συνεισέφερε και η εισαγωγή από την Ισπανία έργων του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, που από τα αραβικά μεταφράστηκαν στα λατινικά και σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες. Κατά το 13ο αιώνα έχουμε τον Ντάντε (Δάντη) (1265-1321), που επέβαλε τη λαϊκή τοσκανική διάλεκτο στο χώρο της ποίησης και της λογοτεχνίας προτιμώντας την από τη δύσχρηστη λατινική γλώσσα. Ο πάπας Βονιφάτιος, κατά την ίδια περίοδο, έδωσε έναν πιο φιλελεύθερο αέρα στα εκκλησιαστικά πράγματα, ενώ η ανάπτυξη του εμπορίου, ειδικά μέσω των μεγάλων λιμανιών της Βενετίας και της Γένοβας, έφερε τα ιταλικά κρατίδια σε επαφή με ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο.
Στο 14ο αιώνα έχουμε τις μορφές του Πετράρχη (1304-1374) και του Βοκκάκιου (1313-1375), που θεωρούνται θεμελιωτές της ανθρωπιστικής (ουμανιστικής) κίνησης στην Ιταλία, δηλαδή της τάσης για μελέτη και επανεξέταση της αρχαίας ελληνορωμαϊκής γραμματείας, με κεντρική αξία την πίστη στη βελτίωση του ανθρώπου. Στη ζωγραφική ο Τζιότο (περ. 1267-1337) δίνει στις μορφές σωματικότητα αλλάζοντας ριζικά τον κυρίαρχο μέχρι τότε τρόπο αναπαράστασης, που ήθελε τη μορφή περισσότερο σύμβολο, όπως αυτό συμβαίνει στη γοτθική τέχνη. Η τάση αυτή γίνεται λίγο αργότερα εμφανής και στην αρχιτεκτονική, με κύριο εκπρόσωπο τον αρχιτέκτονα Φίλιππο Μπρουνελέσκι (1377-1446), ο οποίος απομακρύνεται σταδιακά από τη γοτθική παράδοση μέσω της εφαρμογής των κλασικών μοτίβων, με νέο όμως πνεύμα, ενώ με τη ζωγραφική του Μαζάτσιο (1401-περ.1428) έχουμε για πρώτη φορά συστηματική χρήση της τρισδιάστατης προοπτικής, βασισμένη σε αυστηρή εφαρμογή γεωμετρικών κανόνων. Από την ίδια εποχή ξεχωρίζει και ο καλλιτέχνης, αρχιτέκτονας, στοχαστής και συγγραφέας Λεόνε Μπατίστα Αλμπέρτι (1404-1472), που εκτός από σημαντικά αρχιτεκτονικά έργα μας άφησε και ενδιαφέρουσες θεωρητικές πραγματείες περί ζωγραφικής και αρχιτεκτονικής, όπου αποτυπώνονται τα αναγεννησιακά αισθητικά ιδεώδη. Στη γλυπτική το έργο του Ντονατέλο (1386-1466) είναι παιδί της νέας τάσης για ρεαλιστική αναπαράσταση του ανθρώπινου σώματος. Οι άγιοί του είναι πλασμένοι ως απλοί, βασανισμένοι άνθρωποι και άνοιξαν νέο δρόμο στην τέχνη αυτή.
Μετά τα μέσα του 15ου αιώνα η διείσδυση της κλασικής παιδείας γίνεται ακόμη εντονότερη, γιατί λόγω της κατάρρευσης του Βυζαντίου καταφεύγουν στις ιταλικές πόλεις σημαντικότατοι Βυζαντινοί λόγιοι, όπως ο Μανουήλ Χρυσολωράς, ο Βησσαρίων, ο Γεώργιος Γεμιστός (Πλήθων) κ.ά., που διδάσκουν τη ρητορική και τη φιλοσοφία καταλαμβάνοντας μάλιστα σημαντικές δημόσιες θέσεις. Eνδεικτικό της διείσδυσης αυτής είναι το ζωγραφικό έργο του Σάντρο Μποτιτσέλι (1445-1510). Μετά το 1470 στους πίνακές του συναντά κανείς πλήθος μυθολογικών θεμάτων (π.χ. «Η Γέννηση της Αφροδίτης»), που εμπνέονται από αρχαία κείμενα, τα οποία επανεξετάζονταν τότε από τον κύκλο των νεοπλατωνικών φιλοσόφων που ο ζωγράφος γνώριζε. Εκείνος όμως που δεσπόζει τα χρόνια αυτά σε κάθε τομέα του επιστητού είναι ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι (1452-1519). Ασχολήθηκε με όλες τις επιστήμες της εποχής, από την ανατομία και την αστρονομία μέχρι τη γεωλογία, με κάθε μορφή τέχνης, από την αρχιτεκτονική μέχρι τη μουσική. Σχεδίασε ακόμη ποικίλες μηχανές με πιο διάσημες τις πτητικές. Τα τετράδια με τα σχέδιά του, που συνοδεύονται από δυσανάγνωστες παρατηρήσεις, είναι ντοκουμέντα μεγάλης αξίας για την ιστορία της επιστήμης και της τέχνης. Μερικά χρόνια νεότεροι ήταν οι υπόλοιποι καλλιτέχνες που συνθέτουν την ομάδα των σημαντικότερων προσωπικοτήτων της Αναγέννησης. Ο Ραφαήλ (Ραφαέλο Σάντσιο) (1483-1520) εικονογράφησε μεταξύ άλλων τα παπικά διαμερίσματα στο Βατικανό και ήταν ίσως ο δημοφιλέστερος ζωγράφος της εποχής. Ο Μιχαήλ Άγγελος (Μικελάντζελο Μπουοναρότι) (1475-1564) επηρέασε καθοριστικά την ιταλική και γενικότερα την ευρωπαϊκή τέχνη σε ολόκληρο το 16ο αιώνα. Ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του γλύπτη, παρά το γεγονός ότι το πιο διάσημο έργο του είναι οι νωπογραφίες της Καπέλα Σιξτίνα (Βατικανό), με σκηνές από τη δημιουργία του κόσμου και τη Δευτέρα Παρουσία. Στη Βενετία δημιούργησε ο Τιτσιάνο (Βετσέλιο Τιτσιάνο) (1490-1576), ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της λεγόμενης βενετσιάνικης σχολής, που σε αντίθεση με τη φλωρεντινή, στην οποία ανήκουν οι παραπάνω καλλιτέχνες, δίνει μεγαλύτερη έμφαση στο χρώμα παρά στο σχέδιο. Ο Τιτσιάνο διακρίθηκε σε μυθολογικές σκηνές, ενώ ήταν κι εξαιρετικός προσωπογράφος, από τους σπουδαιότερους στην ιστορία της ζωγραφικής.
Οι τέχνες καλλιεργούνταν στα χρόνια αυτά με βάση την οικονομική υποστήριξη πλούσιων και καλλιεργημένων ανθρώπων, όπως οι Μέδικοι που έδωσαν παραγγελίες σε όλους σχεδόν τους μεγάλους καλλιτέχνες, αλλά και σε φιλοσόφους, ποιητές κι επιστήμονες. Πρέπει ακόμη να αναφερθούμε στο Νικολό Μακιαβέλι (1469-1527), που άφησε σπουδαίο ιστοριογραφικό έργο, ενώ με κείμενα όπως ο «Ηγεμών» ήταν πρωτοπόρος και στο χώρο της πολιτικής θεωρίας. Καθοριστική είναι επίσης η παρουσία του Πολωνού αστρονόμου Νικόλαου Κοπέρνικου (1473-1543), που προτείνει το νέο μοντέλο του ηλιοκεντρικού σύμπαντος αντιδρώντας στην Πτολεμαϊκή αστρονομία, που για πρώτη φορά από την αρχαιότητα τώρα αμφισβητείται. Με τον Κοπέρνικο η επιστήμη αρχίζει να χειραφετείται από τη θρησκεία, τάση που κορυφώνεται κατά το 17ο αιώνα.
Οι κατακτήσεις της Αναγέννησης διαδόθηκαν αρκετά γρήγορα σε ολόκληρη τη Δυτική Ευρώπη. Καθοριστικό ρόλο σ’ αυτό έπαιξε η εφεύρεση από το Γερμανό Ιωάννη Γουτεμβέργιο και στη συνέχεια η ανάπτυξη της τυπογραφίας στα μέσα του 15ου αιώνα. Με τη βοήθειά της τυπώθηκαν σε πολλά αντίτυπα βιβλία που κυκλοφόρησαν ταχύτατα στα εμπορικά κέντρα της εποχής και έτσι οι νέες ιδέες έγιναν κτήμα πολλών. Στη Γαλλία έχουμε κυρίως μια άνθηση της αρχιτεκτονικής, που αντικατοπτρίζεται στα ανάκτορα του Φοντενεμπλό. Ξεχωρίζει παράλληλα κι η προσωπικότητα του Φρανσουά Ραμπελέ που ασχολείται με μεταφράσεις αρχαίων συγγραφέων, καταδικάζοντας ταυτόχρονα στο συγγραφικό του έργο τις προλήψεις των συγχρόνων του. Στη Γερμανία ο Άλμπρεχτ Ντίρερ (1471-1528) είναι οξύς παρατηρητής της φύσης και του ανθρώπου. Αποτυπώνει τις παρατηρήσεις του σε χαρακτικά και ελαιογραφίες. Σύγχρονοί του είναι ο Ματίας Γκρίνεβαλντ και ο Χανς Χολμπάιν, εξαιρετικός προσωπογράφος, που ζωγραφίζει μεταξύ άλλων και τον Ολλανδό Ντεζιντέριο Έρασμο (1466-1536), κεντρική μορφή της Αναγέννησης στις Κάτω Χώρες, εκδότη και σχολιαστή κλασικών έργων. Κέντρα της καλλιτεχνικής δημιουργίας είναι εδώ κυρίως η Μπριζ και η Αμβέρσα, πολυσύχναστες εμπορικές πόλεις. Οι τοπικοί δημιουργοί συγκροτούν σχολή με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Οι πίνακές τους είναι ελαιογραφίες σε αντίθεση με την Ιταλία –εκτός της Βενετίας– όπου ήταν πιο διαδεδομένη η ζωγραφική σε νωπό σοβά (νωπογραφία). Η ελαιογραφία προσφέρει τη δυνατότητα φωτογραφικής σχεδόν αποτύπωσης λεπτομερειών, κάτι στο οποίο οι ζωγράφοι του βορρά ήταν ασυναγώνιστοι. Αγαπούν ακόμη τις καθημερινές σκηνές με πολλές λεπτομέρειες καθώς και τα έντονα χρώματα. Σημαντικότεροι εκπρόσωποι της σχολής αυτής ήταν ο Βαν Άικ (περ. 1390-1441), ο Βαν ντερ Βάιντεν (περ. 1400-1464) και ο Βαν ντερ Χους (πέθανε το 1482). Διάδοση των νέων ιδεών έχουμε και στην Ισπανία. Τα κέντρα που δημιουργούνται εντοπίζονται κυρίως στην Καστίλη, τη Βαλένθια και την Ανδαλουσία.
Μετά το 1530-1540 έχουμε την ύστερη φάση της Αναγέννησης που χαρακτηρίζεται και με τον όρο μανιερισμός. Με αφετηρία κυρίως το έργο του Μιχαήλ Αγγέλου οι καλλιτέχνες της εποχής στην Ιταλία αλλά και την υπόλοιπη Ευρώπη, έχοντας πια λύσει το πρόβλημα της προοπτικής, πειραματίζονται στη σύνθεση και το χρώμα δίνοντας περίεργες αλλά κι εντυπωσιακές μορφές που ξεφεύγουν αρκετά από τη φυσική πραγματικότητα. Στο ρεύμα αυτό εντάσσονται αρκετοί ζωγράφοι και αρχιτέκτονες (Ρομάνο, Ποντόρμο, Παρμιτζιανίνο κ.ά.), ενώ μανιεριστής σήμερα θεωρείται από πολλούς μελετητές και ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος (περ. 1541-1614), που ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στην Κρήτη, συνέχισε δίπλα στον Τιτσιάνο και κατέληξε στο Τολέδο της Ισπανίας. Στη χώρα αυτή αναδείχτηκαν οι μεγάλοι Ισπανοί ζωγράφοι Ντιέγκο Βελάσκεθ (1599-1660), κορυφαίος δεξιοτέχνης του χρώματος, και ο Μπαρτολομέο Μουρίγιο (1618-1682), δάσκαλος του ρεαλισμού. Κατά τα χρόνια αυτά επίσης, στο μεταίχμιο μεταξύ των δύο αιώνων και στην αρχή της εποχής του μπαρόκ (17ος αιώνας), έχουμε στην Αγγλία τον Ουίλιαμ Σαίκσπηρ (1564-1616) και στη Γαλλία το φιλόσοφο και παιδαγωγό Μιχαήλ Μονταίνιο (Μοντέν) (1533-1592).